Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Η χρυσή παρέλαση των Φαραώ ή η απροσδόκητη επικαιρότητα ενός παράμερου ποιήματος

Οι εικόνες των λαμπρότατων πανηγυρικών εκδηλώσεων θυμίζουν ένα παραγνωρισμένο ποίημα του Άγγελου Σικελιανού, το οποίο συνέθεσε τις παραμονές της εμπλοκής της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η χρυσή παρέλαση των Φαραώ ή η απροσδόκητη επικαιρότητα ενός παράμερου ποιήματος



ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΛΙΓΕΣ ΜΕΡΕΣ, σε μια παρέλαση χαρακτηριζόμενη ως το κορυφαίο πολιτιστικό γεγονός της Αιγύπτου, 22 μούμιες Φαραώ μεταφέρθηκαν μέσω μιας πομπής νέας γενιάς από το Αιγυπτιακό Μουσείο της πλατείας Ταχρίρ στο υπερσύγχρονο Εθνικό Μουσείο Αιγυπτιακού Πολιτισμού.

Οι εικόνες των λαμπρότατων πανηγυρικών εκδηλώσεων εντυπωσίασαν ή προβλημάτισαν κάποιους. Προσωπικά, όμως, μου έφεραν στον νου ένα παραγνωρισμένο ποίημα του Άγγελου Σικελιανού, το οποίο συνέθεσε τις παραμονές της εμπλοκής της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. 

Γραμμένο στις 17/8/1940 το ποίημα «Haute Actualité» (=υψηλή επικαιρότητα) βρήκε την οριστική θέση του στον Ε΄ τόμο των απάντων του Σικελιανού, στον Λυρικό Βίο, αφού πρώτα είχε δημοσιευθεί στην εβδομαδιαία επιθεώρηση Νεοελληνικά Γράμματα.

Το ποίημα πιθανόν προκάλεσε αίσθηση, αφού στο μεθεπόμενο τεύχος η σύνταξη του περιοδικού παραθέτει μια σημείωση διευκρινίζοντας ότι ο τίτλος του ποιήματος είναι ο τίτλος με τον οποίο κάποιο γαλλικό περιοδικό ανάγγειλε την πρόθεση του νέου Βασιλιά να ξαναθάψει τους Φαραώ στους παλιούς τους τάφους. Αργότερα η διευκρίνιση αυτή εντάσσεται ως υποσημείωση στην τρίτομη έκδοση του Λυρικού Βίου, προσφέροντάς μας ακόμα κάποια στοιχεία, δηλαδή την ταυτότητα του Βασιλιά, ο οποίος δεν είναι άλλος από τον Φαρούκ και τη χρονολογία του συμβάντος, το 1936.

Οι εξαγγελίες του 16χρονου Φαρούκ ως διαδόχου του αιγυπτιακού θρόνου, μετά τον θάνατο του πατέρα του, βασιλιά Φουάντ του Πρώτου, περί ταφής Φαραώ στην έρημο δεν πραγματοποιήθηκαν, όπως επιβεβαιώνεται από τη σχετική έρευνα. Οι τελετουργικές πομπές αποτελούν παράδοση για τη χώρα της βορειοανατολικής Αφρικής και ο Σικελιανός, ο οποίος είχε γνώση του συγκεκριμένου πολιτισμού, εκμεταλλεύτηκε τη σχετική εικονοποιία για να αναφερθεί στην αναγκαιότητα προστασίας των ελληνικών αρχαιοτήτων από Ιταλούς και Γερμανούς ενόψει του πολέμου και εκμεταλλευόμενος τον επικαιρικό χαρακτήρα της αλληγορίας του ποιήματος διεκδικεί τον τίτλο του ποιητή - προφήτη1.

Ο Σικελιανός, αν και συνειδητά αποστασιοποιημένος από την επιστήμη της αρχαιολογίας, προκρίνει μια αδιαμεσολάβητη σχέση με τα μνημεία και τον υλικό πολιτισμό της αρχαιότητας, ενώ εγείρει ζητήματα σχετικά με το θεσμό του Μουσείου, τη μουσειακότητα, την «οργανικότητα» και το «οικοσύστημα» των αρχαίων μνημείων.

85 χρόνια μετά, το «Haute Actualité» μας δίνει την ευκαιρία με αφορμή την πραγματωμένη πλέον και με διαφορετική στόχευση Παρέλαση να αναλογιστούμε την πολλαπλότητα των εθνισμών και των εθνικισμών και τις επάλληλες διασταυρώσεις τους εντός και εκτός συνόρων. Απροσδόκητος και επίκαιρος διαμεσολαβητής ο Σικελιανός.

