Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

10 ταινίες της χρονιάς που πέρασαν απαρατήρητες και αξίζουν μια δεύτερη ευκαιρία

Αξιόλογες ταινίες που δεν είχαν προλάβει να κάνουν τον κύκλο τους όταν τις βρήκε το πρώτο lockdown ή δεν κατάφεραν να βρουν το κοινό τους στις προβολές των θερινών σινεμά.

10 ταινίες της χρονιάς που πέρασαν απαρατήρητες και αξίζουν μια δεύτερη ευκαιρία

Υπό φυσιολογικές συνθήκες αυτή την εποχή θα διαβάζατε άρθρα με τις καλύτερες ταινίες που προβλήθηκαν στις ελληνικές αίθουσες μέσα στο 2020, κάποιοι από εσάς ίσως και να σπάζατε το κεφάλι σας για να διαλέξετε σε ποια αίθουσα και με ποια ταινία θα αποδράσετε την Πρωτοχρονιά, μέρα που τα σινεμά κάνουν χρυσές δουλειές. Όμως οι φετινές γιορτές δεν είναι σαν τις άλλες. Ούτε και η χρονιά που προηγήθηκε.

Για τις αίθουσες το 2020 ξεκινούσε με τους καλύτερους οιωνούς, μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα και στο σχετικό άρθρο του Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλου. Kαι μετά ήρθε η πανδημία και μαζί της έφερε το κλείσιμό τους.

Το σινεμά βρήκε τον τρόπο να τρυπώσει στα σπίτια μας μέσα από πλατφόρμες streaming και ψηφιακές προβολές, μάλιστα αρκετοί από εμάς ίσως και να είδαμε περισσότερο σινεμά από κάθε άλλη χρονιά λόγω του lockdown. Οι ταινίες που έκαναν πρεμιέρα απευθείας στις παραπάνω πλατφόρμες κέρδισαν το μερίδιο στη δόξα που τους αναλογούσε.

Υπήρξαν, όμως, κι εκείνες που ξεκίνησαν να προβάλλονται στις αίθουσες και δεν είχαν προλάβει να κάνουν τον κύκλο τους όταν τις βρήκε το πρώτο lockdown, καθώς κι εκείνες που προβλήθηκαν το καλοκαίρι σε σινεμά με μειωμένο αριθμό θέσεων, με το ενδεχόμενο αυτό να λειτουργήσει αποτρεπτικά για μερίδα θεατών.

Το σινεμά βρήκε τον τρόπο να τρυπώσει στα σπίτια μας μέσα από πλατφόρμες streaming και ψηφιακές προβολές, μάλιστα αρκετοί από εμάς ίσως και να είδαμε περισσότερο σινεμά από κάθε άλλη χρονιά λόγω του lockdown.

Η λίστα που ακολουθεί περιλαμβάνει δέκα ταινίες που είτε λόγω της αντιστρόφως ανάλογης ποσότητάς τους σε σχέση με τον δυνητικό αριθμό θεατών είτε λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που επικρατούσαν κατά την έξοδό τους δεν έκοψαν τα αναμενόμενα εισιτήρια, δεν κατάφεραν να βρουν το κοινό τους. Οι περισσότερες έχουν πάρει ήδη τη θέση τους σε streaming πλατφόρμες και στον προγραμματισμό των συνδρομητικών καναλιών, οι εναπομείνασες αναμένεται να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο σύντομα. Όλες τους, όμως, αξίζουν μια δεύτερη ευκαιρία και περιμένουν να τις ανακαλύψετε.

Η μπαλάντα του Ρίτσαρντ Τζούελ

Richard Jewell, 2019

του Κλιντ Ίστγουντ

 

Αγαπημένος (και) του ελληνικού κοινού, ο ασταμάτητος Κλιντ Ίστγουντ –έχει ήδη νέα ταινία στα σκαριά‒ εδώ και χρόνια κόβει στη χώρα μας minimum 100.000 εισιτήρια, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Ο «Ρίτσαρντ Τζούελ» ήταν, δυστυχώς, μία από τις εξαιρέσεις και είναι μεγάλο κρίμα, γιατί ο κόσμος έχασε μια ταινία που δύσκολα θα τον άφηνε ασυγκίνητο.

