Καλή μου Νταίζη,Το μόνο που με παρηγόρησε όταν χάσαμε τον Ντόναλντ, στα 19 του, ήταν ένα επιτάφιο επίγραμμα του Λουκιανού που άκουσα εντελώς συμπτωματικά μια άσχετη μέρα που έβλεπα χωρίς να βλέπω την Αγέλαστο Πέτρα. Τελείωνε έτσι:Μα μη με κλαις. Μικρή ζωή μου στάθηκε αλλά και στης ζωής τα βάσανα, μικρό μερίδιο είχα.Κατά τα άλλα, εντελώς νέτα και σκέτα, δεν βρίσκω λογικό να ζω εγώ και όχι εκείνος. Όμως κανείς δε γυρίζει πίσω οπότε το καλύτερο που έχω να κάνω είναι να ζήσω τη ζωή μου με ευγνωμοσύνη και να μην την αφήσω να περάσει από δίπλα μου, από σεβασμό στον ανεψιό μου, που τη στερήθηκε.Άλλα λόγια δεν έχω για τους νέους που τα βροντάνε ξαφνικά ή σχεδόν ξαφνικά...........Ο μπαμπάς μου δε φοβήθηκε ποτέ τον θάνατο. Πάντα τον υπολόγιζε όμως. Έκανε τα πάντα με πρόγραμμα και βιάση, όχι άγχος. Πάντα τελείωνε ό,τι άρχιζε, φρόντιζε τη διατροφή του, έχτισε σπίτι όταν βγήκε στη σύνταξη (κουρασμένος, ήταν φανοποιός) επειδή έλεγε, αν κάτσει σπίτι θα μελαγχολεί και είχε δίκιο. Καβγάδισε μετρημένες φορές στη ζωή του, βοήθησε πολύ, πάρα πολύ κόσμο, και δεν υποχρεώθηκε ποτέ σε κανέναν. Το μόνο που κάναμε για τον μπαμπά μου ήταν το φαγητό. Ήταν νομίζω ευχαριστημένος από τον εαυτό του. Γι'αυτό και ο θάνατος τον σεβάστηκε και δεν τον τρόμαξε. Μόνο ο θάνατος τον σεβάστηκε στη ζωή του τώρα που το σκέφτομαι. Μάλλον επειδή τον σεβάστηκε και ο μπαμπάς μου. Δεν έζησε νομίζοντας πως είναι άφθαρτος.Δεν είναι μνημόσυνο στον μπαμπά μου όλο αυτό, είναι αυτό που άφησε πίσω του. Για άλλους είναι σπίτια και χωράφια, για μένα είναι το παράδειγμά του, για να γίνω καλύτερη. Ελπίζω, μαζί με την ψυχολογική υποστήριξη, να βοηθήσει και σένα, ελπίζω να κατάφερα να πω αυτό που ήθελα. Τελικά δε λένε τζάμπα πολύτιμη τη ζωή. Είμαστε προνομιούχοι που την έχουμε αλλά τρέμουμε μήπως μας την πάρουν.
Σχολιάζει ο/η