Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Αντιμέτωποι με την κάλπη

... μα, καταρχάς, με τους εαυτούς μας.

Αντιμέτωποι με την κάλπη

Εκλογές, λοιπόν, με το «καλημέρα» του νέου χρόνου, εκλογές πρόωρες που κυβέρνηση, κοινοτικοί αξιωματούχοι και διεθνή κέντρα οικονομικών κ.λπ. αποφάσεων ξόρκισαν σαν κοσμική καταστροφή αρχικά, για να χαλαρώσουν στην πορεία ανακαλύπτοντας –ω του θαύματος– ότι είναι θεμελιώδες δημοκρατικό δικαίωμα και «υπόθεση του ελληνικού λαού». Όχι, δεν «συρθήκαμε σε αυτές», ως απεφάνθη τσαντίλας ο πρωθυπουργός. Οι περισσότεροι συνηγορήσαμε, σε πείσμα της «φωνής του εθνικού συμφέροντος και της κοινής λογικής», δηλαδή των καθεστωτικών ελίτ. Έστω σαν παραμυθία – η προεδρική εκλογή απλώς τις συντόμευσε.


Φανερά αποκαμωμένος, όση εφηβική «αύρα» κι αν ζητιάνεψε προεκλογικά, ο Σαμαράς βλέπει επιπλέον τους συμμάχους του στην Ε.Ε. να σφυράνε αδιάφορα – μόνο ο Ραχόι, τρέμοντας τον ισπανικό... ΣΥΡΙΖΑ (Podemos), έβαλε μια πλάτη. Χαμένη υπόθεση. Στοίχημα πως στη ΝΔ έχουν ήδη συμφιλιωθεί με την ήττα, παρά τα έξτρα τρομολάγνα τους σποτάκια. Δείχνει βέβαιο ότι «η χώρα θα παραδοθεί στην Αριστερά», κ. Βορίδη μας, κόντρα σε «ό,τι κι αν χρειαστεί να κάνετε» (αντιλυσσικό εμβόλιο, μήπως;).

Θα εφαρμοστεί όντως μια ρηξικέλευθη κοινωνική, δικαιωματική, φορολογική, περιβαλλοντική πολιτική, θα εξανθρωπιστούν το επιχειρείν, οι εργασιακές σχέσεις, η εκπαίδευση, η υγεία, θα δρομολογηθούν χρόνια νεωτερικά αιτήματα, όπως ο χωρισμός Εκκλησίας-κράτους, η ουσιαστική ένταξη μεταναστών, το σύμφωνο/γάμος για όλους, η αποποινικοποίηση «μαλακών»;

«Στις 26 κομμουνισμός!» αστειευόταν ένας φίλος, παραφράζοντας το σύνθημα των εκλογών του '81 «στις 18 σοσιαλισμός». Πλάκα στην πλάκα, πιάσαμε και συγκρίναμε τις δύο αυτές εκλογικές αναμετρήσεις, που παρουσιάζουν ορισμένες αξιοσημείωτες αναλογίες: Μια «νέα Ελλάδα» με λαϊκή κυριαρχία, εθνική ανεξαρτησία, κοινωνική δικαιοσύνη ήταν και είναι, χοντρικά, το κοινό ποθούμενο. Δύο φερέλπιδες πολιτικοί, ο χαρισματικός, λαοπρόβλητος μα και λαϊκιστής Αντρέας τότε, ο νεότερος, πιο άπειρος Αλέξης τώρα, διεκδικούν την εξουσία ευαγγελιζόμενοι την αλλαγή τότε, την ελπίδα τώρα. Αμφότεροι τριπλασίασαν γρήγορα τα εκλογικά τους ποσοστά, υποσχόμενοι περίπου τα πάντα. Η εγχώρια και διεθνής συγκυρία διαφέρει φυσικά πολύ – το '81 «λεφτά υπήρχαν» άφθονα (έστω δανεικά) και οι αγελάδες ήσαν τετράπαχες – τώρα τα πρώτα σπανίζουν και οι δεύτερες υποσιτίζονται.


Ο Αντρέας ανέλαβε «απόλυτος άρχων» σε εποχές περίσσιας αισιοδοξίας κι έχοντας πίσω του ένα μαζικό κίνημα –τη μισή εκείνη Ελλάδα που δεν χώραγε στο μετεμφυλιακό κράτος–, γι' αυτό τόλμησε αποφασιστικές ρήξεις (αναγνώριση εθνικής αντίστασης, πολιτικός γάμος, ψήφος στα 18, ισότητα φύλων, αναμόρφωση οικογενειακού δικαίου κ.λπ.). Στη σκιά των μνημονίων ο δεύτερος και με την αυτοδυναμία ερωτηματικό, συγκεντρώνει, βασικά, ψήφο διαμαρτυρίας ή απλώς απόγνωσης από την Ελλάδα εκείνη που γονάτισε κυριολεκτικά η κρίση, μη διαθέτοντας τις –επίσης υπό προθεσμία– «καβάτζες» της υπόλοιπης. Από το 55% που τη βγάζουν με δανεικά κι ενέχυρα, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, με έναν στους τρεις συμπολίτες μας να χρωστάει κυριολεκτικά τον πισινό του.

