Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Πώς το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Σύρου μάς έκανε να δούμε το νησί και τον κινηματογράφο αλλιώς

Το 7ο SIFF αναδείχθηκε σε site specific γεγονός, καλώντας επισκέπτες και μόνιμους κατοίκους να δουν τα έργα, τον χώρο και τελικά το ίδιο το νησί με μια νέα, πρωτότυπη, συχνά παράδοξη αλλά πάντα ανατρεπτική ματιά

Πώς το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Σύρου μάς έκανε να δούμε το νησί και τον κινηματογράφο αλλιώς

Αν υπάρχουν δύο στοιχεία που έχουν μείνει αναλλοίωτα σε όλες τις διοργανώσεις του SIFF είναι ο ορισμός μίας σταθερής θεματικής, γύρω από την οποία περιστρέφονται όλες οι ταινίες του προγράμματος, και η πέρα από κάθε στεγανό επιλογή των τοποθεσιών όπου πραγματοποιούνται οι προβολές, τα performances, τα εργαστήρια και οι ομιλίες.

Μπορεί η Σύρος να διαθέτει έναν από τους πιο όμορφους θερινούς κινηματογράφους του Αιγαίου, με νεοκλασικά κτίρια να δεσπόζουν πάνω από την οθόνη του, για τους διοργανωτές του SIFF όμως η αποκλειστική χρήση του Παλλάς δεν αρκεί. «Το SIFF είναι ένα site specific γεγονός όπου η εμπειρία προέρχεται από τον χώρο και το περιβάλλον. Για εμάς το τεχνητό και το φυσικό περιβάλλον της Σύρου είναι κάτι μοναδικό. Δεν θα μπορούσαμε να σκεφτούμε το φεστιβάλ χωρίς τη Σύρο αλλά και χωρίς συγκεκριμένους χώρους», αναφέρει ο Τζέικομπ Μο που μαζί με την Κασσάνδρα Σελεστέν ξεκίνησαν το SIFF πριν από έξι χρόνια.

Με έναν τρόπο, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς, ότι το SIFF σύστησε τη Σύρο όχι μόνο στους επισκέπτες της αλλά και στους ίδιους τους κατοίκους της.


Το φετινό SIFF, με θέμα την Υπερέκθεση, έκανε πρεμιέρα με το Ναυσικά, μία πολιτική ταινία της Ανιές Βαρντά, για τους Έλληνες στη Γαλλία κατά τη διάρκεια της επταετίας. Η αυλαία άνοιξε στον θερινό κινηματογράφο, το κτίριο που σχεδιάστηκε για να φιλοξενεί τη δημοτική αγορά της Ερμούπολης στα χρόνια της ακμής της. Η τελετή έναρξης, σε ένα πρώτο επίπεδο, ήταν αυτό που διακηρύσσει πως είναι και πρέπει να είναι. Η αρχή, το καλωσόρισμα. Σε ένα δεύτερο επίπεδο αποτέλεσε το έναυσμα για την εξερεύνηση του νησιού.

Το φετινό SIFF έκανε πρεμιέρα με το «Ναυσικά», μία πολιτική ταινία της Ανιές Βαρντά, για τους Έλληνες στη Γαλλία κατά τη διάρκεια της επταετίας. Φωτο: Μυρτώ Τζίμα


Η δεύτερη προβολή του φετινού SIFF πραγματοποιήθηκε λίγο παρακάτω, στην πλατεία Μιαούλη. Το Βαμπίρ, μία γερμανική ταινία του Μεσοπολέμου, επενδύθηκε από την Πολωνή Έλα Ορλίνς η οποία συνέθεσε πρωτότυπη μουσική για το έργο. Έτσι, με αφετηρία την Ερμούπολη, για τις επόμενες μέρες, οι διοργανωτές, οι ταινίες, τα μηχανήματα και φυσικά οι θεατές ξεκίνησαν την περιπλάνηση όχι μόνο στα ρυμοτομημένα στενά της πόλης αλλά σε ολόκληρη τη Σύρο.


