Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Οι συναρπαστικές ιστορίες πίσω από σημεία της Αθήνας που προσπερνάς απαρατήρητα- μέρος Α!

«Κλέβει» η Ελλάδα τον Λόρδο Βύρωνα; Πού ήπιε ο Σωκράτης το κώνειο και πού αφιέρωναν οι αρχαίοι τα δάκρυά τους; Σημεία που προσπερνάς καθημερινά και πιθανόν να μην γνώριζες ότι υπήρχαν.

Οι συναρπαστικές ιστορίες πίσω από σημεία της Αθήνας που προσπερνάς απαρατήρητα- μέρος Α!

Πού είναι ο μπαρουτοκαπνισμένος ναός του Ηρακλή; Ποια ιερή πομπή σφράγισε η κολόνα στο Κολωνάκι; Σε ποιον βωμό πρόσφεραν οι αρχαίοι Αθηναίοι τα δάκρυά τους; Μια μεγάλη βόλτα στο κέντρο με γνωστές και άγνωστες ιστορίες για μνημεία, εκκλησίες και αγάλματα. 

Δεσμωτήριο: Η φυλακή του Σωκράτη

Περίπου 100 μέτρα έξω από τη νοτιοδυτική άκρη της Αγοράς, ανάμεσα σε ερείπια κατοικιών και εργαστηρίων, εντοπίστηκε ένα δημόσιο κτίριο λαξευμένο σε φυσικό βράχο που ταυτίζεται με το δεσμωτήριο των κλασικών χρόνων. Στο κτίριο που διερευνήθηκε ανασκαφικά από τον Βρετανό ιστορικό Thomas Smart Hughes τον 19ο αι. βρέθηκαν συγκεντρωμένα δεκατρία μικροσκοπικά αγγεία (από τα 21 που έχουν βρεθεί συνολικά στην περιοχή της Αρχαίας Αγοράς), στα οποία ίσως έβαζαν το κώνειο, το δηλητήριο που έδιναν να πιουν οι καταδικασθέντες σε θάνατο. Και τα δεκατρία ήταν πεταμένα στην ίδια δεξαμενή. Παρόλο που το κτίριο βρίσκεται σε βιομηχανική περιοχή και η μορφή του θα ταίριαζε σε εμπορικό κέντρο ή ξενώνα, η διάταξη των χώρων θα εξυπηρετούσε τέλεια και τις ανάγκες μιας φυλακής. Υπάρχει ένας μακρύς διάδρομος που καταλήγει σε μια μεγάλη αυλή, στη μία πλευρά του οποίου υπάρχουν πέντε τετράγωνα δωμάτια και στην άλλη τρία, τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως κελιά.

Δεσμωτήριο: Η φυλακή του Σωκράτη. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO


Στην είσοδο υπάρχει ένα συγκρότημα τεσσάρων ακόμη δωματίων που είχαν διαφορετικό προσανατολισμό, χτισμένα την ίδια περίοδο με τα υπόλοιπα, που θα μπορούσαν να είναι τα κελιά των φυλάκων. Η μεγάλη αυλή θα εξυπηρετούσε είτε μαζικές κρατήσεις είτε τον προαυλισμό των κρατουμένων. Χτισμένο στα μέσα του 5ου αιώνα, το κτίριο έβλεπε σε κεντρικό δρόμο, βρισκόταν σε κοίλωμα του εδάφους και διέθετε εγκαταστάσεις για λουτρά. Όλα αυτά τα στοιχεία συμφωνούν με όσα γνωρίζουμε για το δεσμωτήριο από τους πλατωνικούς διαλόγους και από τον Πλούταρχο. Ανάμεσα στα αντικείμενα που βρέθηκαν στα ερείπια του κτιρίου είναι και ένα μικρό φθαρμένο αγαλματάκι του Σωκράτη, το οποίο τοποθετήθηκε εκεί για να τιμήσουν τη μνήμη του. Προφανώς, αν ο χώρος είναι όντως το Δεσμωτήριο, ο Σωκράτης εκεί ήπιε το κώνειο και άφησε την τελευταία του πνοή.

