Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Μπουγατσάν: μισό Σαλονίκη - μισό Παρίσι

O Tσέλιος δίνει ευρωπαϊκό αέρα στη μπουγάτσα, γίνεται σύνθημα και πρωτοσέλιδο

Μπουγατσάν: μισό Σαλονίκη - μισό Παρίσι

Ο Τσέλιος δεν συνηθίζει να βλέπει τηλεόραση, αλλά όταν ανοίγει τα μάτια του το πρωί που ξυπνάει, πατάει από συνήθεια το κουμπί, για να να δει τι μαγειρεύουν οι "συνάδελφοι" στην τηλεόραση.

Τους αγαπάει τους τηλεμάγειρες ο Τσέλιος γιατί πιστεύει πως συνετέλεσαν στο να γίνουν πιο εύκολα αποδεκτοί οι μάγειρες στον κοινωνικό περίγυρο. Στην πόλη που μεγάλωσε ας πούμε, η μάνα του, η περιβόητη Βιργινία Τσελιου, στην αρχή δεν ήθελε να πει στις γυναίκες του κύκλου της εκκλησιάς (αυτές που κάθονται πάντα στις καρέκλες, μπαίνοντας στην εκκλησία αριστερά, πίσω από τα κεριά στα "διαρκείας") πως ο γιος της είναι μάγειρας.

Μια φορά που είχε πάει ο Τσέλιος στην εκκλησία και ρώτησε την Βιργινία γιατί κάθεται στα "διαρκείας" αυτή η έρμη δεν κατάλαβε τον παραλληλισμό. Μετά, όταν της εξήγησε πως εννοούσε ότι η Βιργινία μαζί με τις φίλες της έχουν άνεση, ασφάλεια και εξασφαλισμένη θέση πίσω από το παγκάρι …όπως τα αντίστοιχα εισιτήρια διαρκείας στον ΠΑΟΚ που είναι στην θύρα 5, η Βιργινία φυσικά του είπε να μην το ξαναπεί γιατί άμα το ακούσει ο Παπά Λάζαρος θα τον αφορίσει. 

Ανοίγοντας λοιπόν ακόμα ένα πρωί ο Τσέλιος την τηλεόραση, πέφτει πάνω σε κάποιον που μαγείρευε τα πάντα με σοκολατένια μπισκότα - προφανώς δώρο του χορηγού. Πάσχιζε να τα ενσωματώσει σε κάθε συνταγή, τα βουτούσε στο βούτυρο, στην καραμέλα, στη σοκολάτα και μετά κατασκεύαζε αφηρημένες στρώσεις άμορφης μάζας γλυκού, που η κάθε μερίδα του θερμιδικά έτεινε ασυμπτωματικά στο συν άπειρο. Βλέποντας την δομή του γλυκού, ο Τσελιος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κυρία που μαγείρευε στην τηλεόραση, έφτιαχνε υβριδικό γλυκό.

Σηκώθηκε, ντύθηκε και έτρεξε στο μαγαζί. Μπήκε μέσα αλαφιασμένος και φώναξε σε όλους "Βγείτε όλοι από την κουζίνα και αφήστε με μόνο μου! Πρέπει να δημιουργήσω ένα υβριδικό γλυκό όπως τα cronuts στην Νέα Υόρκη". 

Ρε μανίες που έχει αυτό το παΐδι, σκέφτηκε ο αφεντικός. "Θα μου εξηγήσεις τουλάχιστον τι να αυτά τα cronuts γιατί έχω να πάω Νέα Υόρκη κάτι μήνες", του απάντησε κάπως σαρκαστικά ο αφεντικός. "Το cronut είναι ένα ντόνατ από ζύμη κρουασάν που γίνεται χαμός στη ΝΥ και ούτε εγώ έχω πάει, αλλά διαβάζω και ενημερώνομαι" απάντησε ο Τσελιος.

Άρχισε να κάνει τις δόκιμες του και μετά από συζητήσεις και μερικές ακόμη δόκιμες, φώναξε όλο το εστιατόριο να δοκιμάσει το υβριδικό Μπουγατσάν. Ένα γλυκό ποίημα με χειροποίητη σφολιάτα και μυστική ζεστή κρέμα μπουγάτσας, που σερβίρεται με ζάχαρη, κανέλα και φιστίκι Αιγίνης και όσοι το φάγανε παραμίλησαν από ευχαρίστηση. "Το Μπουγατσάν έχει μέλλον" αποφάνθηκε γουργουρίζοντας από ευχαρίστηση ο αφεντικός.  Αλλά, δεν ήξερε το viral του πράγματος...

Η φήμη του εξαπλώθηκε, τα site έγραψαν, κάμερες έφτασαν στο μαγαζί του Τσέλιου, για να δουν από κοντά πως φτιάχνεται η γεύση που κέρδισε τους Θεσσαλονικείς και που τα Παόκια, ενόψει του αγώνα με την Benfica, έκαναν σύνθημα (Κέρνα την Benfica Μπουγατσάν …ρε Ιβάν ρε Ιβάν). Ήταν μια κοινωνική επανάσταση της Σαλονίκης ενάντια στην παρισινή κρουασανική μπουρζουαζία ή απλά μια σύμπραξη για το καλό της γεύσης; Ο Τσέλιος φειδωλός, δεν ανοίγει το στόμα του και απλά χαμογελάει βλέποντας το Μπουγατσάν πρωτοσέλιδο στην εφημερίδα Δημοκρατία (δίπλα στην επίσκεψη του Σαμαρά στον Άθω και κάτω από το υπερόπλο Τέσλα που προκαλεί σεισμούς) λέγοντας απλά, ότι την επόμενη Κυριακή θα σερβίρει Μπουγατσάν με κρέμα τριαντάφυλλο. 

Το Μπουγατσάν, μισό Σαλονίκη- μισό Παρίσι, είναι άπλα εθιστικά νόστιμο και αποτελεί το σχόλιο του Τσέλιου στην μεγαλομανία που μας διέκρινε και δεν θα πάψει ποτέ να μας διακρίνει.