Σε σχέση με το ντεμπούτο του συγγραφέα και σκηνοθέτη του «Τα πλεονεκτήματα του να είσαι στο περιθώριο» Στίβεν Τσμπόσκι, το «Θαύμα» πραγματεύεται επίσης τη μελαγχολία και τον εσωτερικό πόνο ενός ανήλικου, αν και με πιο ορατά, συνεπώς και πιο mainstream, χαρακτηριστικά: ο 10χρονος Όγκι γεννήθηκε με κρανιακή παραμόρφωση και όταν φτάνει η στιγμή να πάει για πρώτη φορά στο σχολείο, καθώς μέχρι τότε τον δίδασκε η μητέρα του στο σπίτι, βάζει την αγαπημένη του κάσκα του αστροναύτη και προετοιμάζεται για ένα σκληρό ταξίδι, με συνεχή αποστροφή των βλεμμάτων συμπάθειας και τρόμου από τους συμμαθητές, στον τόσο κοντινό πλανήτη του εκφοβισμού από τον οποίο προστατευόταν με αγάπη και, για να είμαστε ειλικρινείς, συγκαλυμμένο οίκτο.

 

Με τέτοιο θέμα, την Τζούλια Ρόμπερτς, που είναι καλή στους ρόλους της ζεστής αγκαλιάς, και τον Τζέισον Τρεμπλέι από το «Δωμάτιο», ένα πολύ χαριτωμένο, μινιόν αγοράκι με νιαουρίστικη φωνούλα και τον μεγάλο πόνο της μικρής του ζωής φιλτραρισμένο στα χαμηλωμένα μάτια του, αυτή η δακρύβρεχτη δραματική κομεντί δεν υπάρχει περίπτωση να μην τραβήξει έστω και με το ζόρι δάκρυα από τα μάτια σας.

 

Κι επειδή δεν αρκείται στο κλάμα, ο Τσμπόσκι θέλει τον Όγκι να είναι έξυπνος σε επίπεδο βραβείου Νόμπελ, με επιδόσεις που δύσκολα θα περάσουν απαρατήρητες, εκτός από τη διαφορετική εμφάνισή του. Το υπόστρωμα της ταινίας, ότι δηλαδή ένα παιδί είναι ένα ον που όχι μόνο αναζητά την ταυτότητά του μέσα από τις συγκρούσεις της κοινωνικοποίησης αλλά κυρίως δεν σταματά να αποτελεί την προβολή των ελπίδων και των φαντασιώσεων των γονιών του, οι οποίοι, ανάλογα με τη μόρφωση και το επίπεδό τους, τα χρησιμοποιούν για να εξιλεωθούν ή να διαφημιστούν, μένοντας συνήθως στα εξωτερικά χαρακτηριστικά και την επιφάνεια, είναι ό,τι πιο ενδιαφέρον σε μια ταινία που μοιάζει με διασταύρωση της «Μάσκας» του Πίτερ Μπογκντάνοβιτς και του «Έπους του κυρίου Χόλαντ» και είναι αναμφισβήτητα καλοφτιαγμένη και αναμφίβολα χειριστική στο σύνολο του αντι-κυνισμού της.