Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

TastePlease: Το «Airbnb του φαγητού» ήρθε και στην Ελλάδα

Μία καινούργια πλατφόρμα σου δίνει τη δυνατότητα να μετατρέψεις το σπίτι σου σε εστιατόριο για λίγες ώρες

TastePlease: Το «Airbnb του φαγητού» ήρθε και στην Ελλάδα

Η ιδέα ενός τραπεζιού με σπιτικό καλομαγειρεμένο φαγητό, καλή παρέα και νέες εμπειρίες είναι πολύ ελκυστική σε όλους.

Στις μέρες μας, που το διαδίκτυο και η τεχνολογία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας, διαδραματίζοντας βασικό ρόλο στις επαφές με τους φίλους μας, τις νέες γνωριμίες, τις καταναλωτικές μας συνήθειες και τη δουλειά μας, δεν θα μπορούσε να μείνει απ'εξω ένα άλλο βασικό στοιχείο, το φαγητό.

Μία νέα διάσταση στην ιδέα γύρω από το φαγητό, έρχεται με μία καινούργια πλατφόρμα, την αποκαλούμενη ως «Airbnb του φαγητού», την TastePlease.

H ιδέα περιστρέφεται γύρω από το καλό σπιτικό φαγητό, το οποίο θα αποτελέσει το σημείο συνάντησης και την αφορμή για ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών ανάμεσα σε ανθρώπους, ακόμη και ανάμεσα σε αγνώστους.

Αντί να μετατρέψει κανείς το σπίτι του σε ξενοδοχείο για μερικές ημέρες, το μετατρέπει σε εστιατόριο για λίγες ώρες.

Αναλαμβάνει να φτιάξει το μενού, κοστολογεί την αξία του και διαθέτει θέσεις στο τραπέζι του, μέσω της πλατφόρμας.

«Μακροπρόθεσμα δεν είναι μόνο το φαγητό, αλλά οι άνθρωποι γύρω από αυτό, το να μοιράζεται κανείς το πάθος για την εμπειρία της μαγειρικής, να συναντά νέους ανθρώπους».

Δεν είναι απαραίτητο να είναι κάποιος επαγγελματίας σεφ για να διοργανώσει μια τέτοια βραδιά, απλά να έχει διάθεση να ζήσει την εμπειρία του οικοδεσπότη, να γνωρίσει νέους ανθρώπους και να αγαπάει τη μαγειρική. Αντίστοιχα, εκείνος που θέλει να πάει σε κάποιο σπίτι ως φιλοξενούμενος διαλέγει ανάμεσα σε διάφορα μενού που του προσφέρονται.

Ο επαγγελματίας σεφ Αλέξανδρος Πανδής αποφάσισε να διοργανώσει ένα δείπνο μέσω της πλατφόρμας της TastePlease. Μιλώντας στο LIFO.gr μοιράστηκε την εμπειρία του από την πλευρά του οικοδεσπότη.

Ως επαγγελματίας σεφ στη ζωή του, ανέφερε ότι είναι μία ευκαιρία να «μοιραστείς το τραπέζι σου και να προσφέρεις ποιοτικό φαγητό σε οποιονδήποτε θέλει να επισκεφτεί το σπίτι σου, να σε γνωρίσει και να δοκιμάσει τη μαγειρική σου».

«Μας προσφέρεται ένα μέσο να γνωρίσουμε νέους ανθρώπους, να ακούσουμε τις ιστορίες τους και τους παρουσιάσουμε παραδοσιακά προϊόντα, με πολύ μοντέρνο και δημιουργικό τρόπο, μεσώ της μαγειρικής» αναφέρει.

O Αλέξανδρος Πανδής με τους δύο καλεσμένους του στο δείπνο που διοργάνωσε μέσω της πλατφόρμας

Ο κ. Πανδής, με τη συνεργάτιδά του Ίλια, η οποία δεν είναι επαγγελματίας, αποφάσισαν να διοργανώσουν το δείπνο. Καλεσμένοι τους ήταν ένας Γερμανός και ένας Αμερικάνος.

Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά «οι Έλληνες δεν είναι ακόμη πολύ εξοικειωμένοι με το καινούριο, το φοβούνται. Δεν βγαίνουν πολύ από τη ζώνη ασφαλείας τους σε αντίθεση με τους ξένους οι οποίοι είναι ανοιχτοί στις νέες εμπειρίες».