Ο Ίστγουντ συνεχίζει εδώ το σερί αληθινών ιστοριών της ύστερης περιόδου του, με ήρωες που δεν φέρουν τίποτα ηρωικό, απλώς έτυχε να βρίσκονται στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή, διατήρησαν στο μέτρο του ανθρωπίνως δυνατού την ψυχραιμία τους και έπραξαν εκείνο που λογάριασαν ως χρέος τους. Ευτυχεί, δε, να έχει έναν πρωταγωνιστή μηδενικής ματαιοδοξίας και απέριττης εκφραστικότητας, την αποκάλυψη που ακούει στο όνομα Πολ Γουόλτερ Χάουζερ – ίσως η ερμηνεία της χρονιάς.

Απόστρατος

2019

του Ζαχαρία Μαυροειδή

 

Στον «Απόστρατο» ένας τριαντάρης που ψάχνει ακόμα να βρει τι θα γίνει όταν μεγαλώσει κληρονομεί το σπίτι του αξιωματικού παππού του, μαθαίνει την αληθινή ιστορία του και επαναπροσδιορίζει τη σχέση του με εκείνον, με τους άλλους, με τον εαυτό του αλλά και με την Ιστορία.

Ελληνική μυθοπλασία προσιτή σε ένα ευρύτερο κοινό και καμωμένη με κινηματογραφικές προδιαγραφές, δηλαδή με στοχευμένη αφήγηση, αιτιοκρατικό μοντάζ και επιμελημένη mise-en-scène, πράγματα που δυστυχώς δεν είναι αυτονόητα για το εγχώριο αφηγηματικό σινεμά. Αν ψάχνετε μια καλή ελληνική ταινία με αρχή, μέση και τέλος, θα τη βρείτε εδώ.

Dark Waters

2019

του Τοντ Χέινς

 

Δύο δεκαετίες και κάτι μετά το «Safe» (1995), ο Τοντ Χέινς επιστρέφει στα εδάφη του οικολογικού θρίλερ με τη δική του εκδοχή του σινεμά καταγγελίας, όπου το κατηγορώ κοινωνείται διακριτικά, δίχως τις «μεγάλες» σκηνές και τη θριαμβολογία που είθισται να συνοδεύει το είδος, αλλά μέσω της μεθοδικής δραματουργικής ανάπτυξης και των «μουχλιασμένων» χρωμάτων. Η όποια δικαστική νίκη και η επακόλουθη κάθαρση έχουν πρόσκαιρο χαρακτήρα, καθώς ο πόλεμος έχει χαθεί εκ των προτέρων και τα εγκλήματα σε βάρος της ανθρώπινης ζωής συνεχίζονται αδιάκοπα.

Δυστυχώς, προσπεράστηκε από την κριτική, όπως και οι (ελάσσονες) σπιλμπεργκισμοί του «Wonderstruck» (2017) ‒ ακόμα ένα σημάδι ότι μερίδα της είναι έρμαιο του hype και της συγκυρίας, δεδομένου πως το 2015 έβλεπαν στην «Carol» έναν ανεπανάληπτο θρίαμβο και στο πρόσωπο του Χέινς τον «καλύτερο δημιουργό της γενιάς του».

Όταν ανθίζει η νιότη

Gli anni piu belli, 2020

του Γκαμπριέλε Μουτσίνο

 

Η περιστασιακή απουσία αίσθησης του μέτρου και του γούστου και οι επιφανειακές, άνευ σημειολογικού ενδιαφέροντος ιστορικές παραπομπές ελάχιστα θα ενοχλήσουν ένα κοινό που αναζητά ψυχαγωγικό σινεμά λαϊκού προσανατολισμού, το οποίο θα βρει στο δράμα του Γκαμπριέλε Moυτσίνο, που ακολουθεί μια τετραμελή παρέα από το 1980 μέχρι σήμερα.