Η Κασσάνδρα Σελεστέν υποστηρίζει ότι το SIFF δεν μπορούσε και δεν ήθελε να κάνει κάτι αντίστοιχο με τις μεγάλες διοργανώσεις της κινηματογραφικής βιομηχανίας στις οποίες επιστρατεύονται δεκάδες κινηματογραφικές αίθουσες για τις προβολές. «Γιατί κάποιος να έρθει στη Σύρο για να παρακολουθήσει ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ;» αναφέρει επαναδιατυπώνοντας μία από τις αρχικές ερωτήσεις που απασχόλησαν τη διοργάνωση.


«Οι ταινίες, φυσικά, είναι ο ένας λόγος. Ο άλλος είναι οι τοποθεσίες» λέει υποστηρίζοντας πως οι πολλές διαφορετικές τοποθεσίες είναι ένας τρόπος ώστε το SIFF να τιμήσει το νησί στο οποίο διεξάγεται. Η ίδια υπερασπίζεται με πάθος την επιλογή αυτή. «Ακόμα και τώρα που μπορούμε να υποστηρίξουμε μία ή δύο άριστες κινηματογραφικές αίθουσες, δεν έχουμε κανένα ενδιαφέρον να το κάνουμε».


Στον ταρσανά του νησιού - Προβολές και performances ανάμεσα σε σκάφη

Γκέλυ Μαντεμλη και Τζέικομπ Μο με τον Χόρχε Νούνεζ και τον Γιώργο Ευθυμίου. Φωτο: Μυρτώ Τζίμα

Για τον Τζέικομπ Μο o ταρσανάς, που είναι συνδεδεμένος με τη ζωντανή ναυπηγική ιστορία του νησιού, αποτελεί ένα όμορφο παράδειγμα για το πώς το SIFF αλληλεπιδρά με τον χώρο. «Είναι μάλλον το αγαπημένο μου σημείο. Μου αρέσουν πολύ άλλωστε τα ξύλινα σκάφη» αναφέρει. Έτσι η βιομηχανική Ερμούπολη δεν μένει αναξιοποίητη. Ακόμα και αν οι Αλευρόμυλοι Βέλτσου χρησιμοποιήθηκαν μόνο μία φορά, το ταραγμένο καλοκαίρι του 2015, ο ταρσανάς, εκεί που οι φημισμένοι καραβομαραγκοί σκάρωναν πορτάδες από ξύλινα σκαριά, έχει ταυτιστεί με το φεστιβάλ.


Ο Μάκης Μαυρίκος είναι ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από τον ταρσανά συνεχίζοντας τη μακρά οικογενειακή παράδοση. Εκείνον προσέγγισαν πριν από μερικά χρόνια οι διοργανωτές του SIFF ώστε να πραγματοποιήσουν εκεί τις πρώτες προβολές του φεστιβάλ. «Θαυμάζω το κουράγιο των παιδιών και πρέπει να στεκόμαστε δίπλα τους» αναφέρει ο υπεύθυνος του ναυπηγείου. Άνθρωπος ανοιχτός, υποδέχθηκε στο SIFF στον χώρο του αναφέροντας πως είναι καθήκον του να συμπαραστέκεται σε τέτοια εγχειρήματα. «Εγώ δεν θα σκεφτόμουν να κάνω κάτι τέτοιο ποτέ» λέει ανατρέχοντας μερικά χρόνια πίσω. Έχει αλλάξει η τοποθέτηση του κόσμου απέναντί του μετά τη συνεργασία του με το SIFF; Ο Μάκης Μαυρίκος είναι ξεκάθαρος. «Εγώ δεν το έκανα για να διαφημιστώ».

Στον ταρσανά εκτυλίχθηκε η βασική περφόρμανς της δεύτερης ημέρας με τον Τζεμ Κόεν και τις πρωτότυπες εικόνες του και τη μουσική του Γιώργου Ξυλούρη και του Τζέιμς Κλέιτον (DJ Rapture). Είχε προηγηθεί η συζήτηση με τους εκπροσώπους του Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Ταϊβάν και η προβολή ταινιών μικρού μήκους στον χειμερινό κινηματογράφο Παλλάς.


