Αρραβώνας (ως όρος και έννοια του Ενοχικού Δικαίου) είναι το πράγμα (χρηματικό ποσό ή οτιδήποτε άλλο) που δίνει ο ένας αντισυμβαλλόμενος στον άλλον κατά την κατάρτιση της σύμβασης και για τη διασφάλιση ότι η σύμβαση θα εκτελεσθεί. Κοινώς το καπάρο. Παλιότερα, ο αρραβώνας είχε σκοπό την πνευματική γνωριμία του ζευγαριού και των δυο οικογενειών. Αυτόν που θα αρραβωνιαζόταν η κοπέλα συνήθως δεν τον γνώριζε καλά. Ο γαμπρός στα παλιά χρόνια ζητούσε την κοπέλα από τον πατέρα, το λεγόμενο λογοδόσημο. Τότε γίνονταν τα προικοσύμφωνα, δηλαδή καθοριζόταν η προίκα που θα έπαιρνε ο γαμπρός από τη νύφη. Αφού συμφωνούσαν σε όλα και έδιναν υπόσχεση αρραβώνα καθόριζαν έπειτα την ημερομηνία. Αρα ο αρραβώνας γινόταν με σκοπό το γαμο, να γίνει ο γάμος σε μια μελλοντική ημερομηνία. Έθιμο λοιπον λίγο χάθηκε και αναβιώνει ξανά, λόγω συνθηκών επειδή δεν μπορούν για οικονομικούς και άλλους λόγους να κανουν αμέσως γαμο, κανουν εναν αρραβώνα για να διασφαλίσουν οτι ναι θα ειναι μαζί και οτι κάποια στιγμή θα γίνει και ο γάμος. Βέβαια ο αρραβώνας μπορει να λυθεί και να μη γίνει γάμος. Ολα γίνονται.
Σχολιάζει ο/η