Όταν ξέσπασε η Επανάσταση, η Ύδρα αποτελούσε έναν από τους πλουσιότερους τόπους του ελλαδικού χώρου. Αυτό οφειλόταν στον ιδιαίτερα σημαντικό στόλο που κατείχαν οι καραβοκύρηδες της εποχής και στην εμπορική παράδοση που ιστορικά πήγαινε πίσω στον δέκατο έβδομο αιώνα και κορυφώθηκε κατά τους Ναπολεόντειους Πολέμους με το εμπόριο σίτου.

 

Η ευμάρεια του νησιού μετριόταν σε καράβια και χρυσό, κι αυτό το μαρτυρούν τα εξαιρετικά αρχοντικά που ξεχωρίζουν μέχρι σήμερα στο άνυδρο και άγριας ομορφιάς τοπίο όπου απαγορεύεται η χρήση οποιουδήποτε τροχοφόρου μέσου. Αριστουργηματικές κατοικίες-μάρτυρες ενός τρόπου ζωής υψηλών προδιαγραφών, οι ιδιοκτήτες των οποίων υπήρξαν τρανά ονόματα όπως ο Μιαούλης, ο Κουντουριώτης, ο Βούλγαρης, ο Τομπάζης, ο Σαχτούρης, ο Κριεζής, ο Τσαμαδός, ο Σαχίνης, ο Γκίκας κ.ά. Κάποιοι από αυτούς έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή της Ελλάδας, ενώ η αστική τάξη του νησιού γενικότερα έφερε από νωρίς τα ήθη της Κεντρικής Ευρώπης σε αυτήν τη μικρή γωνιά της Μεσογείου. 

 

Και αν κάποια στιγμή ήρθε η κρίση και οι δόξες αποτέλεσαν παρελθόν, τα πιάνα με ουρά και οι σάλες μαθήματος χορού απέμειναν να αποδεικνύουν ότι κάποτε ο τόπος είχε αγγίξει τα επίπεδα ευημερίας της ευρωπαϊκής αριστοκρατίας. Ωστόσο η εξέλιξη της ναυτιλίας και η ανάπτυξη της Σύμης και του Πειραιά σταδιακά άφησαν πίσω την Ύδρα, με αποτέλεσμα το νησί να περάσει εποχές τόσο μεγάλης ανέχειας, ώστε μέρος του πληθυσμού αναγκάστηκε να μεταναστεύσει.

 

Η Ύδρα από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 αποτελούσε έναν παράδεισο που είχαν ανακαλύψει οι μποέμ της Ευρώπης και της Αμερικής, εκκολαπτόμενοι ποιητές και συγγραφείς, η γενιά των διανοουμένων της μεταπολεμικής εποχής. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο σπουδαίος τραγουδοποιός Λέοναρντ Κοέν που την έκανε γνωστή σε κάποιους κύκλους.

 

Παράλληλα, καθώς δεν απείχε και πολύ από την Αθήνα, έμελλε να εξελιχθεί στο ραντεβού του Σαββατοκύριακου για τους Αθηναίους μπον βιβέρ αλλά και προορισμός του διεθνούς τζετ σετ και των σταρ, παραμένοντας ωστόσο ησυχαστήριο προσωπικοτήτων. 

 

 

Η Ύδρα από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 αποτελούσε έναν παράδεισο που είχαν ανακαλύψει οι μποέμ της Ευρώπης και της Αμερικής, εκκολαπτόμενοι ποιητές και συγγραφείς, η γενιά των διανοουμένων της μεταπολεμικής εποχής. 

 

 

Ο ζωγράφος Περικλής Βυζάντιος (1893-1971), σύζυγος της Ευφροσύνης Σκουμπουρδή που καταγόταν από την οικογένεια Κουντουριώτη, ήταν εκείνος που το 1936 δημιούργησε το παράρτημα της Σχολής Καλών Τεχνών στην Ύδρα, το οποίο διηύθυνε από το 1939 σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του.

 

Στεγάστηκε στο τετραώροφο αρχοντικό του ναυάρχου Εμμανουήλ Τομπάζη (της παλιάς ναυτικής οικογένειας που διακρίθηκε στην Επανάσταση), κοντά στο άγαλμα του Κουντουριώτη, ένα ιδιαίτερο οίκημα με στοιχεία ιταλικής αρχιτεκτονικής του 1800. Παραμένει στο ίδιο κτίριο, όπου εκτίθενται πίνακες με ιστορικά θέματα, θαλασσογραφίες και πορτρέτα. Ο στόχος ήταν να φιλοξενεί φοιτητές της σχολής που θα μπορούσαν να περνάνε εκεί ένα σύντομο διάστημα τους καλοκαιρινούς μήνες, δημιουργώντας.

 

Από την εποχή της ίδρυσής του έχουν περάσει πολλές γενιές γενιών Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, λέγεται, δε, ότι φιλοξένησε μέχρι και τον Σαγκάλ. Θα μπορούσε επίσης να πει κανείς ότι ανέπτυξε την ιδέα του artist in residence προτού γίνει θεσμός.