Σχολιάζοντας την εμπειρία είπε ότι «ανάλογα τον άνθρωπο που έχεις απέναντί σου, αυτή αλλάζει ελαφρώς. Κάποιοι είναι εξαρχής φιλικοί και μπαίνουν στο σπίτι σου σαν παλιοί φίλοι. Άλλοι πάλι, θέλουν λίγο "σπρώξιμο" για να χαλαρώσουν και να αρχίσουν κουβέντα. Όταν τελειώνει το γεύμα όμως, είμαστε ήδη μια καλή παρέα που γελάει και διασκεδάζει!».

Από την πλευρά του, ο ένας από τους δύο καλεσμένους του, επισκέπτης στην Ελλάδα, ο Γερμανός Georg Broich σε σχόλιό του αναφέρει: «Ήταν μοναδική εμπειρία. Δοκιμάσαμε υπέροχο φαγητό, κάναμε ένα φανταστικό "ταξίδι" στις ελληνικές γεύσεις και γνώρισα νέους ανθρώπους», προσθέτοντας ότι «ήταν κρίμα που είχαμε μόνο μιάμιση ώρα για το δείπνο, όμως την επόμενη φορά που θα βρεθούμε ξανά στην Αθήνα θα το επαναλάβουμε σίγουρα».

Το LIFO.gr επικοινώνησε επίσης με τον ιδρυτή της TastePlease και διεθνώς αναγνωρισμένο σεφ, Frank Lantz, για να μας μιλήσει για την ιδέα πίσω από το εγχείρημα αυτό και το όραμά του.

O ιδρυτής της TastePlease και διεθνώς αναγνωρισμένος σεφ, Frank Lantz

«Είμαι επιχειρηματίας και θέλω να κάνω διάφορα πράγματα. 'Όταν έχω μία ιδέα που πιστεύω σε αυτήν, θέλω να την προχωρήσω μέχρι να φτάσω στο στόχο μου. Πως έφτασα σε αυτή την ιδέα; Αλήθεια δεν ξέρω» αναφέρει ο Δανός σεφ.

Και συνεχίζει: «Νομίζω ότι ήταν κάτι που έλειπε από την καριέρα μου. Δουλεύω για το φαγητό όλη μου τη ζωή, έχω εκπαιδεύσει πάνω από το 25% των σεφ που έχουν βραβευτεί με αστέρια Michelin ή συνεργάστηκα μαζί τους στην κουζίνα μου, έχω μαγειρέψει για την βασιλική οικογένεια, είμαι ιδιοκτήτης του καλύτερου εστιατορίου με ψαρικά στο βορρά, αλλά αυτά είναι στο παρελθόν».

«Πλέον, από τότε έχω αναμειχθεί ενεργά στην επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη γύρω από τον τομέα του φαγητού. Βλέποντας την αγορά, παρατήρησα ότι ο τομέας του εστιατορίου έχει γίνει πολύ εμπορικός. Κατά τη γνώμη μου, το ίδιο φαγητό σερβίρεται σε όλο τον κόσμο, χάνοντας την παράδοση και την εντοπιότητά του και δεν φτιάχνεται με την ίδια αγάπη που εγώ θέλω και αναζητώ» επισημαίνει.

«Κάπως έτσι γεννήθηκε η ιδέα για την TastePlease. Είδα ότι σε ένα αληθινό σπίτι, μπορείς να ζήσεις αληθινές εμπειρίες γύρω από το τραπέζι, πάθος για το φαγητό και αληθινή αγάπη γι αυτό» καταλήγει.


Ο Frank Lantz τονίζει επιπλέον ότι: «Μακροπρόθεσμα δεν είναι μόνο το φαγητό, αλλά οι άνθρωποι γύρω από αυτό, το να μοιράζεται κανείς το πάθος για την εμπειρία της μαγειρικής, να συναντά νέους ανθρώπους».

«Η ουσία είναι να φέρεις τους ανθρώπους κοντά. Κάτι το οποίο θα μας απομακρύνει από τα τηλέφωνά μας και θα μας φέρει πιο κοντά. Δεν είναι πυρηνική επιστήμη. Για πολλά πολλά χρόνια που ασχολούμαστε με το φαγητό, νομίζω χάσαμε το δρόμο και τον προσανατολισμό.