Ο νεοέλληνας ποιητής περιγράφει την τελετουργία της ιδιότυπης, αντίστροφης μετακομιδής εκκινώντας από την αποκαθήλωσή τους από εκθέματα στις βιτρίνες του μουσείου, οι οποίες μετωνυμικά αναφέρονται σαν λαγούμια που αφαιρούν τη ζωτικότητά τους. Στην επακόλουθη πομπή προπορεύεται η πιο ξακουστή μοιρολογίστρα, την οποία ακολουθούν βασιλικές ορχήστρες και με βραδύτητα έπονται οι Κόρες και οι Έφηβοι οι οποίοι κρατούν και επιδεικνύουν τους χρυσούς θησαυρούς των Φαραώ.

Η θρησκευτικότητα του ποιήματος πραγματώνεται μέσω ενός φάσματος αναφορών στην Ορθοδοξία: από τα επίθετα «άγια» και «ιερά» που προσδιορίζουν τη λέξη κουφάρια (δηλωτική του ταριχευμένου σώματος της μούμιας) έως την Πεντηκοστή κατά την ολοκλήρωση της τελετουργίας. Βέβαια ο θρησκευτικός συγκρητισμός άπτεται του κυρίαρχου μοτίβου του έργου, δηλαδή της Ανάστασης, μέσω του μύθου του θεού Όσιρι. 

Δεν γνωρίζουμε με επάρκεια τις αντιλήψεις των σύγχρονων Αιγυπτίων για το αρχαίο φαραωνικό παρελθόν μετά την επικράτηση του Ισλάμ. Στα καθ’ ημάς, όμως, έχει διαπιστωθεί «μια συνθετική και συγκριτική σύμμειξη θρησκευτικών και εθνικιστικών στοιχείων»2.

Σε αυτό το πλαίσιο ο Σικελιανός, αν και συνειδητά αποστασιοποιημένος από την επιστήμη της αρχαιολογίας, προκρίνει μια αδιαμεσολάβητη σχέση με τα μνημεία και τον υλικό πολιτισμό της αρχαιότητας, ενώ εγείρει ζητήματα σχετικά με τον θεσμό του Μουσείου, τη μουσειακότητα, την «οργανικότητα» και το «οικοσύστημα» των αρχαίων μνημείων.

Αίτημα της τελετουργίας που οργάνωσε ανταποκρινόμενος στις εξαγγελίες του Φαρούκ ήταν η επιστροφή των «λειψάνων» εκεί όπου ανήκουν: στο χώμα· ας μη λησμονούμε ότι δεν πρόκειται για μάρμαρα3, αλλά για σώματα.

Η πρόταση για να ταφούν οι μούμιες εκ νέου επανέρχεται κατά περιόδους στην Αίγυπτο, προφανώς ως απόρροια της κατίσχυσης της θρησκείας του Ισλάμ και του Παναραβισμού4. Η κατάρα των Φαραώ, βέβαια, ως απειλή για την ενδεχόμενη διασάλευση της ηρεμίας τους προφανώς δεν εμπόδισε τον Abdel Fattah el Sisi να διοργανώσει τη λαμπρή τελετή. Αν για τον Φαρούκ οι μούμιες ήταν περιττές, για τον Sisi φαίνεται να είναι αναγκαίες. Ποια είναι η λειτουργία της Χρυσής Παρέλασης σε εθνικό επίπεδο, πού αποσκοπεί και πώς το εξέλαβε «ο λαός των ανεύλαβων» μένει να μας το απαντήσουν οι ειδικοί. 

H τελετή της μεταφοράς
Στο νέο μουσείο

Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, 85 χρόνια μετά, το «Haute Actualité» μας δίνει την ευκαιρία με αφορμή την πραγματωμένη πλέον και με διαφορετική στόχευση Παρέλαση να αναλογιστούμε την πολλαπλότητα των εθνισμών και των εθνικισμών και τις επάλληλες διασταυρώσεις τους εντός και εκτός συνόρων. Απροσδόκητος και επίκαιρος διαμεσολαβητής ο Σικελιανός.

Η διαπίστωση δεν αποβλέπει, φυσικά, στην –έστω και αργοπορημένη– αναγόρευσή του σε προφήτη, παρά σε μια ακόμη ανάγνωση της ποίησής του ως υπόμνηση μεγαλεπήβολων και ματαιωμένων, αλλά αναντίρρητα σαγηνευτικών για το εθνικό φαντασιακό οραμάτων.

