Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

2023: H χρονιά της μεγάλης ανασφάλειας

Όσο προστατευμένος κι αν είσαι, όσα λεφτά κι αν έχεις, πάντα θα σε βρίσκει, ειδικά σε έναν πλανήτη που καίγεται και πνίγεται.

2023: H χρονιά της μεγάλης ανασφάλειας


ΕΝΑ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΠΡΙΝ από μερικές εβδομάδες περπατούσα σε ένα στενό στο Γκάζι, ανάμεσα σε γάτες, lofts και χαμόσπιτα. Χάζευα ένα ακόμα κόκκινο ηλιοβασίλεμα, όταν μύρισα κάτι που μου φάνηκε γνώριμο: ήταν μια ανθισμένη νεραντζιά. Για λίγα δευτερόλεπτα, σαν το σκύλο του Παβλόφ, σκέφτηκα ότι πλησιάζει το Πάσχα και μετά συνειδητοποίησα πως ήταν τέλος Νοέμβρη και είχε 22 βαθμούς. 

Χρόνια πριν, κάτι συμφοιτήτριές μου από τη Νότια Καλιφόρνια, μου έλεγαν πως έχουν περίπου τον ίδιο καιρό δώδεκα μήνες τον χρόνο. Το είχα βρει φοβερά εξωτικό, σκεφτόμουν πως ζούνε σε μια ατέλειωτη ανθισμένη άνοιξη. Μεγαλώνοντας, καταλάβαμε ότι κάποια στιγμή μπορεί να έρθει η κλιματική αλλαγή, αλλά πιστεύαμε πως αυτό θα γινόταν σταδιακά, σε ένα πολύ μακρινό μέλλον.

Υπάρχει κάποιος που να τρέφει πλέον τέτοιες ψευδαισθήσεις μετά το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 2023; Εκτός από τις αφύσικα υψηλές θερμοκρασίες, οι βιβλικές εικόνες από τη φωτιά στον Έβρο τον Αύγουστο (τη μεγαλύτερη σε όλη την Ευρώπη από το 2000), οπότε 935.000 στρέμματα έγιναν στάχτη, αλλά και οι τόνοι πηχτής λάσπης, τα κατεστραμμένα σπίτια, τα νεκρά ζώα από τις πλημμύρες στη Θεσσαλία τον Σεπτέμβριο δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία γι’ αυτό που έρχεται.

Όλα αλλάζουν ταχύτατα: ζούμε ακόμα με το μετατραυματικό στρες της πανδημίας, ο πόλεμος στην Ουκρανία σύντομα κλείνει δύο χρόνια, ενώ το νέο μέτωπο του Ισραήλ στη Γάζα, η φθορά των διεθνών οργανισμών και η πιθανή δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ εντείνουν τη διεθνή ανησυχία.

Προφανώς, η κλιματική αλλαγή δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Ένα πρόσφατο άρθρο των «New York Times» εξηγούσε πώς αντιμετωπίζουν οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας το άγχος των ασθενών τους για την κλιματική κρίση και πώς και οι ίδιοι εκπαιδεύονται από την αρχή για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν ένα τόσο πολυσύνθετο ζήτημα. Την ίδια ώρα, το διεθνές περιβάλλον μοιάζει με κινούμενη άμμο.

Όλα αλλάζουν ταχύτατα: ζούμε ακόμα με το μετατραυματικό στρες της πανδημίας, ο πόλεμος στην Ουκρανία σύντομα κλείνει δύο χρόνια, ενώ το νέο μέτωπο του Ισραήλ στη Γάζα, η φθορά των διεθνών οργανισμών και η πιθανή δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ εντείνουν τη διεθνή ανησυχία. Η τεχνητή νοημοσύνη, πέρα από τον φόβο του αγνώστου και την απώλεια θέσεων εργασίας που πιθανόν να επιφέρει, μας φέρνει μπροστά σε ένα σχεδόν υπαρξιακό τρόμο: αν μπορεί να κάνει ό,τι κάνουμε, αλλά καλύτερα, εάν εκπαιδεύεται αέναα στο να φτάσει και να ξεπεράσει κάθε ανθρώπινη δημιουργία, ποιο ακριβώς είναι το νόημα της ύπαρξής μας; 

Στο βιβλίο της The Αge of Ιnsecurity η Καναδή ακτιβίστρια Astra Taylor μιλά για την ανασφάλεια ως το νέο συναίσθημα της εποχής. Η Taylor υποστηρίζει πως η ολοένα αυξανόμενη ανισότητα, η κλιματική κρίση και η φθορά της δημοκρατίας είναι αποτέλεσμα ενός συστήματος που επωφελείται από αυτήν τη γενικευμένη ανασφάλεια. Στην πραγματικότητα, η ανασφάλεια επεκτείνεται όλο και περισσότερο σε κάθε κοινωνική και οικονομική πτυχή της καθημερινότητας μας.

