Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

«Lara»: Το πορτρέτο μιας πικρόχολης μητέρας, που επιζητά τη σκληρή συγχώρεση

Η νέα ταινία του Γερμανού Γιαν-Όλε Γκέρστερ σε πανελλήνια PVoD πρεμιέρα στον ιστότοπο της Strada Films.

«Lara»: Το πορτρέτο μιας πικρόχολης μητέρας, που επιζητά τη σκληρή συγχώρεση

Η Λάρα δεν είναι τόσο πληθωρική ώστε να μη χωρά πουθενά, αλλά συμπεριφέρεται με τέτοια αρνητικότητα ώστε περισσεύει από παντού. Ο μουσικός γιος της την έχει εγκαταλείψει εδώ και δύο μήνες, έχει μετακομίσει στη γιαγιά του και αρνείται να απαντήσει στα μηνύματά της. Ο πρώην σύζυγός της την κρατά σε ευγενική απόσταση, επιπλήττοντάς την για τον τρόπο που χειρίζεται τον Βίκτορ. Η φίλη του γιου της τής συστήνεται σε ένα καφέ και γίνεται αμέσως φανερό πως της μιλά με επιφύλαξη, σα να γνωρίζει πως η επιρροή της δεν υπήρξε ποτέ ευεργετική. (Έχει δίκιο: η Λάρα της σπάει το δοξάρι του βιολιού της, από τα νεύρα της).

Η μητέρα της την κακίζει, δεν έχει πρόβλημα να της μιλήσει χύμα, και το πληρώνει με ένα χαστούκι οργής. Ακόμη και οι πρώην συνάδελφοί της στη δημόσια υπηρεσία από την οποία συνταξιοδοτήθηκε πρόσφατα, εκπλήσσονται που τη βλέπουν να μπαίνει χαρωπή και να τους προσφέρει δωρεάν εισιτήρια για τη συναυλία του Βίκτορ. «Πώς κατάφερες να είσαι τόσο σκληρή τόσα χρόνια με όλους τους υφιστάμενους» τη ρωτά η νεαρή αντικαταστάτριά της, για να πάρει την απάντηση πως δεν την ενδιέφερε ποτέ η δουλειά της, γι' αυτό και δεν είχε κανένα πρόβλημα να οδηγήσει τους πάντες στα όριά τους.

Σε λιγότερο από ένα 24ωρο η Λάρα έχει διανύσει μια ολόκληρη ζωή γεμάτη πίκρα, μαγκωμένη κοινωνικότητα, θαμπές οικογενειακές σχέσεις και το (υπαινικτικά αυτοκτονικό) συναίσθημα της αυτοεγκατάλειψης.


Η Λάρα θυσίασε την υπόσχεση μιας στέρεας καριέρας ως πιανίστρια για να αφοσιωθεί στην ανατροφή και την κλασική παιδεία του Βίκτορ. Και τώρα, ανήμερα των 60ών γενεθλίων της, συνειδητοποιεί τη γυμνή μοναξιά της, μπροστά στην αμηχανία του πρώτου κονσέρτου του γιού της ως συνθέτη πλέον.

Επιχειρεί να τον συναντήσει, αλλά το προσωπικό της απωθημένο δεν της επιτρέπει να τον ενθαρρύνει, πόσω μάλλον να τον κανακέψει. Κρυφοκοιτάζοντας την παρτιτούρα της σύνθεσής του, σπεύδει να επισημάνει τα τρωτά σημεία, όταν εκείνος τη ρωτά αν θα παρευρεθεί. Η Λάρα βρίσκεται σε σύγχυση, που μετατρέπεται σε προσωπική σύγκρουση: έχει αγοράσει ένα σωρό εισιτήρια και τα προσφέρει σε γνωστούς και αγνώστους, φυσικά και θα δώσει το παρών στη μεγάλη βραδιά του ενήλικου παιδιού της, αλλά δεν έχει το κουράγιο ή την ωριμότητα να αφήσει το λουρί, επιμένοντας να το ευνουχίζει, ενώ έχει την εξυπνάδα να γνωρίζει πως η συμπεριφορά της τον κάνει ακόμη πιο νευρικό και πυροδοτεί έναν αμυντικό μηχανισμό συναισθηματικής απόστασης.

