Αυτό το οικείο μεν, ευαίσθητο δε θέμα της παράστασης, παρουσίασε με σαφήνεια αλλά και ευρηματικότητα, ο σκηνοθέτης της, Ένκε Φεζολλάρι, ο οποίος πρόσεξε και την παραμικρή λεπτομέρεια στη σκηνική απόδοση του έργου. Δημιούργησε ένα αρτιότατο αισθητικό αποτέλεσμα, δίνοντας όμως την πρέπουσα βαρύτητα στο κείμενο. Όσον αφορά τη σκηνογραφία, η υπεύθυνη για τα σκηνικά και τα κοστούμια, Αλεξία Θεοδωράκη, μετέφρασε με εξαιρετικό τρόπο πάνω στη σκηνή τον "εγκλωβισμό" των πρωταγωνιστών μέσα στην λιμνάζουσα καθημερινότητά τους. Τα κοστούμια κατεδείκνυαν την κοινωνική θέση του ζεύγους, ενώ ταυτόχρονα επέτρεπαν τη γρήγορη κι εύκολη αλλαγή τους από τους ηθοποιούς. Οι φωτισμοί της Μελίνας Μάσχα, ήταν ήπιοι και "ντελικάτοι", αν και θα μπορούσαν να είναι πιο υποστηρικτικοί, και να βοηθήσουν περισσότερο τις στιγμές που ο πρωταγωνιστής γινόταν αφηγητής. Η μουσική επένδυση του Σταμάτη Κραουνάκη έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην δημιουργία της ανάλογης ατμόσφαιρας. Κατάφερε με ένα διακριτικό τρόπο, να δημιουργεί το φόντο και της εποχής και των συναισθημάτων, χωρίς να κλέψει την παράσταση από τους πρωταγωνιστές. Εξαίσια. Ο εξαιρετικός Δάνης Κατρανίδης ήταν χειμαρρώδης και δυναμικός. Η πολύ καλή Παναγιώτα Βλαντή, ερμήνευσε υπέροχα τον μάλλον άχαρο ρόλο μιας γυναίκας που δέχεται, υπομένει, περιμένει, ανέχεται και σε κάποιες μόνο στιγμές αντιμάχεται επί ίσοις όροις την δράση του κυρίαρχου αρσενικού. Πρόκειται για μία παράσταση καθ' όλα προσεγμένη, με ένα πολύ ανθρώπινο θέμα. Θα μπορούσε τρόπον τινά να λειτουργήσει ως "ψυχανάλυση" ενός θεατή με ανάλογο πρόβλημα, προσφέροντάς του ταυτόχρονα αισθητική τέρψη μέσα από την καλλιτεχνική δημιουργία.Κατερίνα Πεσταματζόγλου(Απόσπασμα από δημοσιευμένη κριτική μου)
Σχολιάζει ο/η