Το κράμα των ερεθισμάτων στον ταρσανά είναι μοναδικό. Τα βάζα που πατάνε τα σκάφη όταν βγαίνουν στη στεριά, οι καρέκλες για τους θεατές του αυτοσχέδιου κινηματογράφου, τα ίδια τα σκάφη σε διάφορα στάδια αποπεράτωσης, τα μηχανήματα προβολών, η ξυλεία, οι μπογιές και τα συρματόσχοινα, η λευκή οθόνη, ο ήχος από τις μηχανές προβολών και η μυρωδιά από τη στρειδώνα που έχει καθαριστεί από τα βρεχάμενα των σκαφών, αποτελούν τα αναπόσπαστα στοιχεία του μοναδικού αυτού σκηνικού. Για την Κασσάνδρα Σελεστέν, η χρήση τέτοιων χώρων επηρεάζει τόσο το πώς προσεγγίζουν τα έργα οι θεατές αλλά και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες.


Επιλέγοντας και απορρίπτοντας τους χώρους

O ταρσανάς, που είναι συνδεδεμένος με τη ζωντανή ναυπηγική ιστορία του νησιού, αποτελεί ένα όμορφο παράδειγμα για το πώς το SIFF αλληλεπιδρά με τον χώρο. Φωτο: Μυρτώ Τζίμα

Μέσα στο πέρασμα των χρόνων, στους χάρτες εκδηλώσεων του SIFF, μία σειρά σημείων εμφανίστηκαν, έλαμψαν, έσβησαν και εξαφανίστηκαν, ενώ άλλα παρέμειναν ακλόνητες σταθερές. Ο μεσαιωνικός οικισμός της Άνω Σύρου εντάχθηκε με ορμή στις προτιμήσεις του SIFF. Διοργανώθηκαν προβολές στο καθολικό μοναστήρι, δόθηκε ξανά ζωή σε ένα μικρό αμφιθέατρο που είχε καταλήξει πάρκινγκ, ενώ πειραματικοί ήχοι πλημμύρισαν τα βράδια τις εκκλησίες του.


Και σαν να μην έφταναν όσα διαδραματίζονταν στην κορυφή του λόφου της Άνω Σύρου, η διοργάνωση κατέβηκε ως τους πρόποδές του, στον Άγιο Αθανάσιο ή όπως λένε οι κάτοικοι «στην πηγή». Μια σειρά εκδηλώσεων πραγματοποιήθηκε εκεί, σε ένα αόρατο για τον επισκέπτη σημείο, μέσα στη ρεματιά, στην πλατεία κάτω από τον μοναδικό πλάτανο του νησιού, με φόντο τον ορθόδοξο πετρόκτιστο ναό.


Με έναν τρόπο, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς, ότι το SIFF σύστησε τη Σύρο όχι μόνο στους επισκέπτες της αλλά και στους ίδιους τους κατοίκους της. Η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου και ο ταρσανάς αποτελούν δύο τέτοια παραδείγματα. Εκδηλώσεις άρχισαν να διοργανώνονται εκεί από άλλους φορείς.


Πώς όμως η διοργάνωση επιλέγει τους χώρους; Στην αρχή, μας εξομολογείται η Κασσάνδρα Σελεστέν, ένα από τα βασικά ζητήματα ήταν η ισορροπία ανάμεσα στις τοποθεσίες που βρίσκονται στην Ερμούπολη και εκτός αυτής, προσθέτοντας πως «σε γενικές γραμμές οι άνθρωποι είναι τουλάχιστον ανοιχτοί όταν τους ζητάμε έναν χώρο». Μέσα στον χρόνο το SIFF έχει συνεργαστεί με αναρίθμητους φορείς αλλά και ιδιώτες.

