Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Στήθη, γλουτοί, οργασμοί: το βλέμμα των αντρών στη ζωή και στα media

Πώς μεγαλώσαμε θεωρώντας ολότελα νορμάλ να ζουμάρει ο φακός στα χείλη, το ντεκολτέ, τα οπίσθιά μας, πιστεύοντας μάλιστα πολύ συχνά ότι όλο αυτό ήταν και επιλογή μας...

mad men



ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΣΚΛΗΡΗ, αισχρή σκηνή στο «Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι». Τώρα που η ιστορία της είναι γνωστή, καταδικάζουμε και ντρεπόμαστε. Αλλά πριν η Μαρία Σνάιντερ αποκαλύψει τι πραγματικά συνέβη σ' αυτή τη σκηνή, πώς συνωμότησαν τα «αγόρια» του φιλμ για να αποτυπωθεί η έκπληξη και ο αιφνιδιασμός της στην κάμερα, όλοι και όλες εύχονταν να ζήσουν έναν τέτοιον παθιασμένο έρωτα.

Μιλάμε, όμως, για μια στιγμή βιασμού. Για το τέλειο έγκλημα για το οποίο ο σκηνοθέτης Μπερνάρντο Μπερτολούτσι σε συνεννόηση με τον πρωταγωνιστή Μάρλον Μπράντο έπαιξαν βρώμικα εις βάρος της ηθοποιού, για το καλό της τέχνης βεβαίως, βεβαίως.

Όταν το είχε πρωτοκαταγγείλει η Σνάιντερ δεν υπήρχε το #MeToo ούτε οι εκατοντάδες καταγγελίες για βιασμούς, παρενοχλήσεις, κακοποιήσεις για «χάρη της Τέχνης». Επρόκειτο απλώς για την καταγγελία μιας ηθοποιού, χρόνια μετά την κακοποιητική συμπεριφορά, σε μία εποχή που θα μπορούσε να περάσει ως άλλη μία κακή συνεργασία που άργησε να έρθει στο φως.

(Και φυσικά, υπάρχει πάντα η αθωωτική στάση του Ruwen Ogien που ωρυόταν ότι η ελευθερία του να ενοχλείς και να προσβάλλεις είναι απαραίτητη στην Τέχνη για την όποια δημιουργία. Πόσο άγρια πια φαντάζει αυτή η θεώρηση του φιλοσόφου σήμερα. Πόσο χειριστική για τα θύματα και απαλλακτική για τους θύτες...).

Κατά τον ίδιο τρόπο που το «Όσα παίρνει ο άνεμος» στο σήμερα θεωρείται αναχρονιστικό και ρατσιστικό, κατά τον ίδιο τρόπο ακόμη και σπουδαίες ταινίες του παρελθόντος, διαφημίσεις και σειρές φτάνουν στα μάτια και τα αυτιά μας μέσα από ένα τελείως διαφορετικό πρίσμα.

Ωστόσο, η ανδρική ματιά, στον κινηματογράφο και τα media εν γένει, στον χώρο της διαφήμισης και της τηλεόρασης είτε πρόκειται για σειρές είτε για reality shows και τηλεπαιχνίδια, δεν είναι πρόσφατη υπόθεση.

Από το 1975 η βρετανίδα φεμινίστρια και κινηματογραφίστρια Laura Mulvey είχε επισημάνει το φαινόμενο και τελικώς καθιέρωσε τον όρο ως "male gaze", ως τη σκηνοθετική εκείνη ματιά που επιμένει στο γυναικείο σώμα εμμονικά, ενοχλητικά, σε τέτοιο βαθμό και με τέτοια ρητορική που στο τέλος βαφτίζεται «άποψη» και σίγουρα Τέχνη.

Το στατικό πλάνο στα στήθη, στους γλουτούς, στα πόδια, στα μισάνυχτα χείλη, η ηδονοβλεπτική ματιά στις σκηνές σεξ και το «πάγωμα» της οθόνης στις σκηνές βιασμών, με τα χρόνια έγινε «σχολή» παντού. Τόσο η βιομηχανία του θεάματος όσο και εκείνη της διαφήμισης γνώριζε ότι η ταινία, αλλά και το οποιοδήποτε προϊόν θα «ξεπουλούσε» αν με κάποιο τρόπο στο σενάριο κυριαρχούσαν δυο γυναικεία στήθη, ένας σφριγηλός γυναικείος πισινός, δύο καλοσχηματισμένα χείλη, η γυναικεία αντίσταση, αλλά και η υπερβολή στις κραυγές του οργασμού.

