[…] Η χορογραφία ήταν ο συνδυασμός μιας «σύγχρονης» έκφρασης και του παραδοσιακού χορού των Μαορί της Νέας Ζηλανδίας, σε φόντο Grease. Φωτοβολίδες σεξιστικού τύπου που χρησιμοποιήθηκαν από τις πρώτες στιγμές της παρουσίας του χορού, απευθύνονται σε κοινό που έχει περισσότερο χαλαρά από εμένα τα όρια του χυδαίου, αλλά οπωσδήποτε ήταν αχρείαστες για το πνεύμα του έργου. […]Ο φωτισμός κινήθηκε απολύτως εναρμονισμένα με τη σκηνοθετική αντίληψη. Σκοτάδι στην παγωνιά του θανάτου, ημίφως στις συμβολικές μάχες, λευκό στην αγνότητα του έρωτα της έφηβης Ιουλιέττας. Στην σκηνογραφία, αποδόθηκε εύστοχα το μπαλκόνι της Ιουλιέτας, όμως αυτό που πραγματικά «έκλεψε την παράσταση», ήταν το αιωρούμενο σώμα / πνεύμα της νεκρής, και το νεκροταφείο που ξετυλίχθηκε η τελευταία φάση του δράματος. Εικαστικά, άγγιξε το τέλειο. Μπράβο.Ο σκηνοθέτης προτίμησε να αφαιρέσει - όσο το δυνατόν περισσότερο – ρομαντισμούς κι ευαισθησίες. Δεν είδα τα συμβολικά λουλούδια, δεν μύρισα το άρωμα του αγνού. [..] Οι πτυχές που προτίμησε να φωτίσει ήταν οι βίαιες συγκρούσεις των οικογενειών, οι πολωμένες κοινωνικές σχέσεις, οι ακραίες συμπεριφορές. […]Διαβάζω προσεκτικά το σημείωμα του σκηνοθέτη της παράστασης, για να μπορέσω να κατανοήσω τον λόγο που εκτυλίχθηκαν στα μάτια μου τόσο έντονες σκηνές με κοφτές «απόλυτες» κινήσεις. Μας εξηγεί ότι γι αυτόν η ιστορία δεν είναι ρομαντική αλλά μια πράξη βίας ενάντια στη βία της εξουσίας. […]Απόσπασμα από δημοσιευμένη κριτική μουΚατερίνα Πεσταματζόγλου
Σχολιάζει ο/η