Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

καουμπόηδες *

{ μπαμ,μπαμ,μπαμ }


maybe you're cold but you're so warm inside

/Johnny guitar

 

 



Μόνο καουμπόηδες αγαπούσα. Με γιλεκάκι πρωτοξάδελφου που ψήλωσε, κρόσια κουρτίνας, πιστολιέρα νταμπλ, πολλά καψούλια- αποδώ μέχρι το Τέξας καψούλια.

 

 

 

 


Κρυφοαισθηματίες, φασαριόζοι, έτοιμοι για καυγά και φιλί. Μπαμ, μπαμ, μπαμ μες στο καουμποηλίκι, ατρόμητοι. 'Απλωναν κάτι εξαίσια στερεότυπα να πατήσουμε εμείς οι χαζοσπανιόλες με τη βεντάλια κι οι βασίλισσες αμαλίες οι μη μου άπτου. Χλώμιαζαν μπροστά τους αριστούχοι μαρκήσιοι και άξεστοι κοζάκοι και μουσαντέ ζορρό. Αυτοί πετούσαν λάσο. 'Εταζαν σκασιαρχεία και ραντεβού στις έξι πίσω απ' το ωδείο. Μ' έναν κόντεψαμε ν' αρραβωνιαστούμε: Πέμπτη δημοτικού, ανήμερα μπαλντανφάν - δεν ξεχνιέται εκείνο το προπόζαλ.΄Ενας άλλος διέθετε ράντζο και τα θέματα της άλγεβρας αλλά πηγαίναμε γυμνάσιο, πια, κι είχαμε ωριμάσει.

 

  

 

 

Ακόμη καουμπόηδες αγαπάω. Από διάφορες πολιτείες που ούτε  ξέρω κατά που πέφτουν. Είμαι ανυπεράσπιστη, με κυνηγάει ο νόμος και κάτι κακοί μεξικάνοι κι έρχονται αυτοί - μπαμ, μπαμ, καθάρισαν. Φυσάνε την καπνισμένη κάνη και μ' ανεβάζουν στο άλογο. Εχουν μεγαλώσει λιγάκι, αλλά τους έμεινε κουσούρι να σώζουν και να σπιρουνίζουν τον αέρα. Μπαμ, μπαμ - πρώτα θα τους βγει η ψυχή και μετά το χούι.

 

               'Ομηροι της  άγριας δύσης τους, κι αυτοί.