Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Το ησυχαστήριο της Σιλβί Γκιλέμ στην εύφορη καταπράσινη πλαγιά της Τοσκάνης

Η Σιλβί Γκιλέμ είχε προετοιμάσει το σχέδιο της αποχώρησής της, είχε αποφασίσει για τον τόπο και τον τρόπο με τον οποίο ήθελε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής της.

Το ησυχαστήριο της Σιλβί Γκιλέμ στην εύφορη καταπράσινη πλαγιά της Τοσκάνης

Στη διάρκεια της καριέρας της η Σιλβί Γκιλέμ μιλούσε σπανίως, συνήθως μιλούσαν οι άλλοι γι αυτήν, για τα γούστα και τα καπρίτσια της, για τους θριάμβους και την καριέρα και την τεχνική της.

Μερικές φορές άφηνε ανοιχτή μια χαραμάδα, επιτρέποντας να κοιτάξουν την προσωπική της ζωή και αυτές τις ελάχιστες φορές μιλούσε για την Ιαπωνία, την αγγειοπλαστική και την κηπουρική, αυτά που ήθελε να καταφέρει να κάνει όταν κάποια στιγμή θα αποσυρόταν. Υπήρξε σε όλα συνεπής.

Αποσύρθηκε όταν το κατάλαβε και το είπε πρώτη στον εαυτό της, πριν της το πει οποιοσδήποτε άλλος, επιβεβαιώνοντας τον μύθο της χορεύτριας που ορίζει τη μοίρα και τη ζωή της, μια εξαίρεση στον κόσμο του χορού.

Η Σιλβί Γκιλέμ είχε προετοιμάσει το σχέδιο της αποχώρησής της, είχε αποφασίσει για τον τόπο και τον τρόπο με τον οποίο ήθελε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής της, χωρίς ατζέντες με σημειώσεις με πράσινο και κόκκινο στιλό για τις εμφανίσεις της σε όλο τον κόσμο, χωρίς την υποχρεωτική καθημερινή άσκηση. Ο τόπος που διάλεξε είναι το σημερινό Λάτσιο ανάμεσα στην Τοσκάνη και την Ούμπρια, το αρχαίο Λάτιο που σημαίνει «εύφορη χώρα», ένα τόπο που στο εσωτερικό του υπάρχουν λοφώδη και ορεινά εδάφη.

Αγόρασε μια έκταση 27 στρεμμάτων με ελαιώνες και αιωνόβια δέντρα και μικρές πεδιάδες με δυο αγροτικά σπίτια που χρονολογούνται από το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, τα οποία ήταν σε κατάσταση παραμέλησης για χρόνια, εν μέρει ερειπωμένα με την οροφή να έχει καταρρεύσει και με τη βλάστηση να έχει καταλάβει τα κτίρια.

Αγόρασε μια έκταση 27 στρεμμάτων με ελαιώνες και αιωνόβια δέντρα και μικρές πεδιάδες με δυο αγροτικά σπίτια που χρονολογούνται από το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, τα οποία ήταν σε κατάσταση παραμέλησης για χρόνια, εν μέρει ερειπωμένα με την οροφή να έχει καταρρεύσει και με τη βλάστηση να έχει καταλάβει τα κτίρια.

Οι αρχιτέκτονες που ανέλαβαν το έργο είναι ο Μάσιμο Αλβίζι και η Τζούνκο Κιριμότο που έχουν υπογράψει έργα όπως τους εσωτερικούς χώρους του νέου θεάτρου Alexandrinsky στην Αγία Πετρούπολη, το οινοποιείο Bulgari στο San Casciano dei Bagni, την The Academy of Fine Arts Theatre στη Νάπολη, ενώ έχουν στο παλμαρέ τους συνεργασίες με τον Φούκσας, τον πιάνο και τον Νιεμάγιερ. Ο Αλβίζι μάλιστα συνεργάζεται με τον Ρέντζο Πιάνο στο πρόγραμμα G124, αφιερωμένο στην ενίσχυση των προαστίων στην εθνική επικράτεια.

Το πρότζεκτ που ανέλαβαν το 2016 ονομάστηκε Villa G. Η επιλογή τους προφανώς δεν ήταν τυχαία. Η  Σιλβί Γκιλέμ λατρεύει την Ιαπωνία και το έχει δηλώσει πολλές φορές.

Δεν είναι τυχαίο ότι η Ιαπωνία είναι η χώρα που επέλεξε να κάνει την τελευταία της εμφάνιση του 2015, αλλά και η χώρα που επέλεγε να κάνει διακοπές. Η αρχιτεκτονική, η μόδα του Γιαμαμότο και του Μιγιάκε, ο μινιμαλισμός, η τέχνη και η τελετουργία στον τρόπο ζωής, έπρεπε να βρει τη θέση του, αρμονικά, μέσα στο καταπράσινο τοπίο. Το αρχιτεκτονικό ντουέτο, αγαπούν τον μινιμαλισμό και τον συνδυασμό του με φυσικά υλικά, άλλωστε η Τζούνκο Κιριμότο είναι γνήσιο παιδί μιας κουλτούρας που υπηρετεί την απλότητα με τη σοφία της αρμονίας της με το φως και τη φύση.

Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO

Είχαν να διαμορφώσουν δυο αγροικίες που έχουν μεταξύ τους απόσταση 100 μέτρα. Η αγροικία Α αποτελείται από ένα ισόγειο είναι αφιερωμένο στα καλλιτεχνικά εργαστήρια της Γκιλέμ και του φωτογράφου συζύγους της Ζιλ Ταπί ενώ στον επάνω όροφο στεγάζεται ένα μικρό διαμέρισμα για τον επιστάτη. Στην αγροικία Α μερικοί από τους τοίχους των εσωτερικών χώρων έχουν μείνει με εκτεθειμένη πέτρα. Και οι δύο αυτοί χώροι εργασίας έχουν μεγάλα παράθυρα που σας επιτρέπουν να απολαύσετε πλήρως την εξαιρετική ομορφιά της γύρω περιοχής.