Ωστόσο, παρά τον «κινηματικό» του χαρακτήρα και την αυξανόμενη διεθνή απήχηση, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατεβάζει ικανό κόσμο στον δρόμο. Όχι ότι όλα παίζονται εκεί, είναι όμως ένα δείγμα: υπάρχει πράγματι η πολιτική αλλά και λαϊκή βούληση για σύγκρουση με μεγάλα συμφέροντα (μερικά από τα οποία ήδη... αλληθωρίζουν), μ' ένα «βαθύ κράτος» που κλώθει χρυσά αβγά, τους «διαπλεκόμενους», τις πελατειακές σχέσεις; Θα εφαρμοστεί όντως μια ρηξικέλευθη κοινωνική, δικαιωματική, φορολογική, περιβαλλοντική πολιτική, θα εξανθρωπιστούν το επιχειρείν, οι εργασιακές σχέσεις, η εκπαίδευση, η υγεία, θα δρομολογηθούν χρόνια νεωτερικά αιτήματα, όπως ο χωρισμός Εκκλησίας-κράτους, η ουσιαστική ένταξη μεταναστών, το σύμφωνο/γάμος για όλους, η αποποινικοποίηση «μαλακών»; Ας πούμε, ναι. Επόμενο ερώτημα: υπάρχει η «κρίσιμη μάζα» που θα στήριζε αποφασιστικά τέτοιες πρωτοβουλίες, που θα ήταν παράλληλα διατεθειμένη ν' αλλάξει ήθη και νοοτροπίες δεκαετιών, ξεκινώντας πρώτα από τη δική του καθένας αυλή; (Θα ήταν και μεγάλο «ατού» σε μια ουσιαστική διαπραγμάτευση). Πώς θα χειριστεί ο ΣΥΡΙΖΑ μια ανελέητη –δεξιά κι αριστερή– αντιπολίτευση, πώς τα λογής «ούφο», τυχοδιώκτες και καριερίστες που ήδη τρυπώνουν εντός, πώς τον μέσο κακομαθημένο «Ελληνάρα», τον από πεποίθηση εθνοκάπηλο, λαμόγιο και «παρτάκια», τον σε βάρος άλλων καλοπερασάκια;


Θυμάμαι προ ετών στο Πολυτεχνείο τον Ταρίκ Αλί, αναφερόμενο στην προοπτική μιας αριστερής κυβέρνησης στην Ελλάδα, να τονίζει ότι ο δρόμος θα είναι επίπονος, ότι θα χρειαστούν σκληρή δουλειά, συλλογικό πνεύμα, θυσίες, ανατροπές. Πράγματα που μάλλον δεν έχει προβάλει αρκετά ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη συμμετοχή μελών του σε κινήματα και δομές κοινωνικής αλληλεγγύης. Αλλά δίχως μόχθο, παιδεία και σύνεση κινδυνεύει να μετατραπεί, σαν το τότε ΠΑΣΟΚ, σε ένα ακόμη ανάλγητο, αεριτζήδικο, ωχαδελφικό κατεστημένο.


Τα μικρότερα κόμματα, πάλι, που φιλοδοξούν να παίξουν ρόλο ρυθμιστή, δεν πείθουν: το Ποτάμι ψαρεύει σε θολά νερά, το ΠΑΣΟΚ είναι ένας μεγαλοπρεπής νεκρός, οι ΑΝ.ΕΛ. ασόβαροι εθνολαϊκιστές, ο ΓΑΠ ανακαλύπτει ακόμα την Αμερική, το ΚΚΕ θα λειτουργήσει, φοβάμαι, σαν «5η φάλαγγα», η Χ.Α. είναι ζόμπι ξεδοντιασμένο, μα ακόμα επικίνδυνο. Δεν υποδεικνύω σε κανέναν, φυσικά, τι να ψηφίσει. Εύχομαι, όμως, να δώσει τόπο σε μια κάποια ελπίδα, βοηθώντας τη, ταυτόχρονα, να ριζώσει. Η στέρηση, βλέπεις, αντέχεται, η απελπισία όχι.