Αγία Δύναμις: Η μπαρουτοκαπνισμένη Δύναμις του Ηρακλέους

Από την αθηναϊκή παράδοση και από τις μαρτυρίες του ηγούμενου της Μονής Πεντέλης, Κυρίλλου Δέγλερη, γνωρίζουμε ότι η Αγία Δύναμις αποτελούσε μετόχι της Μονής Πεντέλης και ήταν γνωστή ως «Μεντελίτισσα». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO

Το μικρό εκκλησάκι της Αγίας Δύναμης χτίστηκε την περίοδο της Τουρκοκρατίας στο Ροδακιό, στη διασταύρωση των οδών Μητροπόλεως και Πεντέλης, στο ίδιο σημείο όπου κατά την αρχαιότητα βρίσκονταν οι περίφημες Πύλες Διοχάρους του Θεμιστόκλειου Τείχους. Κατά την αρχαία ελληνική συνήθεια, κοντά στις Πύλες υπήρχαν λουτρά που αργότερα έγιναν θερμά (ρωμαϊκά βαλανεία) και στους ίδιους χώρους θα έπρεπε να στήνονται και ιερά σχετικά με τη λειτουργία των αρχαίων γυμνασίων. Έτσι, αρχικά φτιάχτηκε ιερό του Ηρακλή, πάνω στα ερείπια του οποίου χτίστηκε αιώνες αργότερα (τον 16ο αι. μ.Χ.) ο ναός της Αγίας Δύναμης, αφιερωμένος στην «προστάτιδα των επίτοκων γυναικών» (αυτών που είναι έτοιμες να γεννήσουν). Μάλιστα, εντοπίστηκαν και αρχαία αφιερώματα προς τον ημίθεο Ηρακλή, αφιερωματικό ανάγλυφο με ανάγλυφη κορύνη (ρόπαλο) και με την επιγραφή «ΗΡΑΚΛΕΙΔΙ (ΟΜΟΙΩ) ΚΑΙ ΑΝΕΘΗΚΕΝ». Η Δύναμις του Ηρακλέους εκχριστιανίστηκε και έγινε Δύναμις της Παναγίας. Και εκτός από τις επίτοκες γυναίκες, από εδώ έπαιρναν δύναμη και οι αγωνιστές του ’21. Από την αθηναϊκή παράδοση και από τις μαρτυρίες του ηγούμενου της Μονής Πεντέλης, Κυρίλλου Δέγλερη, γνωρίζουμε ότι η Αγία Δύναμις αποτελούσε μετόχι της Μονής Πεντέλης και ήταν γνωστή ως «Μεντελίτισσα» (παραφθορά του Πεντελίτισσα), «του Μεντελιώτη» ή «του Ροδακιού» (από το όνομα της συνοικίας). Μέχρι τη δεκαετία του ’50, οπότε χτίστηκε το υπουργείο Παιδείας, είχε και αυλόγυρο και άλλα κτίσματα, τα οποία κατεδαφίστηκαν για να χτιστούν το υπουργείο και ο δρόμος. Το 1641, κοντά στον ναό της Αγίας Δύναμης έμενε ο Ιησουίτης μοναχός Φραγκίσκος, ο οποίος δίδασκε ιταλικά και γαλλικά, μέχρι που κατηγορήθηκε για προσηλυτισμό και εκδιώχτηκε. Σε αυτό το σπίτι, το οποίο επικοινωνούσε υπόγεια με τον ναό της Αγίας Δύναμης, τις παραμονές της Επανάστασης λειτουργούσε το εργαστήριο πυρομαχικών του πυροτεχνίτη μαστρο-Παυλή Αλέξη του Μπαρουξή, προγόνου της οικογένειας Παυλίδη (ο γιος του Σπυρίδων δημιούργησε το 1841 το «Γλυκισματοποιείον Παυλίδου» στον χώρο του παλιού μπαρουτόμυλου που βρισκόταν Αιόλου και Βύσσης), ο οποίος έφτιαχνε φισέκια με την προτροπή των Τούρκων που νόμιζαν ότι προορίζονταν για την άμυνα του κάστρου της Ακρόπολης. Από την υπόγεια δίοδο του εργαστηρίου του, που επικοινωνούσε με το υπόγειο της Αγίας Δύναμης, μεταφέρονταν κρυφά στο Μενίδι. Εκεί τα παραλάμβαναν χωριάτες με μουλάρια και τα μετέφεραν στους αγωνιστές. Το πλέον έμπιστο άτομο για τη μυστική μεταφορά των πυρομαχικών εκτός πόλεως ήταν η κυρα-Μανώλαινα, η Μαρία Μπινιάρη. Κάτω από τα άπλυτα ρούχα που πήγαινε δήθεν να πλύνει στον Ιλισό κουβαλούσε το πολύτιμο φορτίο και το παρέδιδε στα χέρια των αγωνιστών. Στους υπόγειους χώρους της εκκλησίας είχαν φυλάξει τους θησαυρούς της Μονής Πεντέλης, δυστυχώς όμως, στις 21 Ιουλίου 1821, κατά την τουρκική εισβολή του Ομέρ Βρυώνη, χάθηκαν τα πάντα. Μετά την Απελευθέρωση, το 1837, η Αγία Δύναμη έγινε σταθμός ιππικού. Στον ναό φυλάσσεται επίσης το ιερό λείψανο του σύγχρονου Αγίου Νικολάου του Πλανά.

