Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Ο κύριος Γιάννης Τσεκλένης κάποτε έδωσε ένα σαφάρι τζάκετ σε έναν άλλο κύριο.

— Κύριε Τσεκλένη, μπορείτε να μου μιλήσετε για διάφορα πράγματα, γενικά, σας παρακαλώ;

Ο κύριος Γιάννης Τσεκλένης κάποτε έδωσε ένα σαφάρι τζάκετ σε έναν άλλο κύριο.

Άντρας που παίζει πιάνο, φορώντας σακάκι με πουκάμισο.

— Κύριε Τσεκλένη, μπορείτε να μου μιλήσετε για διάφορα πράγματα, γενικά, σας παρακαλώ;

 

— Από το 1965 έως το 1985 φορούσα την κολόνια Braggi του Charles Revson. Μετά καταργήθηκε. Μετά φορούσα το δικό μου άρωμα, στη συνέχεια μεταπήδησα στις κολόνιες του Givenchy για πάρα πολύ λίγο και τα τελευταία χρόνια φοράω ένα συμπαθητικό της Burberrys, που έχει λίγο musk κι εμένα μου αρέσει πολύ το musk. Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1937 και μεγάλωσα στο Παλαιό Ψυχικό. Μερικές φορές είχαμε πλακωθεί στο ξύλο με gangs αθηναϊκά. Εμένα μου άρεσε κάποια στιγμή μια κοπέλα που ήταν σε ένα μπαλέτο του Ακροπόλ. Ήμουνα τότε 19. Ένα βράδυ, 1 η ώρα τη νύχτα, έπεσε ένα μεγάλο μπουνίδι για εκείνη στη γωνία Ομήρου και Πανεπιστημίου. Ήμασταν τρεις και οι άλλοι δεν θυμάμαι πόσοι ήταν. Εγώ πίνω ουίσκι. Πρέπει να έχω πιει περίπου 5 τόνους ουίσκι στη ζωή μου, σύμφωνα με κάποιους υπολογισμούς που έχω κάνει. Πίνω Cutty Sark με πάγο, αλλά τον χειμώνα μπορεί να πιω κάποιο malt χωρίς πάγο. Μου αρέσουν πολύ αυτά τα μαλτ, γιατί μου θυμίζουν την πίπα που κάπνιζα παλιά. Είχα μεθύσει μια φορά παλιά σε ένα μαγαζί ρουμάνικο στην οδό Λιοσίων που δεν θυμάμαι το όνομά του. Είναι κρίμα που μου διαφεύγει το όνομά του. Είχαμε πάει εκεί γιατί ένας της παρέας, ο Γιάννης Βαλεριάνος, ήταν από τη Ρουμανία. Ο Γιάννης, δυστυχώς, πέθανε. «Νόροκ» λεγότανε το μαγαζί αυτό, το θυμήθηκα. Πίναμε άσπρο κρασί εκείνο το βράδυ. Μέχρι τα 15 μου ήμουνα κοντός. Το καλοκαίρι του '50 ψήλωσα 17 πόντους. Τα μαλλιά μου δεν ήταν μακριά. Μια φορά που είχα πάει 15 ημέρες στις Σπέτσες είχα αφήσει γένια. Ήταν ξανθά, κάπως κοκκινωπά. Ήταν όμορφα στη φάτσα μου και μου άρεσαν πολύ. Μου ζήτησε ο πατέρας μου να τα ξυρίσω και τα ξύρισα. Μια άλλη φορά άφησα ένα μουστάκι όταν ήμουν στην Αεροπορία. Μου είπε ο αρχηγός να το ξυρίσω και το έκανα με μια παλιά Gilette μηχανή και κατακόπηκα και γέμισα αίματα. Ξέρεις, αυτές οι παλιές οι Gilette οι βιδωτές. Το σπίτι μας βρισκόταν στην πλατεία Καμάρα, κάτω από τη Σχολή Μωραΐτη, και είχε συμπτωματικά καμάρες. Φοίτησα στο Κολέγιο. Τρία χρόνια πριν τελειώσω το σχολείο με διώξανε από εκεί διότι ήμουνα πολύ ατίθασος και αρκετά κακός μαθητής και πήγα στον Μωραΐτη. Όταν ήμουν 12, εγώ και η παρέα μου διασκεδάζαμε αρκετά με την τοξοβολία και η αδελφή μου μού είχε φέρει ένα τόξο Slazenger από το Λονδίνο όπου σπούδαζε. Το τόξο αυτό ήταν φτιαγμένο από κάποιες ειδικές οξιές. Ανεβαίναμε στα ποδήλατα και στοχεύαμε διάφορα πράγματα, το οποίο ήταν μάλλον πολύ επικίνδυνο, γιατί αυτά τα τόξα μπορούσαν να πετσοκόψουν ανθρώπους πάρα πολύ εύκολα. Ο πατέρας μου μού είχε πει να έχω πάντα χαμηλό προφίλ, δηλαδή δεν μου είχε πει ακριβώς τη φράση «χαμηλό προφίλ», μια και δεν υπήρχε τότε αυτή η έκφραση, αλλά καταλαβαίνετε τι εννοώ. Ο πατέρας μου ήταν κοντός. Ήταν 1,59 ή 1,60. Του άρεσαν οι ψηλές γυναίκες. Η μητέρα μου ήταν ψηλή. Ήταν 1,70. Ήταν πολύ νεότερη από τον πατέρα μου. Είχαν 28 χρόνια διαφορά και χώρισαν πολύ γρήγορα. Όταν χώρισαν, έμεινα μαζί του (ήχος τηλεφώνου, διακοπή συζήτησης). Συγγνώμη, αυτός ήταν ο γιος μου. Μιλάμε κάθε μέρα, κάθε πρωί, τέτοια