Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Δέκα χρόνια κομμάτια

Μερικές σκέψεις για τη δεκαετία που σβήνει, αφού μας τσουρούφλισε πρώτα για τα καλά.

Δέκα χρόνια κομμάτια

Πολλά από τα (δυσοίωνα κυρίως) σενάρια που είχαν γραφτεί στην αρχή της δεκαετίας για την «κατάσταση των πραγμάτων» αποδείχτηκε τελικά ότι δεν ήταν ευφάνταστες εικασίες, μισοψημένες θεωρίες ή κουλτουριάρικες αυθαιρεσίες αλλά η πραγματικότητα που βιώνουμε - όσο μπορούμε να την αντιλαμβανόμαστε εκτός οθόνης υπολογιστή ή κινητού.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν υπάρχει επιστροφή από το ίντερνετ: το διαδίκτυο μάς συνδέει όλους ανά πάσα στιγμή, αν και συχνά το χρησιμοποιούμε ως καθρέφτη -επικοινωνούμε για τα «κολλήματά μας» με τους «ομοίους μας»- και όχι ως μεγεθυντικό φακό που ανοίγει τους ορίζοντες της αντίληψής μας για τον κόσμο.

Για τη χαζοχαρούμενη χρήση των συστημάτων κοινωνικής δικτύωσης δεν ξέρω τι να πω - απλά δεν το πιάνω, αλλά αν οι άνθρωποι τη βρίσκουν έτσι, και δεν τους νοιάζει ότι μοιάζουν με βαρεμένους δημόσιους υπάλληλους που ψευτοδιασκεδάζουν την κωλοβάρα τους στην καλύτερη περίπτωση και με αυτιστικούς τύπους στη χειρότερη, με γεια τους με χαρά τους. Από το ΜySpace (πολλές σελίδες του οποίου έχουν πια αραχνιάσει) στο Facebook και πιο πρόσφατα στο Τwitter, η ηλεκτρονική ψιλοκουβέντα διαπερνά την καθημερινότητα σαν λευκός θόρυβος. Twitter σημαίνει «τιτίβισμα». Οι άνθρωποι «τιτιβίζουν» και δεν ντρέπονται! Φυσικά κατανοώ ότι πρόκειται επίσης για εμπορικά εργαλεία εξαιρετικής αποτελεσματικότητας - ήδη πολλοί παλαιοί και νέοι «entrepreneurs» τα χρησιμοποιούν για μαζικές μπίζνες στο διαδίκτυο.

Σε εποχές οικονομικής κρίσης, εξάλλου, πάντα ξεπηδάνε διάφοροι επιτήδειοι που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την αναμπουμπούλα και το καθεστώς ανασφάλειας.

Από την άλλη, ο περίφημος εκδημοκρατισμός της έκφρασης / της ευκαιρίας / της διασημότητας εντέλει, μέσω του ίντερνετ, αφήνει όλους ανικανοποίητους με τον ρόλο του θεατή / ακροατή / καταναλωτή. Και οπωσδήποτε κανείς δεν μοιάζει πια διατεθειμένος να πληρώνει για μουσική ή για σινεμά από τη στιγμή που μπορεί να κατεβάζει τζάμπα σχεδόν οτιδήποτε. Οι ταλαντούχοι επαγγελματίες δημιουργοί όμως έχουν την απαίτηση να αμείβονται αδρά για το έργο τους και καλά κάνουν.

Ποιος θα χρηματοδοτεί όμως στο μέλλον μεγάλες φροντισμένες παραγωγές, αν τις κατεβάζουν όλοι τζάμπα; Υπάρχει ο κίνδυνος κάποια στιγμή να βλέπουμε μόνο φτηνά home made video μικρού μήκους στο YouTube, αυτοσχέδια σκετσάκια και αποκαλυπτικά «upskirt» και «nipslip» ανθρώπων απ' όλο τον κόσμο που δεν είναι καν επώνυμος.

Οι τάσεις και οι ιδέες εξαπλώνονται με ραγδαίους ρυθμούς και αφομοιώνονται με ακόμα πιο ιλλιγγιώδη ταχύτητα από το σύστημα του μάρκετινγκ. Όπως είχε πει κι ο Frank Zappa στα τελευταία του, όσο πιο «ψαγμένοι» είναι οι άνθρωποι στο εταιρικό σύστημα τόσο λιγότερες είναι οι πιθανότητες να προωθήσουν κάτι πραγματικά  ψαγμένο. Η μεγάλη τάση είναι περί ελέγχου και ασφάλειας, και όλοι -στη Δύση- μάθαμε να είμαστε καλά παιδιά, να ανεχόμαστε την κατάργηση πολλών κεκτημένων ατομικών ελευθεριών στο πλαίσιο του «πολέμου εναντίον της τρομοκρατίας» (λες και οι «τρομοκράτες» είναι όλοι ίδιοι και έχουν κοινή ατζέντα) και να λέμε κι ευχαριστώ. Δεν λέω ότι υπάρχει κάποιο σατανικό πλάνο σκοτεινών δυνάμεων για τη χειραγώγηση των μαζών, αλλά είναι πραγματικά απίστευτο πόσο πρόθυμα δεχόμαστε να παραχωρούμε βασικά συνταγματικά δικαιώματα στην υπηρεσία της προστασίας, υποτίθεται, «του πολίτη» / «των νοικοκυραίων» / «του κοσμάκη» / «της νομοταγούς ηθικής πλειοψηφίας». Ο όρος «μηδενική ανοχή» είχε πρωτοχρησιμοποιηθεί στα τέλη της δεκαετίας του '80 για να τονίσει την αντίθεση άνευ όρων σε φαινόμενα ρατσιστικής βίας, και σήμερα έχει γίνει το επίσημο σλόγκαν καταστολής των διωκτικών Αρχών σε όλο τον πλανήτη. Παραμένει συνεπώς επίκαιρη η ρήση του Βενιαμίν Φρανγκλίνου, όπως εκφράστηκε πριν από διακόσια και βάλε χρόνια: «Αυτοί που δέχονται να παραχωρήσουν ουσιαστικές ελευθερίες προς όφελος μιας προσωρινής ασφάλειας, δεν αξίζουν ούτε την ελευθερία ούτε την ασφάλεια».