Η Ελλάς τον Βύρωνα (στεφανώνει ή κλέβει;)

Αν κοιτάξεις πιο προσεκτικά τη χειρονομία της Ελλάδας, φαίνεται ότι από τη μία (με το αριστερό χέρι) τον στεφανώνει για να του αποσπάσει την προσοχή και από την άλλη (με το δεξί) προσπαθεί να του αρπάξει το πορτοφόλι. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO

Στο Ζάππειο, στο σημείο όπου η λεωφόρος Αμαλίας συναντάει τη λεωφόρο Όλγας, υπάρχει ένα άγαλμα που απεικονίζει την Ελλάδα να στεφανώνει τον λόρδο Βύρωνα. Την συμβολίζει μια καθιστή ημίγυμνη γυναίκα μεγαλύτερη σε μέγεθος από τον Βύρωνα, που του δείχνει την ευγνωμοσύνη της τείνοντας πάνω από το κεφάλι του κλαδί φοίνικα ως σύμβολο της αθανασίας. Η στάση και η χειρονομία του Βύρωνα, αν και ατυχείς −κυρίως στον προσανατολισμό της παλάμης και στο άνοιγμα των δαχτύλων−, έχουν αποδοθεί με ρομαντική διάθεση. Το βλέμμα του, στραμμένο προς την Ελλάδα, είναι γεμάτο πάθος. Η μισοξαπλωμένη ανδρική μορφή στην πίσω πλευρά συμβολίζει τον υπόδουλο ελληνισμό. Αν κοιτάξεις πιο προσεκτικά τη χειρονομία της Ελλάδας, φαίνεται ότι από τη μία (με το αριστερό χέρι) τον στεφανώνει για να του αποσπάσει την προσοχή και από την άλλη (με το δεξί) προσπαθεί να του αρπάξει το πορτοφόλι. Το έργο, που θεωρήθηκε σκανδαλώδες την εποχή του, είχε προκαλέσει την οργή του Δημήτριου Φιλιππότη (του σπουδαίου γλύπτη), ο οποίος είχε δηλώσει στην «Παλιγγενεσία»: «Ντρέπομαι ως Έλληνας γιατί το έργο δεν έχει ούτε σύμβολον ούτε εθνικότητα. Την δε Ελλάδα παρέστησεν ο ξένος γλύπτης ως κοινήν γυναίκα με κρεμασμένους τους μαστούς». Το ιστορικό της κατασκευής του έχει επίσης ενδιαφέρον: τον Απρίλιο του 1888 προκηρύχθηκε διαγωνισμός για την κατασκευή ανδριάντα του Βύρωνα σε ύψος μεγαλύτερο του φυσικού και σε βάθρο που έφερε αλληγορικές ή ιστορικές παραστάσεις. Τη δαπάνη είχε αναλάβει ο ομογενής Δημήτριος Στεφάνοβικ Σκυλίτσης. Στον διαγωνισμό ξεχώρισε το πρόπλασμα του Ι. Βιτσάρη (όλα τα προπλάσματα των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό παρουσιάστηκαν στην έκθεση των Ολυμπίων εκείνη τη χρονιά). Σύμφωνα με τους όρους του διαγωνισμού, ο αγωνοθέτης δεν δεσμευόταν να κατακυρώσει την κατασκευή του μνημείου στον καλλιτέχνη που θα προκρινόταν. Έτσι, η ανάθεση έγινε σε Γάλλους καλλιτέχνες, προκαλώντας θύελλα διαμαρτυριών. Στις εφημερίδες της εποχής υπάρχουν κριτικές αλλά και δηλώσεις Ελλήνων καλλιτεχνών γεμάτες πίκρα και απογοήτευση. Το πρόπλασμα του αγάλματος έγινε από τον Henri Michel Antoine Chapu. Μετά τον θάνατό του η εκτέλεση σε μάρμαρο έγινε από τον Alexandre Falguière. Τα αποκαλυπτήρια έγιναν στις 20 Ιουλίου 1895.

