Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Η πρώτη νέα εθνική αφήγηση. Από τον Κωστή Παπαγιώργη

H ιστορία της διαμάχης που ξέσπασε στο Μαράσλειο Διδασκαλείο τον Μάρτιο του 1925 για τον τρόπο με τον οποίο η Ρόζα Ιμβριώτη δίδασκε την Επανάσταση του 1821, μέσα από μια συναρπαστική διατριβή της Μαρίας Ρεπούση.

Η πρώτη νέα εθνική αφήγηση. Από τον Κωστή Παπαγιώργη

#quote#

Ο Μεσοπόλεμος αποτελεί πλούσιο πεδίο ερεύνης και με αίσθημα ανακούφισης παρακολουθούμε τον ζήλο που επιδεικνύουν οι ιστορικοί –άνδρες και γυναίκες- καθώς πασχίζουν να τεκμηριώσουν τη φυσιογνωμία της εποχής. Η διαμάχη που είχε ξεσπάσει στα ενδότερα του Μαράσλειου Διδασκαλείου (Μάρτιος του ’25) δεν αφορούσε απλά και τετριμμένα διδασκαλικά ζητήματα αλλά έναν νεοπαγή ιδεολογικό προσανατολισμό που, εμπνεόμενος από τις υλιστικές ιδέες της νεόκοπης Αριστεράς, απειλούσε και, πιο σωστά, υποσχόταν μια νέα μέθοδο στη διδασκαλία της Ιστορίας. Τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν σε αυτό το «εκπαιδευτικό» δράμα (Ρόζα Ιμβριώτη, Σκληρός, Δελμούζος, Γληνός, Τριανταφυλλίδης και άλλοι πολλοί), άτομα με μαρξιστικές καταβολές και αποφασισμένα να μετατρέψουν την «εθνική αφήγηση» του ’21, μπορεί να μην επέτυχαν άμεσα τον σκοπό τους (άλλωστε, ήταν δηλωμένοι «μαλλιαροκομμουνιστές»), κατάφεραν ωστόσο να μεταδώσουν ένα νέο πνεύμα ανεξαρτησίας απέναντι στο δόγμα «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια». Εξάλλου, ακολούθησε η δικτατορία του Παγκάλου, που επέβαλε πλήρη συντηρητική στροφή.

Η διατριβή της Μαρίας Ρεπούση είναι θαυμαστή όχι μόνο για την τεκμηρίωση και την επίμονη παρακολούθηση των συμβάντων αλλά κυρίως για την αφηγηματική άνεση στη σταδιακή σύλληψη του όλου προβλήματος. Το βιβλίο της διακρίνεται για την εσωτερική αρμονία στις περιγραφές του, για ένα αίσθημα πληρότητας αναφορικά με τα υπέρ και τα κατά και, πέρα από την τεκμηρίωση στα σχετικά με τη διαμάχη, ευεργετείται από ένα ταλέντο δαψίλειας, πλουσιοπάροχης αποδεικτικότητας και αίσθημα αρμονίας γνήσια θηλυκό.

Το βιβλίο απαρτίζεται από τρία μέρη: «Το έθνος και η ιστορία του», «Η εκπαίδευση και η γλώσσα», «Η κοινωνία και τα φύλα». Στο σημείωμά μας προτιμήσαμε να παρουσιάσουμε το τρίτο μέρος, κυρίως γιατί αφορά τις γυναίκες κι επειδή παρουσιάζει ιδιαίτερο ιστορικό και κοινωνικό ενδιαφέρον.

Μεσοπόλεμος σήμαινε για τη γυναίκα εγκλωβισμό στο σπίτι, μητρότητα, ταύτιση με την πατρίδα, στέρηση του δικαιώματος ψήφου, της εκπαίδευσης, του δημόσιου βίου - αυτή ήταν «η θηλυκή εκδοχή της πολιτειότητας». Ωστόσο, υπήρχε ο Σύνδεσμος για τα Δικαιώματα της Γυναίκας, που καλλιέργησε δυναμικά τη γυναικεία διαμαρτυρία. Απέναντι στις διεκδικήσεις των γυναικών, ο Τύπος φιλοξενούσε απορίες γνήσια ανδροκρατικές: «Τι ζητούσαν, τελικά, οι γυναίκες; Να γίνουν εκείνες άνδρες και οι άνδρες γυναίκες;». Η διεκδικούμενη ισοπολιτεία των δύο φύλων γεννούσε το τέρας της ανδρο-γυναίκας, όπερ σήμαινε γερουσιαστίνες, βουλευτίνες και τα παρόμοια. Μήπως, τελικά, η πάλη των τάξεων μεταφερόταν και ανάμεσα στα φύλα ως μια άλλη όψη του υλισμού και του μπολσεβικισμού; Ο πολιτικός γάμος, τα νόθα τέκνα, ενέπνεαν τρόμο στον ανδρικό πληθυσμό, καθώς το πρόσφατο παράδειγμα της Ρωσίας ήταν αποστομωτικό: ο γάμος καταργήθηκε, οι γυναίκες έγιναν κοινές, ο άνδρας έχει όσες γυναίκες θέλει και η γυναίκα όσους άνδρες επιθυμεί! «Αισθάνεται κανείς από τώρα μέσα του τα σπέρματα μιας τοιαύτης μελλοντικής οικογενείας, εν όλη των τη δράσει. Την ατμόσφαιρα δονούν τα κηρύγματα της κοινοκτημοσύνης και της ισότητος των φύλων», έγραφε η «Ημέρα». Ακόμη και η δολοφονία του ληστή Γιαγκούλα από την ερωμένη του συνιστούσε επιχείρημα αντι-φεμινιστικό: τις παλιές, καλές μέρες, ο λήσταρχος Νταβέλης δεν θα κινδύνευε ποτέ από την ερωμένη του.

