Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Γιατί αγαπάμε τους δίσκους βινυλίου. // Από μια μανιώδη συλλέκτρια.

Με αφορμή τα 82α γενέθλιά του φορμάτ που, σχεδόν απροσδόκητα, ζει και βασιλεύει

Γιατί αγαπάμε τους δίσκους βινυλίου. // Από μια μανιώδη συλλέκτρια.

Παρ'όλο που η επίσημη έκδοση του πρώτου δίσκου βινυλίου έγινε απο την CBS/Columbia στα τέλη της δεκαετίας του 40', το εορτολόγιο του Vintage Vinyl News με ενημέρωσε ότι τέτοιες μέρες, το 1931, η RCA ήταν η πρώτη που έφτιαξε το 12ιντσο βινύλιο 33 στροφών. H πρώτη κυκλοφορία στο φορμάτ που θα καθόριζε αργότερα τον 'χιπ' μουσικό κόσμο των βινυλιομανών ήταν η, αυστηρή μεν αλλά αδιαμφιβήτητα αριστουργηματική δε, Πέμπτη Συμφωνία του Μπετόβεν. 

Ψάχνωντας για την RCA γενικότερα βρήκα αυτό το πολύ ενδιαφέρον ντοκυμαντέρ :

Η ιστορία του βινυλίου όπως και της μόδας έχει κάνει πολλούς κύκλους μέχρι σήμερα. Για πάρα πολλά χρόνια ήταν το κύριο μέσο καταγραφής και αναπαραγωγής της μουσικής. Πάνω του καταγράφηκαν πακτωλοί συγχορδιών, απόκοσμων ήχων, βελούδινων φωνών, ροκ κραυγών, κακόγουστης κακοφωνίας, επικών guitar riffs, ηχητικών αριστουργημάτων αλλά και 'σκουπιδιών'.

 

Μετά τα 8-track, τις κασσέτες, και τα CDs που θεωρήθηκαν κατά καιρούς cool, το βινύλιο ήταν το μοναδικό που κατάφερε να αποκτήσει την ιδιότητα του φετίχ και να βασανίσει χιλιάδες συλλέκτες όλων των ειδών μουσικής.

(Λέω βασανίσει, γιατί υπάρχει κάτι το ψυχαναγκστικό στην συλλογή δίσκων, στον βαθμό που για κάποιους μπορεί να γίνει εμμονή.)

Συλλεκτικές εκδόσεις, ειδικές εκτελέσεις, σπάνια εξώφυλλα και υπερ-ειδικά b-sides είναι αυτά που απασχολούν τους μανιώδεις συλλέκτες. Ατέλειωτοι τσακωμοί και συζητήσεις έχουν γίνει για το ποιός έχει δίκιο και ποιος άδικο σε έναν άτυπο ανταγωνισμό κατοχής πληροφοριών για τα βινύλια. Για πολλούς οι δίσκοι είναι σαν τα παιδιά τους. Τους φροντίζουν και τρέμουν στην ιδέα ότι θα τους χάσουν ή ότι θα πάθουν τίποτα. Για άλλους αποτελούν ένα είδος ψυχαναγκαστικού παζλ το οποίο πρέπει να συμπληρωθεί πάσει θυσία (π.χ πρέπει να μαζευτεί κάποια συγκεκριμένη δισκογραφία, και μάλιστα οι πρώτες εκδόσεις και φυσικά και τα EPs και ούτω καθ'εξής.)

Θυμάμαι όταν είχα δει την υπέροχη ταινία του Steven Frears , 'High Fidelity' βασισμένη στο βιβλίο του Νίκολας Χορνμπυ, μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση όταν ο Τζον Κιούζακ προσπαθούσε να εξηγήσει σε έναν απο τους υπαλλήλους του δισκάδικού του ότι η αρχειοθέτηση των δίσκων του έχει γίνει βιογραφικά. Δηλαδή, βάσει του πότε αγόρασε τον κάθε δίσκο και σε ποια φάση ή περίσταση της ζωής του.

Το συζητούσα τις προάλλες και με τον φίλο μου τον Β. που μαζέυει δίσκους απο πολύ μικρός και μου είπε: "Αν δώσω κάποιον δίσκο μου είναι σαν να δίνω μια ανάμνησή μου σε κάποιον, σαν να του την χαρίζω. Κάθε δίσκος σηματοδοτεί μια συγκεκριμένη στιγμή της ζωής μου, πώς ήμουν, τι σκεφτόμουν και τι είχε συμβεί την μέρα που τον αγόρασα". Δηλαδή θα μπορούσαμε να πούμε ότι μια δισκοθήκη είναι και ένα χρονοντούλαπο αναμνήσεων. 

Εγώ ξεκίνησα να μαζέυω δίσκους βινυλίου (μέχρι τότε μάζευα CD σαν κλασικό παιδί των 90's) όταν ο πατέρας μου αποφάσισε να μου δωρίσει την συλλογή του. Και τότε κατάλαβα πραγματικά τι εννοούσαν ο Κιούζακ και ο φίλος μου... Μέσα στους δίσκους του μπαμπά μου βρήκα απίστευτους θησαυρούς. Αλλά και για κάθε δίσκο προσπαθούσα να φανταστώ τον πατέρα μου σε διάφορες ηλικίες να τους αγοράζει.

 

Τους Beatles, τους Rolling Stones, τον Χατζιδάκι, τις υπέροχες εκδόσεις της Deutsche Grammophon με τους αγαπημένους του κλασσικούς, διάφορα field recordings από όλο τον κόσμο και θεατρικά spoken word, αλλά και πολλά άλλα. Η επαφή με τους δίσκους του με βοήθησε να τον γνωρίσω ακόμα καλύτερα και να τον καταλάβω σε βάθος. Οι δίσκοι του ήταν το ψυχογράφημά του, όπως και όλων των συλλεκτών. 

Πώς είναι όμως άραγε να έχεις την μεγαλύτερη συλλογή στον κόσμο; Νομίζω ότι πλέον μια τέτοια συλλογή ξεπερνά την λογική. Ή ίσως προσπαθεί να υπερνικήσει την ιδέα της θνησιμότητας γιατί πραγματικά θα χρειαζόσουν δυο τουλάχιστον ζωές για να ακούσεις όλους τους δίσκους μιας τέτοιας συλλογής. Μιλώντας με διάφορους βινυλιομανείς συλλέκτες, κατάλαβα ότι από ένα σημείο δεν έχει καν πλέον να κάνει μόνο με την ίδια την μουσική. Έχει να κάνει με το απόκτημα, με την αίσθηση της κατάκτησης, μιας ακόρεστης ανάγκης για την προσθήκη ενός ακόμα κομματιού στην συλλογή.

Ο τύπος απο κάτω θα μπορούσε να συγκριθεί και με τον Σκρούτζ που κολυμπά μέσα στα χρήματα. Το πιο πιθανό είναι ότι δεν θα τα χρησιμοποιήσει ποτέ όλα στην ζωή του, και όμως είναι το πιο πολύτιμο του φετίχ, έχουν μια μοναδική αξία που μόνο αυτός μπορεί να νιώσει και να καταλάβει.