Ο τριαντάχρονος Νικ μένει μόνος σ' ένα σκοτεινό σπίτι σε κατάσταση εξαθλίωσης. Είναι ανίκανος να ελέγξει τον θυμό του και η ανικανότητα να έρθει κοντά στον αδερφό του τον θυμώνει ακόμη περισσότερο. Η σχέση του με τη γειτόνισσα Σόφι μένει επιφανειακή, καθώς αδυνατεί να δεθεί μαζί της. Για εκείνη, το μόνο που θα την κάνει ευτυχισμένη είναι να αποκτήσει και πάλι την κηδεμονία του γιου της. Ο μόνος άνθρωπος με τον οποίο μπορεί να επικοινωνήσει εν μέρει είναι ο υπέρβαρος σεξομανής αδερφός της πρώην κοπέλας του Άνα, Ιβάν. Ωστόσο, αρνείται να δει την πραγματικότητα για την ψυχασθένεια του Ιβάν. Για τον αδελφό του Νικ, τίποτα δεν έχει μεγαλύτερη σημασία από τον εξάχρονο γιο του, Μάρτιν. Η εξάρτησή του, όμως, δεν τον αφήνει να είναι ένας υπεύθυνος γονιός.

Στην αφίσα της ταινίας βλέπουμε δυο αγόρια να φροντίζουν τον μικρότερο αδελφό τους. Μια τραγική στιγμή, σε συνδυασμό με τη γονεϊκή αμέλεια, ήταν αρκετή να προκαλέσει ένα ανεξίτηλο τραύμα, που θα τους κυνηγάει για πάντα - ένα από εκείνα τα περιστατικά που επιδέχονται δύσκολα ακόμη και την τέλεια εξιλέωση και που οι αρχαίοι θα μετέτρεπαν σε τραγωδία. Γνωστός κι επίμονος εκσκαφέας συναισθημάτων, ο Δανός Βίντερμπεγκ βρίσκει ψυχές σε απόγνωση και τις σκαλίζει. Χρησιμοποιεί το παιδικό περιστατικό ως πιθανή αλλά σημαντική εξήγηση της μετέπειτα πορείας τους, όχι επιστημονικά αλλά φιλμικά. Το λάθος τούς στοιχειώνει, τους καθιστά ανίκανους να πειστούν για τις δυνατότητές τους, τα χαρίσματα και την προοπτική που μπορεί να έχουν. Κι ενώ όλα δείχνουν πως υπάρχουν τα σωστά συστατικά για μια σύγχρονη σκανδιναβική τραγωδία, η ταινία είναι μάλλον περιγραφική, όποτε δεν σκαλώνει δραματουργικά. Τις στιγμές που ενώνονται οι δυο ρημαγμένες υπάρξεις και παίρνει σπίθες η άρρητη, συνωμοτική ενοχή των δυο αδελφών, κάτι βαθύ λειτουργεί και στην οθόνη.