Τρεις τόποι υπέκρυπταν απειλή: το γυναικείο σώμα, τα επαγγέλματα και οι νέες ιδέες για τα φύλα. Οι γυναίκες, χωρίς να πάψουν να είναι σύζυγοι και μητέρες, διεκδίκησαν το σώμα τους. Διόλου περίεργο ότι ξεσπάει και η «γαμπολογία», ήτοι το μήκος της φούστας, που απαγορεύεται να επιδεικνύουν οι γυναίκες γάμπα περισσότερη από 15 εκατοστά.

Κοντά σε αυτό η γυναικεία κόμμωση –κοντά μαλλιά- έσπειρε τον πανικό, καθότι το αρσενικό και το θηλυκό δεν διέφεραν. Άλλωστε, στο Βερολίνο και στις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις συχνάζουν γυναίκες που καπνίζουν δημοσίως, φορούν σμόκιν, δεν ξεχωρίζουν από τους άνδρες.

Ωστόσο, ένας άλλος δείκτης θηλυκής ανταρσίας αφορά τη φοίτηση των γυναικών στο πανεπιστήμιο, που είναι όντως... ανησυχητικός: το ’23 αποφοιτούν από το Πανεπιστήμιο Αθηνών 8 γυναίκες από την Ιατρική, 17 από την Οδοντιατρική, 3 από τη Φυσικομαθηματική, 7 από τη Φαρμακευτική, 7 από τη Φιλοσοφική και 3 από τη Νομική. Ενώ ο αριθμός των εγγραφών γυναικών στο Πανεπιστήμιο ήταν μικρός, λιγόστευε ακόμη περισσότερο επειδή οι γυναίκες εγκατέλειπαν τις σπουδές λόγω γάμου. Η δεσποινίδες Ευφημία Νομίδου, φοιτήτρια Νομικής, απάντησε σε δημοσιογράφο του « Έθνους» που τη ρώτησε τι την ωθεί εκτός οικίας: «Σας απαντώ: δεν είμαι καμωμένη γι’ αυτό. Η ιδιοσυγκρασία μου αποστέργει τη σπιτιάτικη ζωή. Με πιάνει ίλιγγος όταν συλλογισθώ την ζωήν της “γυναικούλας” του σπιτιού. Πνίγομαι εκεί μέσα. Θέλω αέρα, φως, ζωή ελεύθερη, δράσι. Δεν είμαι καμωμένη εγώ για ησυχία και γι’ αυτό ακολουθώ την νομικήν επιστήμην». Εξού και η αναστάτωση που προκαλούσε η εμφάνιση γυναικών δικηγόρων στα δικαστήρια. Πρώτη απ’ όλες εμφανίστηκε σε δικαστήριο η Μαρία Φλαμπουριάρη.

Μολονότι σήμερα το γεγονός ότι μια γυναίκα δίδασκε ιστορία δεν μας λέει τίποτα, για την εποχή η παρουσία της Ρόζας Ιμβριώτη ως ιστορικού προκάλεσε κανονικό σκάνδαλο. Σε άψογη καθαρεύουσα, «η πρώην συνεργάτις της Αρχιμαλλιαρωσύνης εν τω Μαρασλείω, η καθηγήτρια κ. Ιμβριώτου, πιάνεται από τα μαλλιά της, κατά την κοινήν έκφρασιν». Η εξήγηση έχει ιδιαίτερη σημασία, και μάλιστα βρίσκει απήχηση και στους κύκλους του δημοτικισμού!