 

Ωστόσο δεν είχε την επιθυμητή εξέλιξη και πολύ πρόσφατα ξεκίνησε μια προσπάθεια επανεκκίνησης, ώστε να καθιερωθεί εκεί μια ετήσια έκθεση νέων καλλιτεχνών – τα τελευταία χρόνια φιλοξενεί και φοιτητές από καλλιτεχνικά ιδρύματα του εξωτερικού. Φέτος το Α’ Εργαστήρι Γλυπτικής της ΑΣΚΤ, που έχει καθηγητή τον πρύτανη Νίκο Τρανό, παρουσίασε την Ομαδική Έκθεση Νέων Καλλιτεχνών με τίτλο «Catch the Sun».

 

Ο Βυζάντιος λάτρεψε την Ύδρα και την αποτύπωσε σε μια σειρά έργων που έγιναν την εικοσαετία 1951-1971. Μετά τον θάνατό του η κόρη του Μαριλένα Λιακοπούλου τα δώρισε στο μόνιμο εκθετήριο που υπάρχει στο κατώι του Αρχοντικού Λαζάρου Κουντουριώτη (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο). Μαζί με αυτά εκτίθενται και έργα του αδελφού της Ντίκου Βυζάντιου (1924-2007), γιου του καλλιτέχνη, που έζησε και εργάστηκε κυρίως στο Παρίσι. 

 

Ένας άλλος σημαντικός καλλιτέχνης, ο οποίος γεννήθηκε και πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Ύδρα, ήταν ο Παναγιώτης Τέτσης (1925-2016). Η ζωγραφική του είναι άκρως επηρεασμένη από το νησί, το οποίο έχει καταγράψει σε κάθε δυνατή εκδοχή. Ακουαρέλες και μεγάλων διαστάσεων ελαιογραφίες με θέμα κυρίως τοπία της Ύδρας μπορεί να δει κανείς σήμερα επίσης στο Αρχοντικό Κουντουριώτη, ενώ η οικία Τέτση και το ατελιέ του είναι επισκέψιμα. 

 

Υδραίοι στην καταγωγή ήταν επίσης οι ζωγράφοι Ανδρέας Κριεζής (1816-1880), Νίκος Νικολάου (1909-1986), Νικόλας Βώκος (1854-1902), Παύλος Παντελάκης (1914-1973) και, βέβαια, ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας (1906-1994), ο οποίος περνούσε τα καλοκαίρια του στο αρχοντικό της οικογένειας της μητέρας του στο Καμίνι. Σε ώριμη ηλικία συνέχισε να περνάει μεγάλα διαστήματα εκεί, φιλοξενώντας σημαντικές προσωπικότητες του πνεύματος και της τέχνης.

 

Είναι σαφές ότι η μορφολογία της Ύδρας και η αρχιτεκτονική της καθόρισαν την τεχνοτροπία και το ύφος της ζωγραφικής του. Όταν το οίκημα καταστράφηκε ολοσχερώς το 1961 από πυρκαγιά, αρνήθηκε να επιστρέψει στο νησί. Όλα τα διαδικαστικά τα ανέλαβε ο προσωπικός του φίλος, ζωγράφος Τζον Κράξτον (1922-2009), ο οποίος είχε μείνει σε αυτό κατά την παραμονή του στην Ελλάδα. 

 

Η μεγάλη παράδοση ενός τόπου του οποίου η αισθητική προστατεύτηκε και όλα τα σπίτια θεωρούνται διατηρητέα παραμένει το μεγάλο θέλγητρο για διεθνείς και Έλληνες επισκέπτες. Οι κοσμοπολίτες έμελλε να μετατρέψουν σταδιακά την Ύδρα στον απόλυτο εικαστικό προορισμό του ελληνικού καλοκαιριού.

 

Τις τελευταίες δεκαετίες σημαντική σε αυτό ήταν η συμβολή της Pauline Karpidas, συλλέκτριας και δημιουργού του Hydra Workshop. Με την υποστήριξη του Πάνου και της Elizabeth Καρπίδα παρουσίαζε για μια εικοσαετία, από το 1996 έως το 2016, εκθέσεις διακεκριμένων καλλιτεχνών της βρετανικής σχολής, όταν ακόμα η πληροφόρηση στην Ελλάδα περί των διεθνών τάσεων δεν ήταν αυτή που είναι σήμερα. Urs Fischer (2007), Carroll Dunham (2008), Nate Lowman (2010) και Ryan Sullivan (2013) είναι κάποια από τα ονόματα που έφερε στο νησί, οργανώνοντας εκθέσεις με έργα τους.