Έτσι δημιούργησα την TastePlease ως ένα σημείο συνάντησης, για να εκτιμήσουμε τη ζωή, να γευτούμε καλύτερο φαγητό, σπιτικό φαγητό, αυθεντικό. Απλά καλό φαγητό. Αυτή είναι η βασική ιδέα γύρω από όλο αυτό».

Περιγράφοντας το ξεκίνημα του όλου εγχειρήματος αναφέρει: «Ξεκίνησε στην Κοπεγχάγη. Εγώ σαν σεφ "γεννήθηκα" στην Κοπεγχάγη, οπότε ήταν φυσικό. Δεν έχουμε πολλά λεφτά, γι αυτό απλά το ξεκινήσαμε και αρχίσαμε να το μοιραζόμαστε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Βελτιώνουμε συνέχεια το "προϊόν" όμως θέλει πολύ δουλειά ακόμη».

«Είμαστε πολύ φιλόδοξοι και σκοπεύουμε να "χτίσουμε" μία παγκόσμια κοινότητα γύρω από το φαγητό, όπου μπορούμε να μοιραζόμαστε απόψεις , εμπειρίες, ιδέες. Όμως δεν έχουμε φτάσει ακόμη εκεί. Αυτή τη στιγμή έχουμε παρουσία σε δέκα χώρες, κυρίως στην Ευρώπη».

Ο σεφ αναφέρθηκε στην Ελλάδα λέγοντας ότι είναι μία από τις χώρες με νοοτροπία που αντικατοπτρίζει το όραμα της Tasteplease.

«Πρόσφατα ήρθαμε στην Ελλάδα. Θεωρώ ότι οι άνθρωποι είναι πιο ανοιχτοί και πρόθυμοι να μοιραστούν. Δεν κάναμε κάτι φανταχτερό, δεν πολιορκούμε με πολλές διαφημίσεις, απλά το αφήνουμε να κυλήσει και κάνουμε ότι καλύτερο μπορούμε. Ο βασικός μας στόχος είναι να φέρουμε το φαγητό και τους ανθρώπους κοντά, χωρίς πολλά περιτυλίγματα».

«Η Ελλάδα προσαρμόζεται και αγκαλιάζει την ιδέα και είμαι περήφανος γι αυτό».

«Έχω βρεθεί πολλές φορές στη χώρα σας για διακοπές και λατρεύω το απλό ελληνικό φαγητό. Όπως επίσης λατρεύω την εμπειρία που η TastePlease προσφέρει στην Ελλάδα, καλό τοπικό φαγητό, καλή μουσική, παρέα... σπουδαία πράγματα γίνονται εκεί. Αλλά αυτό δεν προέρχεται από εμάς, προέρχεται από τους ντόπιους».

Σχετικά με τη διαδικασία για τη διοργάνωση ενός event και το ρόλο της Tasteplease επισημαίνει: 

«Το όλο εγχείρημα οδηγείται από ανθρώπους που αγαπούν να μοιράζονται. Το θέμα είναι να γίνει μέσο έκφρασης για τον κόσμο. Δεν θέλουμε να ελέγχουμε τα πάντα. Έτσι ο οικοδεσπότης αποφασίζει τι θα προσφέρει, τι τιμή θα βάλει.

Εμείς το μόνο που κάνουμε είναι να προσφέρουμε την πλατφόρμα που μπορεί να το πραγματοποιήσει με ασφάλεια τόσο για τον ίδιο όσο και τους καλεσμένους. Θέλουμε να είμαστε μέρος την εμπειρίας και όχι να την ελέγχουμε».

«Όλοι μπορούν να συμμετέχουν. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς απαραίτητα σεφ για να φιλοξενήσει ένα δείπνο. Η ουσία είναι να μοιραστεί με άλλους ανθρώπους την εμπειρία και να βρεθεί γύρω από ένα τραπέζι με καλό φαγητό».

Κλείνοντας, ο Frank Lantz λέει ποιο είναι στην ουσία το όραμά του και ο στόχος του.

«Να υπάρχει ποιοτικό φαγητό για όλους. Μπορεί να είναι ένας γείτονας, ένας τουρίστας. Πολλοί άνθρωποι στον κόσμο δεν έχουν κάπου να πάνε το βράδυ και δειπνούν μόνοι τους. Αυτό σκοπεύουμε να το αλλάξουμε. Θέλουμε να κάνουμε πιο εύκολη σε όλους την πρόσβαση σε καλό φαγητό, σε νέες εμπειρίες και την ανθρώπινη επικοινωνία και αλληλεπίδραση».