Το έχουμε καταλάβει πως οι γυναίκες διεκδικούν και σταδιακά αποκτούν κομμάτι του κινηματογραφικού χώρου, δικαίωμα στο ηρωικό όνειρο, και με το Πάρτι Γυναικών και επισήμως μερίδιο στην μπούρδα. Εκεί που το Hangover συναντά κανονικά το παλιότερο Very bad things, δηλαδή ένα εκτροχιασμένο Σαββατοκύριακο ξεφαντώματος μέχρι τελικής πτώσης που χαλάει από έναν φόνο, η ταινία-ντεμπούτο της Λουτσία Ανιέλο, η οποία έγραψε και το σενάριο, γιορτάζει το female empowerment με ένα αμήχανης εκτέλεσης, αλλά διατεταγμένης πρόθεσης (δηλαδή συγκεκριμένης ατζέντας) υβρίδιο κωμωδίας με δράση, όπου η περιπέτεια είναι φτωχή και η κωμωδία όχι και τόσο αστεία.

 

Είναι σαν να θέλει να πει η Ανιέλο πως ο Γαλιφιανάκης με τον Κούπερ και τους άλλους λεβέντες της φακής δεν πιάνουν χαρτωσιά μπροστά στην αγέλη της Τζες, στην κακία και στην ελευθεριότητά τους.

 

Η Τζες (Τζοχάνσον, μέτρια) πρωταγωνιστεί γιατί παντρεύεται και οι κολλητές οργανώνουν ένα bachelorette στο Βέγκας της Ανατολής, το Μαϊάμι. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι ο stripper που έχει κληθεί βρίσκει τραγικό θάνατο όταν η ευτραφής της παρέας πηδάει απρόσμενα πάνω του και τον ρίχνει, κατά λάθος, σε μια κοφτερή γωνία, αλλά ότι η Τζες πάει για γερουσιαστής και φρικάρει για το μέλλον της, όπως και οι υπόλοιπες – για πιο ανώδυνους λόγους. Στο μεταξύ, ο αρραβωνιαστικός ανησυχεί, την ώρα που μαζί με τους φίλους του δοκιμάζουν κρασιά και μιλάνε περί ανέμων και υδάτων. Μάλιστα, ένας από αυτούς ρίχνει λάδι στη φωτιά του ανήσυχου μελλόνυμφου, τονίζοντάς του πως ενώ η Τζες είναι 20άρι, εκείνος βαθμολογείται επιεικώς με 6! Τι να κάνει λοιπόν, καβαλάει το αυτοκίνητο εφοδιασμένος με ρωσικές, ληγμένες αμφεταμίνες για την αυτοσυγκέντρωση, φορώντας, αντί για παντελόνι, πάνες, και για να μη χάνει χρόνο στην τουαλέτα, αλλά, εμφανώς συμβολικά, για να τονιστεί η μπασταρδεμένη φύση του μοντέρνου, παλίμπαιδος άντρα, που αν δεν έχει τελείως εκθηλυσθεί/εκφυλιστεί, περιφέρεται ως μεγάλος μπέμπης, παπαγαλίζοντας τις επιταγές του συμμορφωμένου αρνητή της alpha male νοοτροπίας. Οι γυναίκες, απογοητευμένες από την άσχημη τροπή της υπόθεσης, σκαρώνουν πλάνα κουκουλώματος, αποκαλύπτοντας πόσο ανήθικες θα προκύψουν οι πράξεις τους από την εξίσωση της απερισκεψίας με το ένστικτο και κρίσιμη μεταβλητή την κοκαΐνη. Είναι σαν να θέλει να πει η Ανιέλο πως ο Γαλιφιανάκης με τον Κούπερ και τους άλλους λεβέντες της φακής δεν πιάνουν χαρτωσιά μπροστά στην αγέλη της Τζες, στην κακία και στην ελευθεριότητά τους. Είναι ανάλογα καταπιεσμένες, το ίδιο επικίνδυνες, αντίστοιχα εξομολογητικές με λάθος timing, αλλά πιο όμορφες και σέξι. Και για να μην τις παρεξηγήσουμε, στο φινάλε, τρυφερότερες και πιο δεμένες. Και πιο τυχερές, σύμφωνα με το σενάριο. Ωστόσο, όχι εξίσου αστείες – ως εμβόλιμη φίλη από την Αυστραλία, η Κέιτ Μακίνον, η πιο ταλαντούχα του καστ, προσπαθεί με ελάχιστες καλές ατάκες.