Το εύρημα με τους χαρακτήρες να σπάνε τον τέταρτο τοίχο, σχολιάζοντας τα τεκταινόμενα του παρελθόντος με τη γνώση του σήμερα, διατηρεί το ενδιαφέρον αμείωτο, ενώ το καλαίσθητο μουσικό θέμα του Νικολά Πιοβάνι βοηθά στη μεγιστοποίηση της συγκινησιακής φόρτισης. Ειδικά το κοινό που διψά για μυθοπλασία τύπου Παπακαλιάτη θα έφευγε πολύ ευχαριστημένο από τα θερινά, αν δεν είχε αγνοήσει το έργο παντελώς.

Νεντ Κέλι: Ο Νο1 Καταζητούμενος

The true history of the Kelly Gang, 2019

του Τζάστιν Κερζέλ

 

Η ιστορία του Νεντ Κέλι και της συμμορίας του ξαναδιαβάζεται ως μια πανκ μπαλάντα παρενδυσίας και ομοερωτισμού, όπου ο μύθος βρίσκεται σε αντιδιαστολή με την αλήθεια και η αρρενωπότητα μονομαχεί με τον εαυτό της και ηττάται.

Ανοικονόμητο, αλλά με πληθώρα ευρημάτων, το φιλμ του Κερζέλ αποκαθιστά μερικώς το status του σκηνοθέτη μετά την αστοχία του «Assassin's Creed» (2017), πυροβολεί τον θεατή με την παροξυσμική αισθητική του και στηρίζεται αποτελεσματικά στις στιβαρές ερμηνευτικές πλάτες του νεαρού Τζορτζ ΜακΚέι – τον είδαμε φέτος να εκτελεί χρέη πρωταγωνιστή και στο «1917» (2019) του Σαμ Μέντες.

The personal history of David Copperfield

2019

του Αρμάντο Ιανούτσι

 

Περισσότερο από κινηματογραφική μεταφορά του Nτέιβιντ Κόπερφιλντ του Ντίκενς, η ταινία του Ιανούτσι είναι μια διαφορετική ανάγνωσή του, που ίσως να απαιτεί και μια στοιχειώδη επαφή με την πρώτη ύλη από τον θεατή της. Ο τόνος του μυθιστορήματος αλλάζει προς το ευφορικότερο, όμως το πνεύμα του και τα μηνύματά του παραμένουν ακέραια: είναι περίπου σαν να παρακολουθούμε την ιστορία του Ντέιβιντ Κόπερφιλντ, όπως θα την έγραφε ο ίδιος.

Η χρωματική πανδαισία, οι φρενήρεις ρυθμοί της αφήγησης και η ευστοχία του κάστινγκ –ο Γιουράια Χιπ του Μπεν Γουισό θαρρείς πως αφήνει ίχνη βλέννας στα σημεία που περνά‒ εγγυώνται ψυχαγωγία πρώτης γραμμής.

Τιμώμενος Επισκέπτης

Guest of Honor, 2019

του Aτόμ Εγκογιάν

 

Η μνήμη, το τραύμα και οι πολλαπλές εκφάνσεις της αλήθειας, η οποία πάντοτε θα περιμένει ασύλληπτη, παραμένουν σταθερές θεματικές στο σινεμά του Ατόμ Εγκογιάν, ενώ του αναγνωρίζεις τον έλεγχο πάνω στο υλικό και την ενότητα του τόνου – ναι, ακόμα και στις χειρότερες στιγμές του.