Όσο τα media αντικειμενοποιούσαν το γυναικείο σώμα, ως μακράν πιο θελκτικό από το αντρικό (μα, γιατί;! Οφείλουμε πολλά στη LGBT+ κοινότητα που στις απαρχές του κινήματος φρόντισε να αγαπήσει εξίσου το αντρικό σώμα και να επιφέρει ισορροπία), τόσο ο άντρας ως κυρίαρχο αρσενικό αποσιωπούνταν. Ας θυμηθούμε απλά ότι για χρόνια στον κινηματογράφο τα αντρικά γεννητικά όργανα υπήρχαν κάπου στη σκιά ενώ τα γυναικεία full frontal προσφέρονταν στο κοινό, άνευ εξήγησης γι' αυτού του είδους τη διάκριση.

Kανείς δεν ξεχνά τις μαρτυρίες των Αντέλ Εξαρχόπουλος και Λέα Σεϊντού εναντίον του σκηνοθέτη Αμπντελατίφ Κεσίς για συνθήκες μαρτυρίου όταν έπρεπε να γυρίσουν τις σκηνές σεξ της βραβευμένης κατά τ' άλλα ταινίας «Η Ζωή της Αντέλ».

Ο άντρας εμφανιζόταν τεχνηέντως πάντα με πετσέτα ή σεντόνι, ενώ στις ερωτικές σκηνές (πρόσφατα μίλησε η Σάλμα Χάγεκ για μια τέτοια σκηνή με τον Αντόνιο Μπαντέρας) ο –συνήθως άντρας- σκηνοθέτης ζητούσε πειστικούς οργασμούς από τη γυναίκα πρωταγωνίστρια, ενώ ο παρτενέρ της πάλι μπορούσε να υπάρχει ως puppet master στο βάθος του πλάνου.

Η «αντρική μάτια» στον κινηματογράφο ευθύνεται για τις πιο αξιομνημόνευτες γυναικείες σκηνές –γυμνά, σκηνές σεξ ή βιασμών, ακόμη και ονειροπόλησης πάνω σ' ένα γυναικείο σώμα. Άπειρες οι ταινίες ως παραδείγματα: από το άγριο, τοξικό «Μη αναστρέψιμος», μέχρι την αποθεωτική γύμνια της Εύα Γκριν στο comic like "Sin City", το γυναικείο σώμα μιλάει αντρική γλώσσα και κυρίως υπακούει σ' αυτήν.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ηθοποιοί όπως η Κίρα Νάιτλι, η Μεχάρ Μπανό, η Αντέλ Ενέλ και άλλες εδώ και καιρό δηλώνουν ότι σταματούν τις γυμνές σκηνές, ειδικά αν σκηνοθετούνται από άντρες. Ούτε ξεχνά κανείς τις μαρτυρίες των Αντέλ Εξαρχόπουλος και Λέα Σεϊντού εναντίον του σκηνοθέτη Αμπντελατίφ Κεσίς για συνθήκες μαρτυρίου όταν έπρεπε να γυρίσουν τις σκηνές σεξ της βραβευμένης κατά τ' άλλα ταινίας «Η Ζωή της Αντέλ».

Πόσο να προσπεράσει κανείς την κακοποιητική ματιά του Terry Richardson πάνω στη Milley Cyrus πριν από μερικά χρόνια –ειδικά τώρα που η «δράση» του φωτογράφου των star είναι γνωστή- και πώς να μην κάνει κανείς συγκρίσεις με μία άλλη ποπ φιγούρα του σήμερα, τη Billie Eilish που απαγορεύει στα media να την κοιτάνε όπως νομίζουν ότι μπορούν, δηλαδή, ξελιγωμένα, ενοχλητικά, κλειδαροτρυπίστικα;

Πώς να ξεχαστούν τα εκατοντάδες ηδυπαθή / ημίγυμνα / γυμνά εξώφυλλα από καθόλου πορνογραφικά περιοδικά, που μας ξεβλάχεψαν και που έφτασαν να θεωρούνται καταξίωση και τίτλος τιμής για την καλλιτέχνιδα που τα έκανε, ακόμη κι αν κατά δική της ομολογία πιέστηκε / αρχικά δεν της άρεσε / ντράπηκε; Απόλυτος σεβασμός για όσες το έκαναν χωρίς καμία δεύτερη σκέψη, τεράστιος προβληματισμός για όσες υπάκουσαν στον ατζέντη / εκδότη ότι κάτι τέτοιο θα έκανε καλό στην καριέρα τους, ακόμη κι αν δεν το ήθελαν. Και πάλι εδώ, το κλειδί είναι η συναίνεση.