Το πρώην Λατομείο Καραβέλα, πλέον Χώρος Πολιτισμού Μάνος Ελευθερίου. Φωτο: Μυρτώ Τζίμα


Παράλληλα η διοργάνωση βλέπει τα έργα και φαντάζεται τους χώρους που αυτά ταιριάζουν ενώ πράττει και το αντίστροφο. Έχοντας έναν χώρο στο μυαλό της προσπαθεί να βρει τα έργα που θα ταίριαζαν σε αυτόν. Για τη διοργανώτρια του SIFF ο σεβασμός στην τοπική κοινωνία αποτελεί ένα από τα ζητούμενα. Και παρότι σχεδόν όλες οι εκδηλώσεις του SIFF τελειώνουν μέχρι τα μεσάνυχτα η Κασσάνδρα Σελεστέν δεν παύει να συνυπολογίζει πιθανές αντιδράσεις. «Το φεστιβάλ ξεκίνησε από συγκεκριμένους χώρους και τους ανθρώπους που δρουν σε αυτούς» αναφέρει ο Τζέικομπ Μο.


Με τη γιγάντωση του φεστιβάλ, αρκετοί χώροι είναι πλέον ακατάλληλοι καθώς δεν μπορούν να φιλοξενήσουν τον αυξανόμενο όγκο θεατών. Πλάι στον ταρσανά προστέθηκαν τα τελευταία χρόνια δύο ακόμη μεγάλοι χώροι. Το πρώην Λατομείο Καραβέλα, πλέον Χώρος Πολιτισμού Μάνος Ελευθερίου και το αυτοσχέδιο Drive In. Στο Λατομείο Καραβέλα πραγματοποιήθηκε η βασική περφόρμανς της τρίτης ημέρα του φετινού SIFF από τους Γιώργο Ξυλούρη, Έλα Ορλίνς και Ράινερ Κόλμπεργκερ. Είχαν προηγηθεί προβολές ταινιών στον χειμερινό κινηματογράφο Παλλάς και μία εις βάθος συζήτηση με τον Κόλμπεργκερ στο πλαίσιο των εκδηλώσεων Artist In Focus όπου οι θεατές του SIFF έχουν την ευκαιρία να μιλήσουν με τους καλλιτέχνες.


Τι γίνεται με τους χώρους που το SIFF παύει πλέον να χρησιμοποιεί; Για την Κασσάνδρα Σελεστέν η επανένταξή τους στον χάρτη του φεστιβάλ είναι ένα στοίχημα και αναφέρει πως το ζητούμενο είναι η διοργάνωση δορυφορικών εκδηλώσεων κατά τη διάρκεια όλης της χρονιάς, παράλληλα με την εύρεση νέων χώρων.


Drive-in: Κάτι οικείο, κάτι ανοίκειο

Κατά την τέταρτη μέρα του φετινού SIFF προβλήθηκαν τρεις ταινίες στο drive-in. Φωτο: Μυρτώ Τζίμα

Μέσα στα χρόνια το SIFF άρχισε να αναπτύσσεται και σε περιοχές πέρα από την Άνω Σύρο και την Ερμούπολη. Ακόμα και αν οι παραλίες, όπως ο Φοίνικας και το Κόμητο, ήταν σχετικά προβλέψιμα σημεία για προβολές, performances, συναυλίες και ολονύκτια πάρτι η διοργάνωση εξέπληξε τους πάντες όταν μετέτρεψε ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, δίπλα σε μία έπαυλη στην Ντελαγκράτσια, σε κινηματογράφο drive-in. Έτσι το SIFF ενεργοποίησε και πάλι έναν χώρο για μία χρήση τελείως διαφορετική από την αρχική του.


Ο μοναδικός ίσως κινηματογράφος drive-in της νησιωτικής Ελλάδας μπορεί να μετράει μόλις μία μέρα ζωής τον χρόνο, ωστόσο η επιτυχία του ήταν τόσο μεγάλη που καθιερώθηκε αμέσως. Η καλαίσθητη, μεταπολεμικής αισθητικής πινακίδα, δημιούργημα των φοιτητών του Πανεπιστημίου Αιγαίου, έγινε το σήμα κατατεθέν του ενώ το SIFF απογειώνει την εμπειρία θέασης: οι οδηγοί των οχημάτων ανοίγουν το ραδιόφωνό τους και μέσα από τα ερτζιανά ακούνε την ταινία από τα ηχεία τους.