(παρατίθεται απόσπασμα:) 

Haute Actualité 5

Ο νέος βασιλιάς της Αιγύπτου
αποφασίζει:
Τ’ άγια κουφάρια των σαράντα
δυναστειών της γης του Νείλου
θα σηκωθούνε απ’ τα κρουστάλλινα λαγούμια,
που τόσα χρόνια εκλείνονταν για να τα βλέπει
ο λαός των ανεύλαβων,
και με πομπές μεγάλες
θε να ξαναταφούν στους πρωτινούς των τάφους.

Θα προπορεύεται,
μες σ’ όλες διαλεγμένες τις χώρες του Άπη,
η πιο τρανή μοιρολογήτρα,
απ’ ώρα σ’ άλλη να ξεσπάει στο μέγα θρήνο
—σάμπως να γεύτη ο Όσιρης για δεύτερη φορά
τον θάνατον απ’ τον Τυφώνα—,

και θ’ ακολουθάνε πίσω απ’ τις βασιλικές ορχήστρες
οι χοροί των Κορών και των Εφήβων
αργά,
σε χρυσοΰφαντα κρατώντας προσκεφάλια
των Φαραώ τα εμβλήματα ˙

κι ωσάν ποτάμι αργυροδίνητο,
ξοπίσω ακόμα λίγο,
οι Αιγύπτιοι Ιερείς με τη λευκή τιάρα,
με τα μυριόχρωμα στα στέρνα τους πετράδια
καρφωμένα στο μάλαμα,
θα μέλπουν
τις επικήδειες μεσ’ από τη Βίβλο των Νεκρών δεήσεις,
ώσπου να φτάσουνε στην Έρημο ˙

κ’ εκεί,
όπως χώνει η στρουθοκάμηλο τα’ αυγά της μες στην άμμο,
από τον Ήλιο καρτερώντας να τα κλώσει,
θα ξαναχώσουν τους ιερούς  νεκρούς των,
στην ανακύκλωση των Αιώνων προσδοκώντας
τη φωτεινή απ’ τον Όσιρην ανάστασή τους.

Και τότε πια, γονατιστός στην άμμο απάνω,
με γυμνό το κεφάλι,
δίχως όπλα,
ο βασιλιάς τα χέρια του θ’ ανασηκώσει
σε ζωντανούς ανάμεσα και σε νεκρούς,
και θα φωνάξει
την Ψυχή των Προγόνων
να κατέβει σαν ευλογία στη γη του Νείλου απάνω,
απάνω στο ίδιο του σκυφτό κεφάλι
και σ’ όλο του το λαό…
Και με το πνέμα,
και με το αίμα ανανιωμένον έτσι
απ’ τη μεγάλη ετούτη Τελετή,
θα στρέψουν πάλι στα σπίτια τους και στα έργα τους,
να συνεχίσουν
πιστά
το μόχτο των σαράντα δυναστειών της γης του Νείλου.

(1)  Η στρατηγική του Σικελιανού με αφορμή το συγκεκριμένο ποίημα και την τραγωδία του Σίβυλλα και σε συσχετισμό με την επιχείρηση απόκρυψης των αρχαιοτήτων με σκοπό την προστασία τους κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο αναπτύσσεται διεξοδικά σε υπό δημοσίευση άρθρο μου.

(2) Το θέμα αυτό αναπτύσσει επαρκώς και εύστοχα ο Γ. Χαμηλάκης στη μελέτη του «Το έθνος και τα ερείπιά του. Αρχαιότητα, αρχαιολογία και εθνικό φαντασιακό στην Ελλάδα», Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2012, σ. 111-112

(3)  Για μια αναλυτική προσέγγιση της πρόσληψης των αρχαιοτήτων ως σωματοποιημένων και έμψυχων στο εθνικό φαντασιακό και στη λογοτεχνία βλ. Γ. Γκότση, «Έμψυχες αρχαιότητες. Λογοτεχνία και πολιτισμική βιογραφία τον 19ο αιώνα», Κονδυλοφόρος, 11 (2012), σ. 51-75.

(4) Από την πρόσφατη αρθρογραφία προκύπτει ότι κάτι παρόμοιο είχε προταθεί και από τον Anwar Sadat το 1980: https://www.bbc.com/news/world-middle-east-56508475

(5) Α. Σικελιανός, Λυρικός Βίος Ε΄, Ίκαρος, Αθήνα 2000, σ. 49-53.

* Ο Γιώργος Σπαθής είναι νεοελληνιστής φιλόλογος