Η αγροικία Β είναι η πραγματική κατοικία του ζευγαριού, με σαλόνι, υπνοδωμάτια κουζίνα στο ισόγειο και δωμάτια στον επάνω όροφο. Όλη η ιδιόκτητη περιοχή έχει φυσικά όρια με τάφρους από νότια προς τα ανατολικά και προς τα δυτικά και με δάση προς τον βορρά.

Και τα δυο σπίτια έχουν από έναν διώροφο κεντρικό πυρήνα που ήταν η πραγματική αρχική κατοικία και μια σειρά από χαμηλότερα κτίσματα που προσαρτήθηκαν στον κύριο όγκο, ο οποίος, πιθανότατα χτίστηκαν σε διαφορετικούς χρόνους, και αποτελούσαν τα βοηθητικά δωμάτια, όπως στάβλους, αποθήκες και κελάρια για την προστασία των εργαλείων και των προϊόντων.

Οι αρχιτέκτονες αποφάσισαν να κρατήσουν τα διαφορετικά επίπεδα και σοβατίστηκε μόνο ο κεντρικός χώρος ενώ όλα τα κτίσματα που αναπτύσσονται γύρω γύρω από αυτόν έχουν ξαναχτιστεί με πέτρα με την επαναχρησιμοποίηση των υλικών που ανακτήθηκαν στο χώρο. Αυτή η επιλογή, εκτός από τον σεβασμό της αρχικής εικόνας του κτιρίου, ελαφρύνει τον ογκομετρικό αντίκτυπό του. Η αγροικία Α έχει μικτή επιφάνεια περίπου 320 τετραγωνικά και η αγροικία Β 290 τετραγωνικά. Στο εσωτερικό της έχει ένα σαλόνι με ύψος δυο ορόφων, ξύλινα αετώματα στη στέγη με δοκάρια καστανιάς και κεραμίδια από τερακότα. Έχει ανοίγματα σε όλες τις πλευρές, επομένως, το φυσικό φως φιλτράρεται από όλα τα ανοίγματα καθ 'όλη τη διάρκεια της ημέρας, δίνοντας στο χώρο έναν συνεχώς μεταβαλλόμενο φωτισμό.

Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
 

Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν είναι όλα φυσικά και ανακυκλώσιμα. Το πάτωμα είναι από τερακότα στρωμένη με κονίαμα χωρίς κόλλα στο σαλόνι και στους κοινόχρηστους χώρους και σε παραδοσιακή μορφή στα υπνοδωμάτια και τα μπάνια, οι τοίχοι είναι σε ουδέτερα χρώματα θυμίζει τα χρώματα της γης και των βράχων της γύρω περιοχής. Μόνο στην κουζίνα, που τα δοκάρια βάφτηκαν σε ανοιχτόχρωμο χρώμα για να δώσουν μεγαλύτερο ύψος στο περιβάλλον. Εκτός από το χώρο του σαλονιού, το διπλό ύψος επηρεάζει επίσης την είσοδο που στεγάζει μια ανοιχτή σκάλα που ανεβαίνει στο πάτωμα του υπνοδωματίου των επισκεπτών.

Η σκάλα και οι πόρτες εισόδου των δωματίων είναι κατασκευασμένες με σιδερένια και ξύλινα δομή μέσω της επαναχρησιμοποίησης του ξύλου που ανακτήθηκε από τα παλιά δοκάρια που αποτελούσαν την οροφή των σπιτιών, αφαιρέθηκαν με την έναρξη του έργου και στη συνέχεια ξανατοποθετήθηκαν.

Ο σχεδιασμός περιλάμβανε επίσης τον επανασχεδιασμό των εξωτερικών χώρων και έγιναν φυτεύσεις με νέες ελιές εκτός από τις ιστορικές ελιές που υπάρχουν ήδη.. Σε ένα αρκετά κρυμμένο αλλά καλά εκτεθειμένο τμήμα της γης, έχουν τοποθετηθεί τα φωτοβολταϊκά πάνελ τα οποία επιτρέπουν στα σπίτια να έχουν τη δική τους ηλεκτρική ενέργεια, θερμότητα τον χειμώνα και δροσιά το καλοκαίρι.  

Η Γκιλέμ ζήτησε ένα «πράσινο σπίτι» και το έργο σέβεται πλήρως τις αρχές της εξοικονόμησης ενέργειας. Όσο για το εσωτερικό του, το διακόσμησε με παλιά ιαπωνικά έπιπλα κομόντες και ντουλάπια, μπαούλα και χάρτινα φωτιστικά του Ισάμου Νογκούτσι, ενώ στην τραπεζαρία δεσπόζει ένας πολυέλαιος, κλασικό δείγμα ιταλικής τέχνης, από σίδερο. Τα έπιπλα είναι ελάχιστα, σχεδόν τα απαραίτητα, όπως και η ύπαρξη του πανιού. Σύμφωνα με το σχέδιο που είχαν καταθέσει οι αρχιτέκτονες το έργο στοίχισε 1.550.000 δολάρια, που ισοδυναμούν με τα χρήματα που κέρδισε η Γκιλέμ την τελευταία μόνο χρονιά της καριέρας της με την παγκόσμια περιοδεία που έκανε σε όλο τον κόσμο.

Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO
Φωτο: Luigi Filetici / ALVISI KIRIMOTO