Η κολόνα στο Κολωνάκι: Η σφραγίδα ενός αρχαίου τελετουργικού

Στις μέρες μας, το κέντρο της πρωτεύουσας φιλοξενεί δύο κολόνες που διαπιστωμένα σχετίζονται με τελετουργικά περιάροσης προηγούμενων αιώνων. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO

Το 1789, χρονιά κατά την οποία ξεσπά η περίφημη Γαλλική Επανάσταση, γίνεται στην Αθήνα ένα πραγματικά παράξενο γεγονός. Για την αποτροπή ενός λοιμού που μάστιζε την Οθωμανική Αυτοκρατορία εκείνη την περίοδο, οι κάτοικοι της πόλης σχηματίζουν μια τελετουργική πομπή που ξεκινά από τα νότια της Ακρόπολης, πιθανότατα από κάποιο εκκλησάκι του Αγίου Χαραλάμπους (προστάτης από την πανούκλα κατά τις χριστιανικές δοξασίες). Στην αρχή της πορείας ξεχωρίζουν δύο δίδυμα δαμάλια που σέρνουν ένα άροτρο. Πίσω του, κάτοικοι της πόλης κρατούν ένα μεγάλο σκεύος στο οποίο έχουν τοποθετηθεί διάφορα αντικείμενα και επιγραφές, όπου αναγράφονται αναλυτικά οι ασθένειες που απειλούν τους συμπολίτες τους. Η πομπή πραγματοποιεί έναν πλήρη κύκλο γύρω από την Αθήνα, περνώντας από συγκεκριμένες αρχαίες κολόνες που αντιπροσωπεύουν σημεία προστασίας της πόλεως, κατέχοντας, σύμφωνα με την παράδοση, θεραπευτικές ιδιότητες, και φτάνει στο τελευταίο ορόσημο, μια κολόνα που βρίσκεται στο σημείο όπου αργότερα (1835) οι Βαυαροί του Όθωνα θα πραγματοποιήσουν εργασίες για τη διάνοιξη της οδού Πειραιώς, όχι μακριά από το σημερινό Γκάζι. Εκεί ανοίγουν έναν μεγάλο λάκκο, σφάζουν τα δαμάλια και τα θάβουν στη γη μαζί με το άροτρο αλλά και με το σκεύος που περιέχει τα ονόματα των ασθενειών. Αμέσως μετά, η τρύπα στο έδαφος «σφραγίζεται» από την αρχαία κολόνα που παίρνει τον ρόλο του φρουρού για την αποτροπή μιας μελλοντικής απελευθέρωσης του κακού στην πόλη. Με ρίζες στα αρχαία Βουφόνια, η πανάρχαια τελετή έφτασε μέχρι τα τέλη του 19ου αι. και οι κολόνες που σχετίζονται με την τελετουργία της περιάροσης αποκτούν ξεχωριστές ιαματικές ιδιότητες. Έτσι, οι πολίτες κρεμούν στις εσοχές τους μηνύματα και αντικείμενα που συνδέονται με τις ασθένειές τους, κάτι που σχετίζεται με την αρχαία λατρεία της Βραυρωνίας Αρτέμιδος. Στις μέρες μας, το κέντρο της πρωτεύουσας φιλοξενεί δύο κολόνες που διαπιστωμένα σχετίζονται με τελετουργικά περιάροσης προηγούμενων αιώνων. Η πρώτη, ρωμαϊκής περιόδου του 2ου μεταχριστιανικού αιώνα, βρίσκεται στην οδό Μισαραλιώτου. Πρόκειται για την κολόνα που χρησιμοποιήθηκε ως σφραγίδα του τάφου των βοδιών κατά την περιάροση του 1789. Η παλαιότερη θέση ήταν ανάμεσα στο Ηρώδειο και στο θέατρο του Διονύσου. Ο κίονας αυτός «ήταν ανέκαθεν ορατός και αναφέρονται σε αυτόν οι ξένοι περιηγητές που επισκέπτονταν την Ελλάδα τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Αποτελούσε πάντοτε “σημάδι του τόπου”». Η δεύτερη εντοπίζεται στην πλατεία Φιλικής Εταιρείας, στο Κολωνάκι, σημείο στο οποίο μεταφέρθηκε από τη Δεξαμενή που βρίσκεται δίπλα στο Αδριάνειο Υδραγωγείο. Έδωσε το όνομά της σε ολόκληρη της περιοχή και πρόκειται και εδώ για κολόνα περιάροσης, το τελετουργικό για την οποία πρέπει να έγινε αρκετά χρόνια πριν από το αντίστοιχο του 1789. Μέχρι πρόσφατα οι Έλληνες κολλούσαν με δύο μπαλίτσες κεριού μία τρίχα ή μία κλωστή από την κάλτσα του ασθενούς του οποίου επεδίωκαν τη θεραπεία.