Η κ. Ιμβριώτου, καθηγήτρια. Αυτή προσελήφθη διά να διδάξη ιστορίαν, μάθημα εξόχως φρονηματιστικόν και απαιτούν άνδρα υπό ζωηράς φιλοπατρίας κατεχόμενον. Δεν υπήρχαν, άραγε, καθηγηταί και δη εξ αυτών έφεδροι αξιωματικοί έργω ασκήσαντες την φιλοπατρίαν και διά του αίματός των γράψαντες την ιστορίαν, διά να διδάξουν την ιστορίαν εις το Μαράσλειον;

Υπάρχουν βέβαια πολλοί τοιούτοι, αλλ’ αυτοί διά το έργον των μεταρρυθμιστών είναι ακατάλληλοι, ως οπισθοδρομικοί (...) Ο κ. Δελμούζος, αντιθέτως, εκάλεσε γυναίκα, διά να διδάξη την ιστορίαν εις το Μάράσλειον». «Αυτή φυσικώτατον ήτο να διδάξη την ιστορίαν όχι διά να ανυψώση τους μεγάλους της ιστορίας άνδρας και τας υπέρ πατρίδος θυσίας των προς παραδειγματισμόν αλλά διά να ταπεινώση αυτούς και να παραστήση κατά τα διδάγματα του ιστορικού υλισμού ότι αι θυσίαι είχον ταπεινά κερδοσκοπικά ελατήρια». Στα τέλη του ’25, που η «γαμπολογία» κυριαρχούσε, διοργανώθηκε στην Αθήνα το Συνέδριο της «Μικρής Αντάντ Γυναικών», φεμινιστικού σωματείου που ιδρύθηκε το ’23 στη Ρώμη και συσπείρωσε γυναικείες οργανώσεις του βαλκανικού χώρου. Το συνέδριο επέτυχε μεγάλη δημοσιότητα, όσο για τους αντιπάλους που έσπευσαν να το δυσφημίσουν, το συνέδεσαν με την κοντή φούστα και το βάφτισαν συνέδριο της «Μικράς φούστας». Η κοντή φούστα, κατά τα φαινόμενα, παρέπεμπε ευθέως στη μεγάλη γλώσσα.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η «εξέγερση» των γυναικών συνδεόταν πάντα -έμμεσα ή άμεσα με τα πρόσωπα που προκάλεσαν τα γεγονότα στο Μαράσλειο. Οι δεσμοί, όπως τονίζει η Ρεπούση, ανάμεσα στη διεκδίκηση πολιτικών δικαιωμάτων αφενός, και στο κίνημα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης αφετέρου, ανάμεσα στον Σύνδεσμο και τον Όμιλο, ήταν πολύ στενοί, οπότε κάθε κίνηση που αποκάλυπτε αυτήν τη σχέση λειτουργούσε πολλαπλασιαστικά για την απειλή.

Η «νέα παρθένος» που διαπαιδαγωγείται στο Μαράσλειο ανταποκρίνεται πιθανότατα στις απόψεις των φεμινιστριών (που ουδέποτε μέσα στο βιβλίο αποκαλούνται σουφραζέτες). Τι διεκδικεί η «νέα παρθένος»; Το κορμί της, το δικαίωμα να το διαθέτει όπως θέλει, να ντύνεται κατά το δοκούν, να διαλέγει το επάγγελμά της, να σπουδάζει ό,τι θέλει, να είναι, τέλος πάντων, ελεύθερη προσωπικότητα και όχι σκλάβα του σπιτιού. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ενώ οι δασκάλες έγιναν δεκτές από την κοινή γνώμη, λόγω κρίσεως ξαναγίνονται επικίνδυνες εξαιτίας των νέων απόψεων για τα φύλα. Μαρίες Μαγδαληνές και Σαλώμες διευθύνουν τα σχολεία, οι Ελληνίδες συνεργάζονται με υπονομευτάς.

Μαλλιαρισμός και φεμινισμός αποτελούν διπλό κίνδυνο, παράλληλες απειλές: «Καθώς εις το γλωσσικόν ζήτημα υπό των αιρετικών μαλλιαρών αποκαλούμεθα “γλωσσαμύντωρ”, “αντιδραστικός”, “αρχαϊστής”, ομοίως εις το ζήτημα των γυναικών θα αποκληθώμεν “αντιφεμινιστής” ,“μισογύνης”, “οπισθοδρομικός”. Εν τούτοις, το πράγμα και η αλήθεια είνε αντίθετοι. Διότι εις το γλωσσικόν ημείς θέλομεν γλώσσαν απλήν, σύγχρονον, ανεπιτήδευτον, εύπλαστον και άρα δεκτική εξελίξεως.

Και εις το ζήτημα των γυναικών ημείς θέλομεν αυτάς ισοτίμους προς τον άνδρα και τας θεωρούμεν ικανάς όπως διεκδικήσουν βαθμιαίως πολιτικά δικαιώματα ψήφου κ.λπ. Αλλά καθώς φρονούμεν ότι ο Μαλλιαρισμός σημαίνει έκπτωσιν πνευματικήν και διαστροφήν συναισθηματικήν, ομοίως πιστεύομεν ότι ο Φεμινισμός του “Αγώνα της Γυναίκας” σημαίνει έκπτωσιν ηθικήν και διαστροφήν φυσιολογικήν».

Μαρία Ρεπούση, Τα Μαρασλειακά 1925-1927 Σελ.: 474, τιμή: €22,00, Εκδόσεις Πόλις