Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Κρασιά που θα πρωταγωνιστήσουν τη νέα χρονιά

Οι πρώτοι μήνες της νέας χρονιάς αποτελούν παραδοσιακά περίοδο δοκιμών για τους οινόφιλους.

Κρασιά που θα πρωταγωνιστήσουν τη νέα χρονιά

Οι πρώτοι μήνες της νέας χρονιάς αποτελούν παραδοσιακά περίοδο δοκιμών για τους οινόφιλους, μια και διεξάγεται πληθώρα εκδηλώσεων. Παράλληλα, κυκλοφορούν στην αγορά οι περισσότερες νέες εσοδείες (στην προκειμένη του 2019) σε λευκά, ροζέ και κάποια φρέσκα ερυθρά κρασιά. Έχουμε γράψει επανειλημμένα ότι κάθε εσοδεία δεν είναι ίδια (ή, πιο σωστά, δεν πρέπει να είναι ίδια στον ουρανίσκο μας) και επιπλέον, συχνά, τα οινοποιεία αλλάζουν την ποικιλιακή σύνθεση ή τον τρόπο οινοποίησης κάποιων κωδικών. Οινικές εκδηλώσεις, όπως τα ΒορΟινά, η έκθεση Μικρών Οινοποιών, οι Βάκχες και το Οινόραμα, που διεξάγονται στην Αθήνα, και άλλες μικρότερες στην περιφέρεια αποτελούν πεδίο δοκιμών, συζητήσεων και ανταλλαγής απόψεων.

Παραθέτουμε κάποιες ευχάριστες εντυπώσεις από ελληνικά κρασιά που δοκιμάσαμε τις τελευταίες εβδομάδες του 2019 και σας προτείνουμε να δώσετε έμφαση σε αυτές τις ποικιλίες αμπέλου ή προελεύσεις. Ίσως ανακαλύψετε σήμερα αυτά για τα οποία θα μιλούν και θα γράφουν οι περισσότεροι αύριο.

Το επώνυμο ελληνικό κρασί διανύει την καλύτερη περίοδο της ιστορίας του και όλοι έχουμε χρέος να το πάμε λίγα βήματα πιο μπροστά.

Η ερυθρή ποικιλία Λημνιώνα, που συναντάμε κυρίως στη Θεσσαλία, είναι πιθανόν το «μεγάλο στοίχημα» του ελληνικού κρασιού σε ό,τι αφορά τα ερυθρά. Τα οινοποιεία που έχουν ασχοληθεί με την οινοποίησή της είναι λιγότερα από τα δάχτυλα των χεριών μας και όλες προτάσεις που δοκιμάσαμε ήταν τουλάχιστον ικανοποιητικές. Την εξωστρέφεια της ποικιλίας τη χρωστάμε αναμφισβήτητα στον Χρήστο Ζαφειράκη που επένδυσε σε αυτήν όσο κανένας άλλος. Αυτό που μας κερδίζει στη Λημνιώνα είναι η λεπτότητα και η κομψότητα του χαρακτήρα της. Αν εξαιρέσει κανείς τους υψηλούς αλκοολικούς βαθμούς (13+), σε μια τυφλή γευσιγνωσία οι περισσότεροι θα εικάζαμε ότι προέρχεται από την κεντρική Ευρώπη. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι εάν δεν «κανιβαλιστεί» λόγω μαζικής στροφής σε αυτήν (πάμπολλα παραδείγματα στο παρελθόν, με κυριότερα το Μοσχοφίλερο και τη Μαλαγουζιά), μπορεί να αποτελέσει το success story των ελληνικών ερυθρών. Μονοποικιλιακές προτάσεις δοκιμάσαμε από το Κτήμα Ζαφειράκη, το Κτήμα Θεόπετρα, το Οινοποιείο Ντούγκου, το Οινοποιείο Κοντοζήση, το Κτήμα Καρανίκα και τα Φίλια Γη, Οίνωψ και Vinifera.

