Τι μου θύμισες τώρα... Δούλευα 5 χρονια σε ένα ζαχαροπλαστείο στον Πειραιά. Μια μέρα εμφανίστηκε μια γιαγιά με μια μαγκουρίτσα, φορούσε μαύρα και ήταν περίπου 80 χρονών... Μου θύμισε κι εμένα τη γιαγιά μου. Αγόρασα αμέσως από το ζαχαροπλαστείο κουραμπιέδες και μελομακάρονα και μπισκότα κια της τα έδωσα. Βούρκωσαν τα μάτια της και μου ευχόταν όλα τα καλά του κόσμου. Μου είπε ότι τη λένε Σοφία και της είπα ότι γιορτάζουμε την ίδια μέρα αφού εμένα με λένε Ελπίδα. Την αγκάλιασα λες και αγκάλιαζα τη δική μου γιαγιά. Ήταν τόσο γλυκιά... Ύστερα δεν την είδα για πολύ καιρό... Πέρασε πάλι μετά από μήνες. Δε με θυμήθηκε στην αρχή, όμως μόλις της είπα το όνομά μου με κατάλαβε. Της έδωσα 10 ευρω (μου κάνει εντύπωση πως μοιάζουν οι ιστορίες μας) και της έβαλα πάλι κουλουράκια και αμυγδαλωτά. Μου έλεγε για τα παιδιά της που την είχαν εγκαταλείψει και μου υποσχέθηκε ότι την επόμενη φορά θα μου έφερνε κάποια κεντήματα που έχει φτιάξει η ίδια και τα έχει σε ένα μπαούλο. Πέρασε πάλι το Πάσχα. Της ξαναέδωσα και μου είπε τα ίδια για τα κεντήματα.. Κάθε φορά για τον επόμενο χρόνο μου έλεγε τα ίδια κι ας μην τα έφερε ποτέ... Τι με νοιάζει. Απολύθηκα από το ζαχαροπλαστείο και δεν την ξαναείδα... Όμως πραγματικά κάθε φορά που τη βοηθούσα ήθελα να κλάψω απο χαρά. Και πραγματικά, τον αγάπησα πολύ αυτόν τον άνθρωπο...
Σχολιάζει ο/η