Μερικές λέξεις έχουν το νόημα που εμείς δίνουμε σ αυτές. Ο θεατής. Απλώς κοιτάζει η εισχωρεί στην εικόνα και την αλλάζει ; Για την καλλιτέχνιδα Βασιλική Πανταζή, η ίδια είναι ο θεατής, στις ιστορίες των άλλων και στη δική της καθημερινότητα. Πρόκειται για μια διαρκή διαδικασία γνωριμίας. Ένα παιχνίδι που ξεκινάει από τις καθημερινές περιπλανήσεις σε οικείους χώρους ή κοντινά ταξίδια και οδηγεί σε άλλους χώρους όπου η καθημερινότητα πλάθει άλλες ιστορίες. Δημιουργείται έτσι μία αλληλεπίδραση ανάμεσα στον θεατή και στον κόσμο της θέασης που τελικά οδηγεί στην αίσθηση ότι είμαστε μέρος ενός κόσμου που συνεχώς μας εκπλήσσει. Και ίσως στο βάθος-βάθος μας κρατάει και μια συνάντηση με τον εαυτό.

 

Η ιστορικός Τέχνης Ίρις Κρητικού αναφέρει για την δουλειά αυτή της καλλιτέχνιδας: «Με ευαίσθητο σχέδιο και χρώμα, με σενάρια προσωπικής φαντασίας και φαντασίωσης όπου η τρυφερότητα αναμειγνύεται με το χιούμορ και η πραγματικότητα εγκαλεί τη μυθώδη αφήγηση, η ζωγράφος δημιουργεί εφήμερους και ευμετάβλητους μαγικούς και πρισματικούς τόπους όπου εντέλει ανήκουμε και οι ίδιοι οργανικά.   

 

Επιστρατεύοντας και ανασυναρμολογώντας διακεκομμένα οπτικά και συναισθηματικά επεισόδια, ανασύροντας με τη βοήθεια των ατελείωτων φωτογραφικών της κλικ και από μνήμης τα υδάτινα και ομιχλώδη τοπία των ταξιδιών της, τα σκοτεινά δάση και τα οικεία οικογενειακά εσωτερικά με τις φωτεινές οθόνες, τις περιπλανήσεις στην Αίγινα, τον Βόλο και την Αθήνα, η Βασιλική Πανταζή αφηγείται αυτοσχέδια και αυτοαναφορικά γοητευτικά παραμύθια. Συλλέγοντας στιγμιότυπα συναντήσεων με νυχτερινές αλεπούδες και χήνες, σουσουράδες, σπουργίτια, τζιτζίκια, ρομπότ, αστροναύτες και περιπλανώμενους μουσικούς, πλάθοντας διάφανους ήρωες της εικόνας που ανήκοντας σε μια νέα διάσταση, εξακολουθούν να ταυτίζονται με τα αγαπημένα της πρόσωπα, ενώνει ετερόκλητα κομμάτια ενός μαγικού οπτικού και απτικού διάφανου σύμπαντος πέρα και πίσω από την καθημερινότητα από την οποία αυτό καταρχήν αναδύεται.»