Η ερυθρή ποικιλία Λημνιώνα, που συναντάμε κυρίως στη Θεσσαλία, είναι πιθανόν το «μεγάλο στοίχημα» του ελληνικού κρασιού σε ό,τι αφορά τα ερυθρά. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO


Ως ιδανική γνωριμία με την ποικιλία προτείνουμε τη Λημνιώνα New Age 2018. Πρόκειται για την ολοκαίνουρια πρόταση του Ζαφειράκη, από τα νεαρά του αμπέλια. Εάν σας κερδίσει, αξίζει να αναζητήσετε περισσότερες προτάσεις για να γνωρίσετε κι άλλες γεωγραφικές προελεύσεις και διαφορετικές προσεγγίσεις οινοποίησης.

Κι αν η Λημνιώνα είναι η πολλά υποσχόμενη ερυθρή ποικιλία, τότε η πιο αδικημένη, με βεβαιότητα, είναι η Μαυροδάφνη. Σε περίπτωση που αμφιβάλλετε, ρωτήστε τη γνώμη γνωστών και φίλων που πίνουν κρασί, χωρίς όμως να γνωρίζουν πολλά γι' αυτό, και δείτε τις αντιδράσεις τους. Το πιθανότερο είναι ότι θα απογοητευτείτε. Τι φταίει; Αποστροφή και απέχθεια, μετά από μεθύσι με γλυκιά Μαυροδάφνη, ξεφαντώνοντας στο πατρινό καρναβάλι! Με λίγα λόγια, η Μαυροδάφνη αποτελεί για τους περισσότερους το πρώτο κρασί που ήπιαμε και πιθανώς παρεκτραπήκαμε μετά από αυξημένη κατανάλωση (στην Πάτρα ή οπουδήποτε). Το επόμενο πρωί ξεστομίσαμε ένα «ποτέ ξανά» και έκτοτε χάνουμε την ευκαιρία να γευτούμε τον πλούτο και την πολυπλοκότητα της ξηρής Μαυροδάφνης.


Η προέλευσή της, Αχαΐα και Κεφαλονιά. Οι οινοποιοί που ασχολήθηκαν επίμονα και μεθοδικά για να την αναδείξουν, ο Θανάσης Παρπαρούσης και ο Ευρυβιάδης Σκλάβος αντίστοιχα. Αμφότεροι άνθρωποι γλυκύτατοι, χαμηλών τόνων, που ακολουθούν διαφορετικό στυλ οινοποίησης. Ιδιαίτερη μνεία οφείλουμε στο ιστορικό Κτήμα Μερκούρη (Ηλεία), που όμως είναι περισσότερο ταυτισμένο με την ερυθρή ποικιλία Refosco. Παράλληλα, ένας σημαντικός αριθμός άλλων παραγωγών την εξελίσσει, με περίφημα αποτελέσματα.

Αυτή που μας κέρδισε πρόσφατα είναι η Τσιγκέλω 2018. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO


Αυτή που μας κέρδισε πρόσφατα είναι η Τσιγκέλω 2018. Η εμπειρία και το πάθος του οινολόγου Άγγελου Ρούβαλη, γνωστά στους οινόφιλους. Εξάλλου, στον Άγγελο χρωστάμε την αναβίωση και ανάδειξη του ποιοτικού Ροδίτη. Η σκυτάλη περνάει σιγά-σιγά στην κόρη του Θεοδώρα, που με τον σύντροφό της Antonio ανανεώνουν το portfolio του καλού οινοποιείου με ήπιες πρακτικές και ελάχιστες παρεμβάσεις. Η βαθυκόκκινη Μαυροδάφνη τους ωριμάζει σε πήλινους αμφορείς για να μαλακώσουν οι τανίνες και ευωδιάζει αρώματα δάφνης, ευκάλυπτου και δενδρολίβανου. Δώστε της χρόνο, άφθονο οξυγόνο και θα διαπιστώσετε ότι κάθε γουλιά είναι ξεχωριστή.