Ο Βωμός των Δώδεκα Θεών: Εκεί όπου οι Αθηναίοι πρόσφεραν τα δάκρυά τους

O Βωμός των Δώδεκα Θεών χρησίμευε ως αφετηρία μέτρησης αποστάσεων (σταδιασμός), όπως σήμερα είναι αφετηρία μέτρησης η πλατεία Συντάγματος. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO

Κάπου ανάμεσα στον ναό και βωμό του Άρεως και στην Ποικίλη Στοά, στον χώρο της Αρχαίας Αγοράς, στην κεντρική περιοχή και πάνω στον τοίχο κοντά στη σιδηροδρομική γραμμή μόλις που ξεχωρίζει μέσα στη βλάστηση ένα τμήμα του περίβολου του Ιερού των Δώδεκα Θεών. Ο περιηγητής Παυσανίας το ονομάζει Βωμό του Ελέους, του θεού της ευσπλαχνίας. Αδιάψευστος μάρτυρας του ιερού, η επιγραφή που διακρίνεται ανάμεσα στις πέτρες που χορτάριασαν: «Λέαγρος ανέθεκεν, Γλαύκωνος δώδεκα θεοίσιν», δηλαδή «Ο Λέαγρος, γιος του Γλαύκωνος, αφιέρωσε το άγαλμα [που δεν υπάρχει πια] στους δώδεκα θεούς». Ο Θουκυδίδης δίνει την πληροφορία πως ο Πεισίστρατος, γιος του Ιππία και εγγονός του φημισμένου Πεισίστρατου, ίδρυσε στην Αγορά ένα ιερό αφιερωμένο στους δώδεκα θεούς του Ολύμπου. Το ιερό ήταν ένας τετράγωνος περιφραγμένος χώρος με έναν βωμό στο κέντρο. Καταστράφηκε από τους βαρβάρους του Ξέρξη και ξαναχτίστηκε από τους Αθηναίους στο τέλος του Χρυσού Αιώνα. Επειδή βρισκόταν σε πολύ κεντρικό σημείο της Αγοράς, ο Βωμός των Δώδεκα Θεών χρησίμευε ως αφετηρία μέτρησης αποστάσεων (σταδιασμός), όπως σήμερα είναι αφετηρία μέτρησης η πλατεία Συντάγματος. Επίσης, το ιερό υπήρξε το κατεξοχήν άσυλο για τους διωκόμενους. Φαίνεται ότι ακόμα και στα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια εξακολουθούσε να είναι τόπος ασυλίας, γι’ αυτό ο Παυσανίας τον αναφέρει ως Βωμό του Ελέους. Σύμφωνα με τον Φιλόστρατο, ο θεός Έλεος λατρευόταν από τους Αθηναίους ως δέκατος τρίτος θεός. Σε αυτό τον εύσπλαχνο θεό δεν έκαναν αιματηρές θυσίες ούτε αναίμακτες προσφορές αλλά πρόσφεραν τα δάκρυά τους. Επιπλέον, οι Αθηναίοι έστησαν βωμούς και λάτρεψαν την Αιδώ, την Ορμή και τη Φήμη, γι’ αυτό και ο περιηγητής Παυσανίας εξαίρει τους Αθηναίους και πιστεύει πως είναι ευτυχέστεροι των άλλων θνητών, επειδή, όπως λέει, «είναι ολοφάνερο πως σε όσους είναι ανεπτυγμένη η ευσέβεια, σε βαθμό κάπως μεγαλύτερο από το σύνηθες, σε αυτούς ανάλογη είναι και η ευτυχία».

Ως πηγές χρησιμοποιήθηκαν τα βιβλία:

Μοναστηράκι-Πλάκα, Οι γειτονιές των Θεών, Άρτεμις Σκουμπουρδή, Εκδόσεις Πατάκη

Τα Γλυπτά της Αθήνας, Υπαίθρια Γλυπτική 1834-2004, Ζέττα Αντωνοπούλου, Εκδόσεις Ποταμός

Αθήνα, Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία, Θανάσης Γιοχάλας-Τόνια Καφετζάκη, Εκδόσεις βιβλιοπωλείον της Εστίας

Αγαλματένια Κρίνα, Μηνάς Παπαγεωργίου, Εκδόσεις Δαιδάλεος