 

Θερινή κατοικία στην Ύδρα διατηρούσε επίσης ο Γιάννης Κουνέλλης, και μέχρι σήμερα η ιδιοκτήτρια μίας από τις διασημότερες γκαλερί του Λονδίνου, η Sadie Coles. Αξιομνημόνευτη είναι και η παρουσία του ζεύγους Brice Marden και Helen Harrington στο νησί, που από το 1971 μοιράζει τη ζωή του μεταξύ αυτού και Νέας Υόρκης.

 

Ολόκληρη η εργογραφία του επιφανούς Αμερικανού καλλιτέχνη, μέρος της οποίας μπορεί να δει κανείς αυτό το διάστημα στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, έχει επηρεαστεί καταλυτικά από τη μορφολογία του τόπου. Ήταν από τους πρώτους που συνάντησε στο νησί ο εικαστικός Δημήτρης Αντωνίτσης και ανέπτυξε ιδιαίτερη φιλία μαζί του.

 

Ο ίδιος κάποια στιγμή αποφάσισε να δημιουργήσει εκεί μια διεθνή πλατφόρμα σύγχρονης τέχνης, το Hydra School Project, που ξεκίνησε το 1999 και σήμερα αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους θεσμούς εικαστικής έκφρασης της χώρας. Στην πρώτη του έκθεση συμμετείχαν καλλιτέχνες που είχαν πάρει μέρος σε διεθνείς μπιενάλε, ενώ ο στόχος του ήταν να συμμετέχουν και Έλληνες.

 

Αυτό που ήθελε κυρίως ήταν ο καλλιτέχνης να μην επαναλαμβάνεται αλλά κάθε φορά να προτείνει κάτι εντελώς νέο. Μετά από είκοσι τρία χρόνια συνεχούς δραστηριότητας ο θεσμός έχει αποκτήσει διεθνή φήμη, όλο και μεγαλύτερες προσωπικότητες της διεθνούς εικαστικής σκηνής καταφθάνουν στην Ύδρα για τις εκθέσεις του – μάλιστα οι «New York Τimes» του αφιέρωσαν ένα άρθρο. Φέτος παρουσιάζει στην Ανώτατη Σχολή Εμποροπλοιάρχων την έκθεση «Primal Power», με θεματική που επικεντρώνεται στο αρχέγονο και στο ενστικτώδες και έργα των Marina Abramovic/Ulay, John Bock, Laercio Rodondo, Nathan Smith, Frank Tjepkema, Δημήτρη Αντωνίτση, Σωτήρη Μπαζιάνα, Ζωής Γαϊτανίδου, Χάρη Πατραμάνη και της πρωτοεμφανιζόμενης Μαρίνας Λεοντή.

 

Ίσως να ήταν η δική του επιτυχία που άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία του project space του Δάκη Ιωάννου στα Σφαγεία το 2009 από τον οργανισμό ΔΕΣΤΕ. Πρόκειται για έναν από τους διασημότερους διεθνώς συλλέκτες, ο οποίος πια συνδέεται με την Ύδρα και φέρνει σε αυτήν κάθε χρόνο μεγάλους καλλιτέχνες όπως οι Matthew Barney, Maurizio Cattelan και άλλοι πολλοί. Φέτος έστρεψε τα βλέμματα και τα φώτα και πάλι στην Ύδρα με ανάθεση στον Τζεφ Κουνς, αποτέλεσμα της οποίας είναι το έργο του «Apollo». Επίσης για πρώτη φορά εκθέτει και η κόρη του Μαρία Ιωάννου μια σειρά έργων με τίτλο «WET». 

 

Ο ζωγράφος Αλέξης Βερούκας, ο οποίος επίσης περνάει μεγάλα διαστήματα στην Ύδρα, έχει επιμεληθεί πολλές εκθέσεις, π.χ. του Νίκου Στεφάνου και του ελληνιστή Μάριο Βίττι, αλλά η μεγάλη του συμβολή στο νησί είναι η αναβίωση της παλιάς δημοτικής αγοράς. Βέβαια, η υλοποίηση αυτού του στόχου συναντάει πολλά εμπόδια.

 

Πριν από μερικά χρόνια στην καλλιτεχνική σκηνή του νησιού προστέθηκε και ο οργανισμός HYam (Ύδρα για τους καλλιτέχνες της Μεσογείου), θεσμοθετώντας ένα βραβείο. Πρόκειται για δημιούργημα της Γαλλίδας δημοσιογράφου Πολίν Σιμόν, συζύγου του ζωγράφου Γιάννη Κόττη. Φέτος γιορτάζει την πέμπτη του χρονιά, φιλοξενώντας έργα της Γαλλίδας καλλιτέχνιδας Anne-Charlotte Finel και της Κύπριας γλύπτριας Λητώς Κάττου στην Οικία Τομπάζη έως την Κυριακή 14 Αυγούστου. 

 

Με όλα αυτά ίσως να μην είναι υπερβολή το ότι οι ξένοι δημοσιογράφοι αποκαλούν την Ύδρα «ένα μικρό Μανχάταν της Μεσογείου».