Στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο ο 37χρονος ηθοποιός Ραούλ Αρέβαλο βρίσκεται στο στοιχείο του και με την Οργή ενός υπομονετικού ανθρώπου υπογράφει ένα στέρεο αστικό γουέστερν, ένα θρίλερ εκδίκησης καλοζυγισμένο στο τέμπο και τη δομή του, έστω κι αν αργεί λίγο να αποκαλύψει τις πραγματικές του προθέσεις, στα 85 λεπτά της διάρκειάς του. Το ξεκίνημα, με μια ληστεία που πάει στραβά και καταλήγει στη σύλληψη και στη φυλάκιση του οδηγού, δεν προδιαθέτει για το road movie που θα ακολουθήσει και που βασικά παρακολουθεί το τεταμένο ταίριασμα του Κούρο, ο οποίος αποφυλακίζεται αφού έχει εκτίσει την ποινή του, και του Χοσέ (εξαιρετικός ο Αντόνιο ντε λα Τόρε στον ρόλο του εμβληματικού Άγνωστου που φτάνει στην πόλη με ομιχλώδη κίνητρα, προσαρμόζοντας τη συμπεριφορά του αναλόγως μέχρι να ανοίξει τα χαρτιά του), ενός λακωνικού άνδρα, ο οποίος συχνάζει στο καφέ-μπαρ της γυναίκας του Κούρο, της Άνα και του αδελφού της, πιάνει φιλίες στη γειτονιά και σταδιακά αναπτύσσει αισθηματικό δεσμό με την αιχμηρή γυναίκα, η οποία μεγαλώνει μόνη τον γιο που έχει με τον Κούρο. , συνδέοντας έξυπνα τα κομμάτια ενός παζλ με ένα καλά κρυμμένο μυστικό στο επίκεντρο. Το βραβείο Γκόγια για το καλύτερο φιλμ, μαζί με άλλα τρία, αυτά του σεναρίου, του πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη και του δεύτερου ανδρικού ρόλου, ουσιαστικά επιβράβευσαν μια φρέσκια ματιά εξαιρετικής ατμόσφαιρας (σε 16άρι φιλμ, με συνεχείς εναλλαγές υποκειμενικών πλάνων και κοντινά που στάζουν συναίσθημα) σε ένα είδος που προμηθεύει αυτόματα όλα τα κλισέ, από τη ληστεία και την εκδίκηση μέχρι τον επικίνδυνο έρωτα και την ύπουλη «συγκατοίκηση» δύο οργισμένων ανδρών, και ο Αρέβαλο τα χειρίζεται με καθαρούς φιλμικούς όρους και όχι εύκολους εκβιασμούς.