Και μετά όλες εκείνες οι τυχαίες σκηνές σε διαφημίσεις, σειρές, reality shows όπου η κάμερα φριζάρει πάνω στη θέα ενός γυναικείου ντεκολτέ ή των γλουτών μιας ηθοποιού, ενός μοντέλου ή μιας παίκτριας, όλα εκείνα τα ρεπορτάζ παραλίας με την κάμερα να «γλείφει» τα ημίγυμνα σώματα ανυποψίαστων λουομένων;

Είναι η αποστροφή για την «ανδρική ματιά» στα media κατάλοιπο του #MeToo; Οι περισσότερες σύγχρονες φεμινίστριες, μεταξύ των οποίων και η Maggie Hennefeld, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, θεωρεί ότι πρόκειται περισσότερο περί «προίκας». Γνωρίζοντας πλέον πόσο κόστισε σε κάθε μία από αυτές τις γυναίκες –τις διάσημες, τουλάχιστον- το να συνεργάζονται με άντρες σκηνοθέτες, χωρίς να συνυπολογίζεται η δική τους οπτική γωνία, μοιραία αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο οι προσλαμβάνουσές μας πλέον επεξεργάζονται τις παλιές ταινίες, διαφημίσεις, σειρές, τα παλιά περιοδικά και τον Τύπο εν γένει, ενώ δημιουργούν μία εντελώς νέα αφετηρία για να σταθούμε κριτικά απέναντι στις καινούριες.

Κατά τον ίδιο τρόπο που το «Όσα παίρνει ο άνεμος» στο σήμερα θεωρείται αναχρονιστικό και ρατσιστικό, κατά τον ίδιο τρόπο ακόμη και σπουδαίες ταινίες του παρελθόντος, διαφημίσεις και σειρές φτάνουν στα μάτια και τα αυτιά μας μέσα από ένα τελείως διαφορετικό πρίσμα. Είναι ρεβανσισμός αυτό; Οι πολέμιοι του φεμινισμού, ακόμη και αυτοί που δεν επιθυμούν να έρθουν ανοιχτά σε αντιπαράθεση με τα νέα δεδομένα, θεωρούν πως, ναι, είναι.

Το βασικό επιχείρημα τους στην κριτική παλιών αριστουργημάτων του κινηματογράφου ή σταθμών στη διαφήμιση και τα τηλεοπτικά show είναι ότι δεν διαχωρίζεται ο άνθρωπος από τον καλλιτέχνη και το έργο του. Λόγου χάριν ο Πολάνσκι κρίνεται και για τα εγκλήματά του μέσα από το έργο του, ο Ζαν Κλοντ Μπρισό και ο Αντονιόνι, επίσης και φυσικά, όταν η κουβέντα φτάνει στον Μπερτολούτσι και στον εν ζωή, Γούντι Άλεν, η συζήτηση παίρνει διαστάσεις πολέμου.

Είναι ασφαλής, λοιπόν, όλη αυτή η κουβέντα για την «ανδρική ματιά» στον κόσμο του θεάματος; Να ξεχάσουμε και να ακυρώσουμε, δηλαδή, ό,τι ταινία, σειρά, διαφήμιση είδαμε μέχρι σήμερα, επειδή ο κόσμος αλλάζει; Είναι αυτό σωστό;

Σωστό είναι να συζητάμε ό,τι έμενε για χρόνια στη σκιά, δημιουργώντας εγκληματικά λάθη. Επίσης, ειδικά στο σκηνοθετικό πεδίο, όπου οι γυναίκες εξακολουθούν να είναι μειονότητα, σωστό είναι από εδώ και στο εξής να εκπροσωπείται η γυναικεία θεώρηση και να λαμβάνεται σοβαρά το γυναικείο σκηνοθετικό πρίσμα.

Κανείς ρεβανσισμός, καμιά ακύρωση. Κριτική αποτίμηση λέγεται αυτό που συμβαίνει και ένταξη σε έναν ολοκαίνουριο κόσμο, όπου υπάρχει σοβαρή ελπίδα το γυναικείο σώμα να απεικονιστεί στις πραγματικές του διαστάσεις.