Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Ποιος τρώει ακόμα στην Πλάκα;

Εκτός από τους τουρίστες, πολλοί Αθηναίοι δίνουν ζωή στην πιο όμορφη περιοχή της πόλης.

Ποιος τρώει ακόμα στην Πλάκα;

Αν τη διασχίσεις βιαστικά, θα σου μείνει η γεύση μιας βιτρίνας που χωρά από την αρχαιότητα ως τον νεοκλασικισμό, αυτή που έχει παραδοθεί με απόλυτη συναίνεση των Αθηναίων στο τουριστικότερο σεργιάνι. Όμως, πίσω από τα πούλμαν που τρώνε κατεψυγμένους μουσακάδες στις τουριστικές ταβέρνες, ο Αθηναίος διαχρονικά κράτησε πάντα στην καρδιά και στη ζωή του ένα κομματάκι της γειτονιάς.

Από τις μπουάτ του Νέου Κύματος, το αντάρτικο λημέρι του Π. Τζαβέλλα, τη Λήδρα όπου «εκκολάφθηκε» ο Τζίμης Πανούσης, τις νύχτες στο Ciné Paris, τις πανκ μόδες του Remember και τα άλλοτε φοιτητικά αραλίκια στους Διόσκουρους και τα αστικά δείπνα με κυνήγι στον παλιό Ψαρρά και στον Ξυνό, ο Αθηναίος κρατά υπόγεια και διαχρονικά μια μερίδα Πλάκα στη ζωή του.

Από τις μπουάτ του Νέου Κύματος, το αντάρτικο λημέρι του Π. Τζαβέλλα, τη Λήδρα όπου «εκκολάφθηκε» ο Τζίμης Πανούσης, τις νύχτες στο Ciné Paris, τις πανκ μόδες του Remember και τα άλλοτε φοιτητικά αραλίκια στους Διόσκουρους και τα αστικά δείπνα με κυνήγι στον παλιό Ψαρρά και στον Ξυνό, ο Αθηναίος κρατά υπόγεια και διαχρονικά μια μερίδα Πλάκα στη ζωή του.

Το Μουσείο της Ακρόπολης μας την επανέφερε στο προσκήνιο και για πάντα θα είναι η βόλτα της Κυριακής με λιακάδα, αυτή που αγαπά η μεσόκοπη γυναικοπαρέα με τις ινδικές κελεμπίες –όχι, δεν τις έβγαλε ποτέ από τα '70s– μέχρι το χίπστερ ζευγαράκι που θα πάει στο Γιασεμί για vegetarian breakfast, στο πιο κινηματογραφικό μαγαζί της Αθήνας, αυτό που μαζεύει στο πιο γιουσουρούμ ντεκόρ και με top end το ιμάμ της κυρίας Μαρίας και την πιο σπιτική λεμονόπιτα εναλλακτικούς, καλλιτέχνες, φιλενάδες της διπλανής πόρτας, τον κόσμο όλο και κυρίως την αγαπημένη φυλή του αυτοφυούς Πλακιώτη ή, αλλιώς, τη μετεξέλιξη του «Greek καμάκι» με χαίτη, σουβλερό παπούτσι, μπαντάνα στο μέτωπο, ανοιχτό πουκάμισο και σταυρό-καδένα, αυτήν που ανδρώθηκε στα χιπόσπιτα των Αναφιώτικων και τώρα διατηρεί μαγαζί με σουβενίρ, αυτήν που ουδέποτε ξεμυτίζει από τα όρια της γειτονιάς.

Πίσω από τα πούλμαν που τρώνε κατεψυγμένους μουσακάδες στις τουριστικές ταβέρνες, ο Αθηναίος διαχρονικά κράτησε πάντα στην καρδιά και στη ζωή του ένα κομματάκι της γειτονιάς.

Αν θέλεις να ακούσεις γύρω σου πολλά ελληνικά, πέρνα μια βόλτα από τα Μπακαλιαράκια του Δαμίγου με το θεϊκό, αλάδωτο, κριτσανιστό τηγάνι, από τον Γλυκύ της Αγγ. Γέροντα που αγαπούν οι κουλτουρέ μεσόκοποι για σπιτική χορτόπιτα, μπεκρή μεζέ και τσιπουράκια κάτω από την κληματαριά, από την Αμάλθεια της Τριπόδων για ρετρό κρέπες με κάστανο, τσάι, συμπάθεια και τζαζ, λατρεία της γυναικοπαρέας με εναλλακτική άποψη.

Οι Διόσκουροι επιμένουν φανατικά να μαγεύουν με τις μπιροποικιλίες τους το νεότερο κοινό, το ίδιο και η ιρλανδέζικη μπίρα του James Joyce της Άστιγγος με κρεατόπιτα φτιαγμένη με Guiness, της παμπ που αγαπά το κοινό της νεο-πανκ σκηνής, η οποία αντιμετωπίζει την μπίρα κάπως σαν κοσμοθεωρία και θρησκεία μαζί. Το 7 Sins, gastropub με δημιουργικά ελληνικά, μαζεύει ένα πιο upper κοινό που εστιάζει στη γεύση, ενώ οι παλιοί νοσταλγοί της γειτονιάς θα περνούν πάντα από το μαγικό πεζοδρόμιο του ιστορικού Πλάτανου για ένα κοκκινιστό με χοντρό μακαρόνι.

Κρυφό μυστικό, το γαλήνιο, σκιερό πλακόστρωτο της Πολυγνώτου, με αφ' υψηλού θέα στους Αέρηδες και στην Αρχαία Αγορά, εκεί όπου αράζουν στο πιο γρήγορο πικνίκ οι μαθητές των τριγύρω σχολείων με ένα σουβλάκι από τον «Κώστα» της οδού Πεντέλης.