ώρα. Κάποτε, για δύο-τρία χρόνια, δεν μιλούσαμε γιατί μου είπε ότι χρειαζόταν να φτιάξει μόνος του τις δικές του ουλές. Μεταφορικά μιλώντας. Ο γιος μου είναι τώρα 49 ετών. Όταν παντρεύτηκα, πήγα με την πρώτη μου γυναίκα σε ένα ημιυπόγειο στο κέντρο, μετά της χάρισε ο παππούς της ένα συμπαθητικό ρετιρέ στην Αριστοτέλους, από εκεί έφυγα εγώ όταν χωρίσαμε, έμεινα στο Κολωνάκι, σε δύο σπίτια, στην αρχή μόνος μου, μετά με την Έφη. Περίεργη περίοδος αυτή, μια και η Έφη χώριζε τότε με τον Χάρη Λυμπερόπουλο. Μείναμε σε ένα πολύ ωραίο διαμέρισμα στην οδό Σκουφά, ένα από τα πρώτα duplex στην Ελλάδα. Μετά, πήγαμε στη Φιλοθέη, σε ένα πολύ ωραίο garden flat. Από τη Φιλοθέη φύγαμε γιατί η ιδιοκτήτρια που έμενε από πάνω ήταν ηλίθια και μας πετούσε νερό χωρίς λόγο. Μετακομίσαμε σε ένα πολύ ωραίο σπίτι στην Εκάλη, τριώροφο. Εκεί μείναμε 12 χρόνια. Μετά, αγόρασα ένα οικόπεδο στον Διόνυσο, έφτιαξα ένα σπίτι και εκεί μένω σήμερα. Αυτό που μου αρέσει σε αυτό το σπίτι είναι ότι όταν θα πω κάτι στην Έφη κι εκείνη θα μου πει να πάω στο διάολο, μπορώ να πάω στη βιβλιοθήκη να απομονωθώ και να δω τηλεόραση ή να πάω στο γραφείο, στο υπόγειο, και να δουλέψω. Οι μέρες μου έχουν εξελιχθεί πια σε απλές μέρες. Ανοίγω τα μάτια κάποια στιγμή από τις 5:45 έως τις 6:15. Αν νιώσω για κάποιον λόγο βαρύς, κοιμάμαι άλλα 15 με 20 λεπτά. Μετά πάω στο μπάνιο και πλένω τα δόντια μου. Ύστερα κατεβαίνω στην κουζίνα, φτιάχνω πρωινό, φρυγανιές με τυρί ή με βούτυρο ή με μαργαρίνη, το τρώω και μετά παίρνω τον καφέ μου και πηγαίνω το πρωινό της γυναίκας μου στο κρεβάτι. Τα κορν φλέικς, το γάλα της και τις βιταμίνες της. Ο καφές μου είναι γαλλικός με γάλα και ζάχαρη, όχι ιδιαίτερα γλυκός, με μια κουταλιά ζάχαρη. Όταν η γυναίκα μου φάει το πρωινό, σβήνει το φως και ξανακοιμάται κι εγώ πηγαίνω στο μπάνιο. Στις 7:30 φεύγω από το σπίτι και πηγαίνω στο γραφείο. Στις 3:30 περίπου επιστρέφω στο σπίτι και τρώμε. Τρώμε μια φορά την ημέρα γιατί η Έφη έχει ένα γαστρο-οισοφαγικό πρόβλημα και δεν πρέπει να τρώει το απόγευμα ή το βράδυ. Όταν φάμε και το ντεζέρτ, θα βάλω ένα ουίσκι σε κάποιο ποτήρι κάπως κωνικό, κάθετο. Οι θέσεις μου στο σπίτι είναι προδικασμένες και δεν αλλάζουν. Το πού τρώω, το πού κάθομαι να διαβάσω και το πού κοιμάμαι. Όταν η Έφη αλλάζει τη θέση κάποιων πραγμάτων, πράγμα που συνήθως κάνει όταν λείπω, στην αρχή δεν μιλάω, αλλά κάποια στιγμή δεν αντέχω και το λέω, της το λέω. Έχω πολλά μπλέιζερ. Αγαπώ πάρα πολύ τα μπλέιζερ. Έχω πολλά All Star, αλλά δεν τα φοράω ποτέ με τα μπλέιζερ, γιατί αυτό θα ήταν χυδαίο, θα ήταν ετεροχρονισμένος αντικομφορμισμός και επιπλέον θα κρύωνα. Αν ήμουν ο δικηγόρος σου και σε υπερασπιζόμουν φορώντας κίτρινο σακάκι, τιρκουάζ πουκάμισο και φούξια παπιγιόν, θα πήγαινες φυλακή. Αν ήμουν παπάς κι εμφανιζόμουν με scuba diving suit και βατραχοπέδιλα στη λειτουργία, θα γελούσες. Δεν θα φορούσα ποτέ φούξια και ποτέ t-shirt με σακάκι* γιατί με ενοχλεί να ακουμπάει το σακάκι το δέρμα του λαιμού, με αηδιάζει αυτό, δεν θα φορούσα ποτέ βερμούδα, δεν θα φορούσα ποτέ παπουτσάκια dockside, με τίποτα, με τίποτα. Συγγνώμη. Μόνο το μαγιό μου είναι ένα μακρύ σορτς, αναγκαστικά τόσο στενό, που μοιάζει με το κάτω μέρος της στολής του σκι και που με βολεύει πολύ όταν κάνω σκι. Κάνω σκι όχι με μονό πέδιλο αλλά με μπανάνες και κρατάω το σκοινί έτσι ώστε να μπορέσω να βγω, αλλά πρέπει ο οδηγός του σκάφους να είναι μιλημένος για να με σηκώσει αργά και να επιταχύνει μετά, γιατί αλλιώς θα είναι πολύ επικίνδυνο.