Ζούμε πλέον σε καιρούς στεγαστικής κρίσης. Η στέγαση δεν είναι προσιτή για όλους, τουλάχιστον στα αστικά κέντρα. Ταυτόχρονα, αντιμετωπίζουμε μια άνευ προηγουμένου επισιτιστική κρίση – οι τιμές των βασικών αγαθών αυξήθηκαν κατά 25-30% μέσα σε ενάμιση χρόνο. 

Φυσικά, αυτές είναι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν πολλές δυτικές κοινωνίες. Στη χώρα μας, βέβαια, η ανασφάλεια έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όχι μόνο επειδή, ενώ έχουν αυξηθεί ιλιγγιωδώς τα ενοίκια και τα τρόφιμα, οι μισθοί παραμένουν κολλημένοι στα ίδια επίπεδα και η μεσαία τάξη εξαφανίζεται, αλλά και επειδή έχει διαρραγεί η σχέση μας με το κράτος. Ο κόσμος δεν εμπιστεύεται την αστυνομία, τη Δικαιοσύνη, το σύστημα υγείας ή παιδείας.

Νιώθει πως αντιμετωπίζει καθημερινά αδικία και ατιμωρησία, πως ζει κατά τύχη. Η θλιβερότερη απόδειξη αυτής της επώδυνης πλέον σχέσης είναι το δυστύχημα στα Τέμπη – θάνατοι για το τίποτα, στην τύχη, εκεί που δεν φταίει κανείς και τελικά φταίνε οι πάντες. Όσο για την περίφημη ψηφιοποίηση του κράτους, ναι, είναι εξαιρετικά σημαντική, αλλά δεν μπορεί να υποκαταστήσει την έλλειψη οράματος και κοινωνικής συνοχής όταν τα πάντα είναι υπό διάλυση.

To βιβλίο της Τaylor έχει τον υπότιτλο Coming together as things fall apart. «Ένα πράγμα που μου αρέσει στην έννοια της ανασφάλειας είναι ότι μας δίνει το έναυσμα για να βρούμε κοινό έδαφος», υποστήριξε η Taylor σε μια συνέντευξή της στο «New Yorker». «Ενώ η ανισότητα μάς ενθαρρύνει να δούμε τις αντιθέσεις, να σκεφτόμαστε π.χ. τους πάμπλουτους σε αντίθεση με τα δισεκατομμύρια ανθρώπων που δεν έχουν τίποτα, η ανασφάλεια μας ενθαρρύνει να κοιτάξουμε τι κοινό μπορεί να έχουμε με τους ανθρώπους, ακόμα κι αν αυτοί έχουν κάτι περισσότερο από εμάς ή ακόμα και πολύ περισσότερα από εμάς.

Η ανισότητα είναι πολύ σημαντική και είναι βασικό να αναλύουμε το περιβάλλον μας με αυτούς του όρους. Αλλά αν συνειδητοποιήσει κανείς πως ακόμα και κάποιος που κατάφερε να ξεχρεώσει και να συγκεντρώσει μια προκαταβολή για ένα σπίτι δεν μπορεί να νιώσει ασφαλής έτσι όπως είναι δομημένο το οικονομικό σύστημα, αυτό μπορεί να αποτελέσει τη βάση για ένα κίνημα αλληλεγγύης».

Και εδώ είναι το πρόβλημα: όσο προστατευμένος κι αν είσαι, όσα λεφτά κι αν έχεις, η πραγματικότητα της ανασφάλειας πάντα θα σε βρίσκει ειδικά σε έναν πλανήτη που καίγεται και πνίγεται. Μόνη λύση, όσο ουτοπικό κι αν ακούγεται αυτό, παραμένει η αλληλεγγύη και το κοινό όραμα. 

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.