Όπως το 1776, το 1789 και το 1917, το 1989 ήταν μια από εκείνες τις σπάνιες στιγμές που σηματοδότησαν μια αποφασιστική καμπή στη σύγχρονη ανθρώπινη ιστορία. 'Η, τουλάχιστον, έτσι έμοιαζε τότε. Τριάντα χρόνια μετά, η «χρονιά που έπεσε το Τείχος» μοιάζει πιο πολύ με ψευδαίσθηση, σε όλα τα επίπεδα.
Η άνοδος του εθνικισμού, του ρατσισμού, ο πολιτικός κατακερματισμός των ευρωπαϊκών δημοκρατιών, οι σοβαρές ανεπάρκειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αδυναμίες της ευρωζώνης και το Brexit συνιστούν την εικόνα μιας Ευρώπης που μοιάζει να βρίσκεται πολύ μακριά από τον φάρο υπόσχεσης και ελπίδας που πίστεψε ότι είναι το 1989.
Η άνοδος του εθνικισμού, του ρατσισμού, ο πολιτικός κατακερματισμός των ευρωπαϊκών δημοκρατιών, οι σοβαρές ανεπάρκειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αδυναμίες της ευρωζώνης και το Brexit συνιστούν την εικόνα μιας Ευρώπης που μοιάζει να βρίσκεται πολύ μακριά από τον φάρο υπόσχεσης και ελπίδας που πίστεψε ότι είναι το 1989.
Όπως γράφουν χαρακτηριστικά οι συγγραφείς του βιβλίου, «ο φιλελευθερισμός κατέληξε να γίνει ο ίδιος θύμα της θριαμβευτικής επικράτησής του με τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου,... ο φιλελευθερισμός ερωτεύτηκε τον ίδιο του τον εαυτό του και έχασε τελείως τον δρόμο του».
Χρησιμοποιώντας προσφάτως αποχαρακτηρισμένο υλικό προερχόμενο από βρετανικά, γερμανικά, ρωσικά και αμερικανικά αρχεία, η Spohr περιγράφει την πλάνη των πολιτικών ηγετών εκείνων των κρίσιμων καιρών. «Εκ των υστέρων, το σοβιετικό μπλοκ μοιάζει με σπίτι από τραπουλόχαρτα», γράφει, τονίζοντας στο βιβλίο τον κρίσιμο ρόλο του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο οποίος εμφανίζεται να είχε χαρακτηρίσει τον Ανατολικογερμανό ηγέτη Έριχ Χόνεκερ «παλιοτόμαρο» και τον Νικολάι Τσαουσέσκου «φαινόμενο πρωτογονισμού».
Ανοίγοντας διάπλατα τις οικονομίες στις δυνάμεις της αγοράς για να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό, τη νομισματική αστάθεια και την χαμένη παραγωγικότητα, μπορεί να κατάφεραν να αυξήσουν τον πλούτο, συγχρόνως όμως κατέλυσαν το - καθοριστικό για τη λειτουργία των δυτικών δημοκρατιών μετά το 1945 - κοινωνικό συμβόλαιο ανάμεσα στις κυβερνήσεις, τα κεφάλαιο και την εργασία. «Στην εύθυμη θολούρα που ακολούθησε την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, θεωρήθηκε δεδομένο ότι ο καπιταλισμός λειτουργεί ρολόι στη Δύση και θα κουβαλήσει τη δημοκρατία στις πλάτες του», γράφει.
Συγχρόνως όμως, όπως τονίζει, είχαν ήδη να κυοφορούνται επικίνδυνες εντάσεις. Από τη μία, οι πολίτες σταδιακά ένιωθαν αποκομμένοι από το δημοκρατικό σύστημα εξαιτίας της ραγδαία ανερχόμενης οικονομικής ανισότητας. Από την άλλη, «επετράπη στον οικονομικό τομέας να αναπτυχτεί πέρα από κάθε όριο, ενώ συγχρόνως το κράτος αποδεσμεύτηκε από τα ρυθμιστικά εργαλεία που θα ήταν απαραίτητα όταν μια τέτοια 'οικονομία καζίνου' αναπόφευκτα θα συναντούσε κάποτε αξεπέραστα προβλήματα».
Με στοιχεία από τους Financial Times