Σε λιγότερο από ένα 24ωρο η Λάρα έχει διανύσει μια ολόκληρη ζωή γεμάτη πίκρα, μαγκωμένη κοινωνικότητα, θαμπές οικογενειακές σχέσεις και το (υπαινικτικά αυτοκτονικό) συναίσθημα της αυτοεγκατάλειψης.

Ο μουσικός γιος της την έχει εγκαταλείψει εδώ και δύο μήνες, έχει μετακομίσει στη γιαγιά του και αρνείται να απαντήσει στα μηνύματά της.


Στο ντεμπούτο του, ο Γερμανός σκηνοθέτης και σεναριογράφος Γιαν-Όλε Γκέρστερ υπέγραψε το Coffee in Berlin, ένα φρέσκο και πιο uptempo υβρίδιο Νόα Μπάουμπακ και Τζιμ Τζάρμους, και τώρα, 8 χρόνια αργότερα, εξακολουθεί να αποφεύγει την καλλιτεχνική προσποίηση για να αφηγηθεί μια θλιμμένη, μεστή ιστορία.

Όλο το βάρος της Lara, που κάνει την πανελλήνια PVoD πρεμιέρα της στον ιστότοπο της Strada Films, πέφτει στους άξιους ώμους της πεπειραμένης Κορίνα Χάρφουκ, η οποία αποπνέει την ωμότητα της Ιζαμπέλ Ιπέρ και μοιάζει με την Έλεν Μίρεν. Πετυχαίνει απόλυτα στο πορτρέτο μιας καταπιεσμένης γυναίκας και καλλιτέχνιδος με όρους που απέχουν από το τυπικό αμερικανικό ιδίωμα της εξεζητημένης, θεαματικά πιεστικής stage mom. Βουβή ή λακωνική στη μεγαλύτερη διάρκεια της ταινίας, η Λάρα στέκει με δέος και ανάγκη αποδοχής μόνο μπροστά στον παλιό της καθηγητή μουσικής, που τυγχάνει να είναι και ο δάσκαλος του γιου της, μετά από εκείνην.

Ο γηραιός καθηγητής Ράινχοφερ (Φόλκμαρ Κλάινερτ, εξαιρετικός) στην αρχή δεν τη θυμάται, ίσως λόγω ηλικίας, ενδεχομένως και από άποψη και έναν έμφυτο κυνισμό. Η Λάρα προσπαθεί να τον δελεάσει στο κονσέρτο του γιου της και, μετά από μερικά ποτά, στο μπιστρό όπου συχνάζουν οι μουσικόφιλοι μετά τις συναυλίες, βρίσκει το θάρρος να του υπενθυμίσει πώς και πόσο πολύ την είχε αποθαρρύνει από το μέλλον που ονειρευόταν, επικαλούμενος τον εξευτελισμό που θα ένιωθαν οι γονείς της αν την έβλεπαν να εκτίθεται δημοσίως στην πρώτη της μεγάλη παράσταση. «Ναι, έχεις ταλέντο, Λάρα, ή είχες ταλέντο τότε. Αλλά τι σχέση έχει αυτό με μένα;» την αποστομώνει ο θρυλικός προφέσορ του πιάνου, και αποχωρεί.


Η απάντηση και η λύση στον χρόνιο κόμπο θα έρθουν από τη μουσική.

 


Η ταινία Α' προβολής «Lara» θα προβληθεί online και on demand μέσω του ιστοτόπου της StraDa Films, από τις 17 Δεκεμβρίου. Στους θεατές παρέχεται η δυνατότητα να αγοράσουν virtual εισιτήρια και να ενισχύσουν την αίθουσα της επιλογής τους.