— Κύριε Τσεκλένη, γιατί φορούσατε μόνο για λίγο καιρό τις κολόνιες του Givenchy;

 

— Γιατί φορούσε κι ο γιος μου τις κολόνιες του Givenchy και αυτό ήταν λίγο περίεργο, εννοώ το να φοράμε και οι δύο το ίδιο άρωμα ήταν λίγο περίεργο.

 

Ο Γιάννης Τσεκλένης είναι οδηγός μαύρων αγωνιστικών αυτοκίνητων, έχει γένια τα οποία τριμάρει μια φορά την εβδομάδα περίπου, οι φίλοι του είναι μικρά, ξανθά παιδιά, των οποίων οι μπλε σχολικές ποδιές έχουν πάντα λεκέδες από αίμα, και αεροσυνοδοί της Ολυμπιακής Αεροπορίας, των οποίων οι στολές δεν έχουν ποτέ λεκέδες από σπαγγέτι με τομάτα, κάππαρη, καυτερές πιπεριές, πελτέ, βασιλικό και λάδι, και το γραφείο του έχει μια πολύ ωραία θέα της πόλης, αλλά τα στόρια στα παράθυρα είναι κλειστά. Έχει ωραία φωνή, ούτε πολύ σιγανή ούτε πολύ δυνατή.