Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Χύμα Κρασί vs Εμφιαλωμένο κρασί

Μύθοι και αλήθειες για ένα θέμα που μας αφορά.

Χύμα Κρασί vs Εμφιαλωμένο κρασί

 

Με αφορμή τον πολυσυζητημένο φόρο (ΕΦΚ) που επιβλήθηκε πρόσφατα στο εμφιαλωμένο κρασί, έρχεται και πάλι στην επιφάνεια ο αθέμιτος ανταγωνισμός που προκύπτει από τη διακίνηση χύμα κρασιού. Στην Ελλάδα, μια χώρα με μακρά παράδοση στην οινική καλλιέργεια και κατανάλωση, είναι σοκαριστικό το ότι μόλις το 40% της ετήσιας κατανάλωσης αφορά το εμφιαλωμένο και επώνυμο κρασί. Είναι δυνατόν, άραγε, να υπάρχει «παράδοση», χωρίς «κουλτούρα»; Γιατί έχουμε άποψη για τις επιλογές μας στα καλλυντικά, στα είδη ατομικής υγιεινής, στα ρούχα, όμως μας αφήνει παγερά αδιάφορους η προέλευση και η σύσταση ενός πράγματος που πιθανόν να αποβεί βλαβερό για την υγεία μας;

Το ελληνικό κρασί τα τελευταία 30 χρόνια έχει διανύσει μια σημαντική πορεία εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης που οφείλεται στην ατομική αλλά και συλλογική προσπάθεια. Η προσπάθεια αυτή στηρίχθηκε στο όραμα για ένα ποιοτικό, επώνυμο, τυποποιημένο ελληνικό κρασί

Τρεις μύθοι που αφορούν το εμφιαλωμένο και το χύμα κρασί και η αλήθεια:

 

Μύθος πρώτος:

Το επώνυμο κρασί είναι ακριβό, ενώ το χύμα φθηνό. Τα επίθετα «φθηνό», «ακριβό» αποδίδονται πάντα σε σχέση με την ποιότητα, τις ποικιλίες κ.λπ. Μήπως πρέπει να χαρακτηρίσουμε ευτελές και όχι φθηνό ένα κρασί που φτάνει στο ποτήρι μας, χωρίς να γνωρίζουμε τίποτα γι' αυτό; Μας σερβίρουν ό,τι θέλουν κι εμείς το δεχόμαστε;

 

Επιπλέον, αν αναλογιστεί κανείς το κέρδος που έχει ο εστιάτορας από το χύμα, εύκολα θα καταλάβει γιατί επιλέγει να το εμπορευθεί. Όταν η αγοράς είναι στα 1-2 ευρώ το λίτρο, φαίνεται λογική η τιμή των 8-10 ευρώ που το χρεώνουν;

Μύθος δεύτερος:

Το χύμα είναι «σπιτικό», «αγνό» ή ό,τι άλλο κατεβάσει ο νους μας... Για να έχουμε, όμως, καθαρό κεφάλι, ας γνωρίζουμε τι περιέχει το κρασί που καταναλώνουμε. Η μόνη προσθήκη που επιτρέπεται είναι τα θειώδη, σε συγκεκριμένη ποσότητα, προκειμένου το κρασί ν' αντέχει στον χρόνο. Η μόνη παρενέργεια που μπορεί να προκαλέσουν είναι ο πονοκέφαλος, κι αυτό συμβαίνει σπάνια.

 

Αντίθετα, τα χύμα κρασιά συνήθως περιέχουν μεγάλες ποσότητες σε θειώδη, χρωστικές ουσίες και τεχνητά αρώματα. Αντί ν' απολαμβάνουμε το μεγαλείο που μας δίνουν οι ρώγες του σταφυλιού, καταναλώνουμε ό,τι ζουμί αποφασίσουν να μας δώσουν οι αδαείς των εργαστηρίων.

Μύθος τρίτος:

Όποιο κρασί δεν είναι εμφιαλωμένο, είναι κακό. Φυσικά, δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Υπάρχουν αξιοπρεπή κρασιά με ονοματεπώνυμο σε ασκό («bag-in-box» ο διεθνής όρος), σε πιο προσιτές τιμές, αλλά σε υποδεέστερη ποιότητα από αυτή των ετικετών του ίδιου οινοποιείου. Στην Αμερική, μάλιστα, όπου το κρασί κερδίζει ολοένα και περισσότερο τις προτιμήσεις των καταναλωτών, ο ασκός είναι trendy για οικολογικούς λόγους, μια και είναι ελαφρύτερος από τις γυάλινες συσκευασίες. Επιπλέον, μια νέα συσκευασία που δείχνει να αποκτά σημαντικό μερίδιο στην αγορά είναι το κρασί σε keg, κάτι αντίστοιχο με τις μπίρες σε βαρέλι, τα οποία μεταφέρονται σε ειδικά containers.

 

Κατηγορηματικά ενάντια και άκρως επικριτική όσον αφορά το χύμα είναι η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων οινοποιών.