«Το Drive In είναι κάτι πολύ συριανό που συνυπάρχει με κάτι από πολύ αλλού» λέει ο Τζέικομπ Μο με την Κασσάνδρα Σελεστέν να προσθέτει πως αυτή είναι η αγαπημένη της τοποθεσία, περιγράφοντάς την ως ατμοσφαιρική. «Δεν έχω μεγαλώσει με drive-in αλλά κατά έναν παράξενο τρόπο όλοι τα νοσταλγούμε. Όταν κάποιος ετοιμάζεται για να έρθει στο drive-in, κάνει μια καθαρά φεστιβαλική κίνηση. Έρχεται γι αυτό και ακολουθεί μία τελετουργία η οποία πλέον εκλείπει».

Κατά την τέταρτη μέρα του φετινού SIFF προβλήθηκαν τρεις ταινίες στο drive-in. Η διοργάνωση ανέσυρε το Φόβος, μια δημιουργία του Κώστα Μανουσάκη από το 1966, τα αρχεία βίντεο με τίτλο As to Prosterity της Μαρίνας Γιώτη και το Ξύπνημα στον Τρόμο, μια ταινία του 1971 από τον Τεντ Κότσεφ. Οι εκτός Ερμούπολης τοποθεσίες είχαν την τιμητική τους κατά την πέμπτη και έκτη ημέρα της φετινής διοργάνωσης, όπου πραγματοποιήθηκαν οι κύριες εκδηλώσεις.


Στην παραλία του Κόμητου προβλήθηκαν οι ταινίες μικρού μήκους από το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Ταΐβάν και το Space Is The Place, μια ταινία του 1972 με πρωταγωνιστή τον εμβληματικό αβάν-γκαρντ μουσικό Sun Ra. Ακολούθησε η συναυλία των Venus Volcanism & In Atlas και το μεγάλο πάρτι του φεστιβάλ που διήρκεσε μέχρι το πρωί. Η αυλαία του SIFF θα έπεφτε την επόμενη μέρα στην Άνω Σύρο ωστόσο ο δυνατός αέρας ματαίωσε τα σχέδια της διοργάνωσης. Με μεγάλη ευελιξία βρέθηκε νέος χώρος όπου προβλήθηκε η ταινία Τα Καναρίνια (2019) του Γιώργου Κυβερνήτη και το Αθήναι (1995) της Εύας Στεφανή που έδωσαν τη σκυτάλη στον Τζεμ Κόεν για τις τελευταίες προβολές του 2019.


Τελειώνουν οι χώροι; Μήπως το SIFF έφτασε στα όριά του;

H προβολή της γερμανικής ταινίας «Βαμπίρ» στην πλατεία Μιαούλη. Φωτο: Μυρτώ Τζίμα

Και εκεί που κάποιος μπορεί να υποθέσει πως κάθε πιθαμή ενός νησιού 84 τετραγωνικών χιλιομέτρων έχει αξιοποιηθεί, η διοργάνωση διακηρύσσει σε όλους τους τόνους ότι σκοπεύει να συνεχίσει την αναζήτηση νέων τοποθεσιών. «Οπωσδήποτε όχι» λέει η Κασσάνδρα Σελεστέν όταν τη ρωτάμε αν εξαντλήθηκαν οι χώροι στη Σύρο, προσθέτοντας πως το φεστιβάλ έχει εντοπίσει νέα σημεία ενώ δεν έχει επιμεληθεί ακόμη walking tours, μια πρακτική που συνηθίζεται σε αντίστοιχες διοργανώσεις. Παράλληλα υποστηρίζει ότι ούτε οι συνομιλίες με φορείς και οργανώσεις έχουν εξαντληθεί, κάνοντας λόγο για πιθανές προβολές σε διαφορετικά σημεία του νησιού όπως στην Απάνω Μεριά, το βόρειο, σπάνιας φυσικής ομορφιάς κομμάτι της Σύρου και σε νεοκλασικά σπίτια στην Ερμούπολη.