Η φετινή του απόπειρα στο μελόδραμα, μέσα από πολλαπλές, επικαλυπτόμενες αφηγήσεις, ένα συγκινησιακό score του μόνιμου συνεργάτη του Μάικλ Ντάνα, που δυστυχώς ακόμα δεν έχει κυκλοφορήσει σε κανένα format, και μια ψυχωμένη ερμηνεία από τον Ντέιβιντ Θιούλις σηματοδοτούν μια μερική επιστροφή στη φόρμα και μια ολική σε εκείνο τον τύπο σινεμά που μας έκανε να τον αγαπήσουμε στα '90s. Συναρπαστική ταινία, παρά τις αδυναμίες της ‒ ή και λόγω αυτών.

Γιοσέπ

Josep, 2020

του Ορέλ

 

Η περιπέτεια του Καταλανού κομίστα Γιοσέπ Μπαρτολί κατά την παραμονή του σε στρατόπεδο συγκέντρωσης προσφύγων επί γαλλικού εδάφους το 1939 γίνεται ένα animation αντιφασιστικών διαθέσεων με εμφανείς, μα όχι εξόφθαλμες αναγωγές στο σήμερα και κύριο αντικείμενό του την τέχνη, μέσω της οποίας διαφυλάσσεται η ιστορική μνήμη, εκτονώνονται τα ανείπωτα πομπού και δέκτη και κινητοποιείται το ενδιαφέρον για την πνευματική καλλιέργεια.

Το χειροποίητο σκίτσο και η τμηματική κίνηση του animation δίνουν την αίσθηση της φυλλομέτρησης ενός ενήλικου κόμικ – τελειώνει η προβολή και νιώθεις σαν να έχουν μουντζουρωθεί τα δάχτυλά σου. Ψηφίστηκε καλύτερο animation στα φετινά βραβεία της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας, καθώς και αγαπημένη ταινία του κοινού στις περασμένες Νύχτες Πρεμιέρας.

Το θαύμα του Αγνώστου Αγίου

The Unknown Saint, 2019

του Αλά Εντίν Ελτζέμ

 

Εκλεκτικές συγγένειες με το σινεμά του Άκι Καουρισμάκι και του Κορνέλιου Πορουμπόιου –δανείζεται το ιδιάζον χιούμορ του πρώτου και τη σύμπτωση πραγματικού και φιλμικού χρόνου του δεύτερου‒ σε αυτήν τη μαροκινή έκπληξη με ήρωα έναν ληστή που θάβει τα κλοπιμαία στη μέση του πουθενά λίγο πριν συλληφθεί, για να επιστρέψει με την αποφυλάκισή του και να ανακαλύψει ότι στο σημείο αυτό έχει χτιστεί εκκλησία αφιερωμένη στον Άγνωστο Άγιο.

Ήθελε λίγο συμμάζεμα, η φεστιβαλική γραφή το καθιστά εκ των πραγμάτων ειδικού κοινού, μα οι σκηνές καθημερινής τρέλας από τον μικρόκοσμο του χωριού και ο κοενικός σαδισμός του φινάλε αποζημιώνουν.

Η Φωλιά

The Nest, 2020

του Σον Ντέρκιν

 

Τοποθετημένη στα '80s, την εποχή που θεμελιώθηκε το πρότυπο επιτυχίας και ευδαιμονίας που επιβιώνει μέχρι σήμερα, η ιστορία ενός επιχειρηματία που μετακομίζει με σύζυγο και δύο παιδιά στη Μεγάλη Βρετανία είναι γυρισμένη σαν ghost story.

Ο φακός του Ούγγρου διευθυντή φωτογραφίας Ματίας Έρντελι («Son of Saul») κινηματογραφεί τους χώρους της έπαυλης όπου διαμένουν οι ήρωες σαν να καραδοκούν φαντάσματα σε κάθε της γωνιά, έτοιμα να τους στοιχειώσουν – είναι το φάντασμα εκείνων των περισσότερων(;) που θα μπορούσαν(;) και θα ήθελαν να αποκτήσουν το φάντασμα της διαφαινόμενης απώλειας όσων έχουν αλλά και το φάντασμα της εύθραυστης ισορροπίας μέσα τους και ανάμεσά τους.