Στο άκουσμα της λέξης Βερντέα, οι ώριμοι οινόφιλοι θα νιώσουν συγκίνηση ενθυμούμενοι τη φημισμένη Βερντέα της οικογένειας Κομούτου. Όμως, όπως λέει ο λαός, «περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις», μια και αληθινή Βερντέα είχαμε να γευτούμε περισσότερο από 20 χρόνια. Πρόκειται για το παραδοσιακό, πολυποικιλιακό κρασί της Ζακύνθου που φέρει την ένδειξη «Ονομασία κατά παράδοση». Είναι πολυποικιλιακό και προϋποθέτει τη συμμετοχή σε ποσοστό τουλάχιστον 50,1%, της λευκής τοπικής ποικιλίας Σκιαδόπουλο, με τη συμμετοχή άλλων τοπικών ποικιλιών, πάντα λευκών. Η μακρά παραμονή στο βαρέλι έδινε στο κρασί βαθύ χρυσαφί χρώμα με κεχριμπαρένιες ανταύγειες και έντονη αίσθηση οξειδωτικής παλαίωσης σε μύτη και στόμα. Σύμφωνα με το ιστορικό και φιλολογικό λεξικό του Λεωνίδα Ζώη (έκδοση 1898), πρόκειται για «οίνο διαυγή, ονομαστό διά το εύγεστον αυτού και το ωραίον, ως μέλι, χρώμα του».


Πριν από λίγα χρόνια ξεκίνησε στη Ζάκυνθο ένα οινικό «φλερτ» ανθρώπων που ασχολούνται με το κρασί από διαφορετική οπτική, με αποτέλεσμα να ανέβει ο πήχης των τοπικών προτάσεων. Η οινική αναγέννηση είχε ξεκινήσει λίγο νωρίτερα από νέους οινοπαραγωγούς (ξεχωρίζουμε τους δραστήριους αδελφούς Γράμψα), όμως η συνεργασία του Διονύση Κεφαλληνού με την Αθηνά Τσώλη, τον Γιώργο Ιωαννίδη και μια παρέα ντόπιων που άρχισαν να ζωντανεύουν ξανά ξεχασμένα αμπέλια, κυρίως στα ορεινά του νησιού, άλλαξε τα δεδομένα. Έτσι, κυκλοφόρησαν πρόσφατα τη Βερντέα 2018, «παραδοσιακό κρασί νέας εποχής», όπως το χαρακτηρίσαμε, δοκιμάζοντάς το. Με τέτοια κρασιά και προσεγμένα σημεία εστίασης, που έχουν δώσει βαρύτητα στις λίστες τους, η Ζάκυνθος δείχνει ότι βρίσκει επιτέλους τον χαμένο κοσμοπολίτικο αέρα της, τουλάχιστον οινικά.

Στο άκουσμα της λέξης Βερντέα, οι ώριμοι οινόφιλοι θα νιώσουν συγκίνηση ενθυμούμενοι τη φημισμένη Βερντέα της οικογένειας Κομούτου. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Κλείνοντας, μια προτροπή προς τα οινοποιεία που συμμετέχουν στις εκθέσεις και όλους εμάς, που τις επισκεπτόμαστε για να δοκιμάσουμε. Συχνά παρατηρούμε ότι υπάρχουν οινοποιεία που παρουσιάζουν κρασιά (σε τρέχουσες χρονιές, με επίσημες ετικέτες), τα οποία στη συνέχεια δεν κυκλοφορούν στην αγορά. Στην περίπτωση που γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται να τα διαθέσουν (π.χ. προορίζονται αποκλειστικά για εξαγωγή ή είναι πειραματικές εμφιαλώσεις) οφείλουν να το διευκρινίζουν εξαρχής, διότι, σε αντίθετη περίπτωση, δημιουργούν σύγχυση σε επαγγελματίες και καταναλωτές. Όπως συμβαίνει παντού στον πλανήτη, όποιος κωδικός δειγματίζεται, πρέπει να υπάρχει προς διάθεση. Παλιές χρονιές ή ειδικές εμφιαλώσεις ανήκουν σε ξεχωριστές κατηγορίες και χρήζουν άλλης μεταχείρισης. Διαφορετικά, γίνεται για λόγους εντυπωσιασμού, γεγονός που αποπροσανατολίζει.


Από την πλευρά μας, οι επισκέπτες οφείλουμε να είμαστε συγκροτημένοι και υπεύθυνοι. Δεν επισκεπτόμαστε μια εκδήλωση για να πιούμε ή να μονοπωλήσουμε το ενδιαφέρον αλλά για να δοκιμάσουμε, να ρωτήσουμε τεχνικές πληροφορίες, να συγκρίνουμε. Το επώνυμο ελληνικό κρασί διανύει την καλύτερη περίοδο της ιστορίας του και όλοι έχουμε χρέος να το πάμε λίγα βήματα πιο μπροστά.