Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Μάικλ Τζέι Φοξ: «Αφήνω στο Πάρκινσον τον χώρο του κι εγώ κρατάω τον δικό μου»

Πάνω από είκοσι χρόνια έχουν περάσει από τη μέρα που ο δημοφιλέστατος ηθοποιός διαγνώστηκε με τη χρόνια ασθένεια, και δεν σκοπεύει φυσικά να το βάλει κάτω τώρα.

Μάικλ Τζέι Φοξ: «Αφήνω στο Πάρκινσον τον χώρο του κι εγώ κρατάω τον δικό μου»

Αποτελεί ίσως παραδοξότητα να ισχυριστεί κανείς ότι από τότε που ο Μάικλ Τζέι Φοξ δημοσιοποίησε το γεγονός ότι πάσχει από τη νόσο του Πάρκινσον, το 1998, η ζωή του μοιάζει, εξ αποστάσεως τουλάχιστον, σχεδόν χαρισματική.

Το ίδρυμα που ξεκίνησε ο ίδιος για την καταπολέμηση της ασθένειας έχει συγκεντρώσει πάνω από 800 εκατομμύρια δολάρια, έχουν εκδοθεί τρία βιβλία με τα απομνημονεύματά του, ενώ δεν έχει σταματήσει να εμφανίζεται ως ηθοποιός, ενσωματώνοντας στους ρόλους τους κινητικούς περιορισμούς που του έχει επιβάλλει η νόσος.

Η προσωπική και οικογενειακή του ζωή επίσης, πλάι στη σύζυγό του επί τρεις δεκαετίες Τρέισι Πόλαν, μοιάζει ιδανική. Και ακόμα εξακολουθεί να διατηρεί τη φήμη ενός ασυνήθιστα καλού παιδιού που λειτουργεί με αστείρευτη θετική αντίληψη στη δύσκολη δεύτερη πράξη που του επιφύλαξε η ζωή.

Βλέπω 90χρονους με μπαστούνι και τους ζηλεύω. Κοίτα τον άτιμο τον γέρο που το πάει μια χαρά κι εγώ σωριάζομαι!

«Καλλιέργησα μια σχέση με το Πάρκινσον, κατά την οποία άφησα στην ασθένεια τον χώρο να κάνει ό,τι έπρεπε να κάνει, με αντάλλαγμα να κρατήσω για τον εαυτό μου τα πεδία εκείνα που μου αρκούν για να ευδοκιμήσω», δήλωσε πριν μερικές μέρες ο 57χρονος ηθοποιός στη συνέντευξή του στους New York Times, όπου μεταξύ άλλων απάντησε και στα εξής ερωτήματα:

— Πόσο άλλαξε η χρόνια ασθένεια την αντίληψή σου για τον θάνατο;

Η αντίληψή μου δεν άλλαξε – αντιμετωπίζω την ύπαρξη ως μέρος ενός χωροχρονικού συνεχούς. Ο θάνατος απλά κάνει κάποτε την εμφάνισή του. Δεν είναι κάτι που με απασχολεί τόσο πολύ.

Παίζοντας με την Τζόαν Τζετ σε πρόσφατη φιλανθρωπική εκδήλωση του ιδρύματός του για την καταπολέμηση της νόσου του Πάρκινσον.

 

— Όταν σκέφτεσαι ποιος ήσουν την εποχή των τεράστιων επιτυχιών, όπως η σειρά ταινιών «Επιστροφή στο μέλλον», πόσο συνδεδεμένος νιώθεις με εκείνο το άτομο;

Είναι ένα διαφορετικό άτομο. Είναι πολύ πιο κοντά στο παιδί που ήμουν όταν μεγάλωνα στον Καναδά και θαύμαζα ροκ σταρ όπως ο Τζίμι Χέντριξ ή ο Τζίμι Πέιτζ. Αυτή ήταν η λαχτάρα μου. Να γίνω ροκ σταρ. Αυτό νόμιζα ότι σημαίνει διάσημος. Δεν ήμουν όμως ροκ σταρ. Ήμουν ανόητος. Είχα χάσει το νόημα.

— Ποιο ήταν το νόημα;

Το ότι είχα ένα συγκεκριμένο ταλέντο. Το ότι είχα φτάσει κάπου επειδή έκανα κάτι σωστά. Αντ 'αυτού συμπεριφερόμουν λες και είχα κερδίσει το λαχείο, χωρίς κανέναν σεβασμό στο όποιο χάρισμα είχα. Περιφερόμουν με μια λιμουζίνα, με το κεφάλι έξω και μια μπίρα σε κάθε χέρι και σκεφτόμουν «ποιος περίμενε τέτοια επιτυχία από μένα;»

Συνεπώς, με κάποιο περίεργο τρόπο, το Πάρκινσον μου χάρισε μια νέα συγκέντρωση στο παιχνίδι. Συνειδητοποίησα ότι υπάρχουν πιο μεγάλα πράγματα από το να είσαι ροκ σταρ.

Με τον Κρίστοφερ Λόιντ στο «Επιστροφή στο μέλλον».

 

— Υποτίθεται ότι το σώμα είναι το όργανο των ηθοποιών. Πώς διαχειρίζεσαι το ότι το δικό σου όργανο άλλαξε τόσο δραματικά;

Έπρεπε να βρω μια μέθοδο. Τελικά αποφάσισα ότι η φιλοσοφία "less is more" («το λιγότερο είναι περισσότερο») λειτουργεί ιδανικά στην περίπτωσή μου. Προφανώς.

Κοίταξε, τα Χριστούγεννα που μας πέρασαν, είχαμε πάει στην Αφρική και μέναμε σ' ένα ξενοδοχείο που ουσιαστικά ήταν μια σειρά από μεγάλα αντίσκηνα. Τις νύχτες έπρεπε να βρω τον δρόμο για την τουαλέτα στην άλλη άκρη της σκηνής χωρίς να μπορώ να στηριχτώ σε τοίχους – κάθε ταξίδι προς το μπάνιο ήταν μια περιπέτεια ζωής και θανάτου για μένα.

Πέφτεις και ξαναπέφτεις και κάποια στιγμή δεν έχει πλάκα πλέον. Μέχρι τότε όμως, έχει και λίγο πλάκα και αυτό μπορείς να το χρησιμοποιήσεις και σ 'έναν ρόλο.

Ξέρεις τι άλλο έχει πλάκα; Βλέπω 90χρονους με μπαστούνι και τους ζηλεύω. Κοίτα τον άτιμο τον γέρο που το πάει μια χαρά κι εγώ σωριάζομαι!

Με τη σύζυγό του εδώ και τρεις δεκαετίες, Τρέισι Πόλαν, με την οποία γνωρίστηκε στην τηλεοπτική σειρά «Family Ties».

Με στοιχεία από τους New York Times