  • Ο κ. Στέλιος Κεχρής, πρόεδρος της ένωσης «Οίνοι Βορείου Ελλάδος», μας είπε: «... Το ελληνικό κρασί τα τελευταία 30 χρόνια έχει διανύσει μια σημαντική πορεία εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης που οφείλεται στην ατομική αλλά και συλλογική προσπάθεια. Η προσπάθεια αυτή στηρίχθηκε στο όραμα για ένα ποιοτικό, επώνυμο, τυποποιημένο ελληνικό κρασί. Η κατανάλωση χύμα κρασιού, αυτού δηλαδή που είναι ανώνυμο, αγνώστου προελεύσεως και αμφιβόλου ποιότητας, αποτελεί σημαντική τροχοπέδη στην πορεία αυτή. Το κρασί αυτό δεν προάγει αλλά, αντίθετα, θαμπώνει αυτό που το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο έχει θέσει ως βασικό στόχο: την αύξηση, δηλαδή, της αντιλαμβανόμενης αξίας για το ελληνικό κρασί».
  • Ο κ. Γιώργος Κοκοτός, από το ομώνυμο κτήμα στη Σταμάτα Αττικής, συνεχίζει: «Αποτελεί οινικό παράδοξο το ότι η χώρα με τη μακρά και σε βάθος χρόνου παράδοση στην παραγωγή κρασιού στερείται της κουλτούρας του. [...] Μόλις πριν από μερικές δεκαετίες, κάποιοι ρομαντικοί επιχείρησαν όχι την αναγέννηση του ελληνικού κρασιού, αλλά την ανάσυρσή του από τη διεθνή ανυποληψία, τη γέννηση ουσιαστικά ενός νέου προϊόντος που κάθε μέρα, πια, απλώνεται στις διεθνείς αγορές, απολαμβάνοντας τον σεβασμό και την εκτίμηση που του αρμόζει. Στο κτήμα Κοκοτού, από τα σπάργανά του ακόμη, στα μέσα του '70, επικεντρωθήκαμε σε αυτόν το σκοπό. Στην παραγωγή μιας σειράς επώνυμων, εμφιαλωμένων και μόνο κρασιών, τα οποία ως μοναδικό τους στόχο θα είχαν την όσο το δυνατόν υψηλότερη ποιότητα.[...]. Ξεπεράστηκαν νοοτροπίες οι οποίες είχαν να κάνουν με την εμμονή ότι το αγνό κρασί είναι το χύμα, το "κρασί του παππού", όπως το αποκαλούσαν, σε αντίθεση με "φαρμακωμένο", εννοώντας το εμφιαλωμένο. Ήταν η πλήρης ανατροπή των δεδομένων, χωρίς, ωστόσο, να έχουμε καταφέρει ακόμα να πείσουμε την πλειονότητα –το 60%– των συμπατριωτών μας γι' αυτό. Αλλά φαίνεται ότι κι εδώ ισχύει ο κανόνας "ουδείς προφήτης στον τόπο του"».
  • Η οινολόγος του οινοποιείου «Μελισσηνός» από την Κεφαλονιά, κ. Κική Σιαμέλη, είναι κάθετη: «Ως χύμα κρασί έχω στο μυαλό μου το κρασί του οποίου την ταυτότητα δεν γνωρίζεις, δηλαδή κυκλοφορεί ανώνυμα, χωρίς ενδείξεις και επισημάνσεις για τον παραγωγό, τον εμφιαλωτή, την περιοχή και την ποικιλία, ακόμα και για το αν είναι σε γυάλινη φιάλη. Ο καταναλωτής πρέπει να γνωρίζει τι πίνει, τι τρώει, τι επιλέγει γενικά και αυτό δεν έχει καμία σχέση με την ποιότητα. Το αν ο καταναλωτής θα επιλέξει ένα λιγότερο ή καθόλου ποιοτικό προϊόν είναι δικό του θέμα, αλλά το να γνωρίζουμε την προέλευσή του αφορά όλους μας, την υγεία μας και την ενημέρωσή μας. Η ποιότητα του κρασιού που περιέχει ένας ασκός, ακόμα και με ονοματεπώνυμο, ποτέ δεν θα είναι ισάξια με του εμφιαλωμένου, αφού κανένας παραγωγός δεν θα συσκευάσει εκεί κρασί από τον ποιοτικό του μούστο. Αφού, λοιπόν, το κρασί αυτό παράγεται από λιγότερο ποιοτικό μούστο, κατά συνέπεια θα έχει και περισσότερα πρόσθετα (θειώδη κ.λπ.), καθώς και περισσότερες οξειδώσεις ή αναγωγές στη γεύση ή περισσότερα φάρμακα για να διορθωθούν αυτά τα λάθη. [...] Όταν διαλέγεις έναν ασκό για το σπίτι σου, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα, ξέρεις γιατί τον έχεις επιλέξει. Όταν, όμως, ψάχνεις στο μενού μιας ταβέρνας και το μόνο που αναγράφεται είναι λευκό, ροζέ ή κόκκινο... ο Θεός μαζί σου!».


Κλείνοντας το άρθρο, θα μπορούσαμε να παραθέσουμε μια σειρά από επιβλαβείς για την υγεία συνέπειες που το χύμα κρασί μπορεί να προκαλέσει. Δεν το κάνουμε, γιατί απλώς δεν συμφωνούμε με τον τρόμο. Ως ενήλικες, έχετε το μεγάλο προνόμιο της επιλογής. Την επόμενη φορά, τολμήστε το επώνυμο και θα απολαύσετε τη διαφορά.