Για τον Τζέικομπ Μο ωστόσο οι νέοι χώροι δεν είναι το μόνο ζητούμενο. «Το καλοκαίρι είναι μία συγκεκριμένη περίοδος», υπογραμμίζει αναφέροντας και εκείνος ότι επιθυμία της διοργάνωσης είναι κάποιες δράσεις να επεκταθούν και μέσα στη χρονιά. «Κάθε συνεργασία με καλλιτέχνες μπορεί να είναι μια αφορμή για νέες δημιουργίες στο μέλλον» αναφέρει προσθέτοντας πως το SIFF επιθυμεί να γίνει μία ευρύτερη καλλιτεχνική πλατφόρμα ενώ το ότι πραγματοποιείται σε νησί αποτελεί ένα από τα αδιαμφισβήτητα πλεονεκτήματά του. «Όλο αυτό που δημιουργείται μένει εδώ, σωρεύεται» αναφέρει, φέρνοντας ως παράδειγμα τα παιδιά και τους εφήβους που συμμετείχαν στα εργαστήρια των πρώτων διοργανώσεων και σήμερα στελεχώνουν το φεστιβάλ.


Για εκείνον, που πιστεύει ότι είναι αδύνατο σκεφτεί τους χώρους χωρίς τους ανθρώπους, η θάλασσα απομονώνει αλλά και συνδέει με τα γειτονικά νησιά. «Στο μέλλον επιθυμούμε να καλλιεργήσουμε σχέσεις με τα υπόλοιπα νησιά και με την ίδια site specific προσέγγιση να πραγματοποιούμε προβολές και να δημιουργούμε ταινίες στα άλλα νησιά των Κυκλάδων» αναφέρει προσθέτοντας, χωρίς διάθεση εξιδανίκευσης, πως σε μέρη όπως αυτά μπορεί κάποιος να βασιστεί στις ανθρώπινες σχέσεις.


Το αποτύπωμα του SIFF

Φωτο: Μυρτώ Τζίμα

Η Ζουστίν Αρβανίτη, που μεγάλωσε στη Σύρο, εμπλέκεται στο SIFF από το 2014. Αρχικά ήταν εθελόντρια και αργότερα έγινε υπεύθυνη φιλοξενίας. Πέρυσι συμμετείχε στην εκπαίδευση των εθελοντών και από φέτος στο διήμερο workshop που συνδιοργανώνεται με την Εύα Στεφανή. «Πάντα με αφορούσε η περαιτέρω εμπλοκή της τοπικής κοινωνίας» αναφέρει υπογραμμίζοντας πως η διαφορά ανάμεσα σε ένα φεστιβάλ - πυροτέχνημα και ένα βιώσιμο και πετυχημένο φεστιβάλ που ριζώνει σε ένα μέρος είναι η συμμετοχή των κατοίκων.

Για εκείνη το φεστιβάλ έχει μια ενοποιητική δύναμη, αποτελεί την πλατφόρμα όπου τα διαφορετικά κομμάτια της τοπικής κοινωνίας συνομιλούν. Πώς όμως το SIFF, με τις πρωτότυπες και συχνά παράδοξες επιλογές τοποθεσιών, άλλαξε τον τρόπο που εκείνη βλέπει το νησί της; «Τον κόσμο τον βλέπουμε μέσα από τα φίλτρα μας. Και το SIFF αποτελεί ένα φίλτρο. Αν περάσω από τον χώρο του drive-in όμως δεν θα δω το SIFF. Θα δω τη δυναμική του χώρου και τις δυνητικές του χρήσεις» εξομολογείται.


«Οι χώροι είναι εμποτισμένοι με μνήμες. Το SIFF έρχεται για να σε μεταφέρει στην άλλη πλευρά. Σκέφτεσαι και από την μεριά του χώρου και αντιλαμβάνεσαι πως αυτός μπορεί να έχει μία ακόμα δυνατότητα. Αυτό όμως δεν περιορίζεται εκεί. Πολλά πράγματα έχουν δυνατότητες που δεν τις αντιλαμβανόμαστε μέχρι να γίνει κάτι και να ανοίξει ο δρόμος. Και αυτή είναι η πολύτιμη συνεισφορά του SIFF» αναφέρει επαναλαμβάνοντας και εκείνη πως οι δυνατότητες του νησιού και του φεστιβάλ είναι ανεξάντλητες.