Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Ο αδιάλλακτος Έντι Ράμα και οι πιέσεις της Γερμανίας για το βέτο

Η Γερμανία προωθεί μεθοδικά εδώ και καιρό την κατάργηση του βέτο και παρότι δεν το έχει πετύχει ως τώρα, πιέζει την Ελλάδα να παραιτηθεί από το δικαίωμά της.

Ο αδιάλλακτος Έντι Ράμα και οι πιέσεις της Γερμανίας για το βέτο

Η ΕΛΛΑΔΑ ΕΔΩΣΕ ΠΟΛΥ ΧΡΟΝΟ στον Αλβανό πρωθυπουργό Έντι Ράμα για να σταματήσει την επίδειξη αυταρχισμού προς την ελληνική μειονότητα με την υπόθεση Μπελέρη, αλλά εκείνος τον άφησε να περάσει χωρίς να αλλάξει στάση, καθιστώντας μονόδρομο το ελληνικό βέτο για την ενταξιακή διαπραγμάτευση της Αλβανίας, η οποία ούτως ή άλλως στηριζόταν σε πολιτική απόφαση, καθώς ουσιαστική πρόοδο σε αυτά που όφειλε δεν έχει κάνει. 

Αλγεινή εντύπωση όμως προκαλεί και ο πολιτικός κυνισμός του Γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς, ο οποίος προκειμένου να προωθήσει την ένταξη των χωρών των δυτικών Βαλκανίων, επειδή αυτή εξυπηρετεί τα γεωπολιτικά συμφέροντα της Γερμανίας, ασκεί πίεση στην ελληνική πλευρά να υποχωρήσει από τη στάση αρχών που κρατά, παρουσιάζοντας μια υπόθεση καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως διμερές ζήτημα που δεν χρειάζεται να απασχολεί την Ε.Ε.

Η υπόθεση Μπελέρη αποτέλεσε επίσης την αφορμή για να αποκαλυφθεί πόσο θα αποδυναμωθούν τα μικρότερα κράτη-μέλη της Ε.Ε., εάν καταργηθεί το βέτο, όπως προωθεί επίμονα η Γερμανία και οι δορυφόροι της. 

Η ελληνική κυβέρνηση έχει δηλώσει πολλές φορές ότι υποστηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική των βαλκανικών χωρών, αλλά αυτή εξαρτάται και από τις δικές τους επιδόσεις στον σεβασμό του κράτους δικαίου.

Το κράτος δικαίου και ο σεβασμός των ανθρωπίνων και των μειονοτικών δικαιωμάτων αποτελούν προϋπόθεση για να προχωρήσει η ενταξιακή διαπραγμάτευση της Αλβανίας. Η Γερμανία όμως κάνει τα στραβά μάτια στη σημαντικότερη υποχρέωση των υποψηφίων κρατών μελών και χαρακτηρίζει διμερές πρόβλημα της Ελλάδας με την Αλβανία τη φυλάκιση χωρίς δίκη του μειονοτικού εκλεγμένου δημάρχου, για τον οποίο ο Έντι Ράμα είχε κάνει καμπάνια για να μην εκλεγεί. 

Η ελληνική κυβέρνηση έχει δηλώσει πολλές φορές ότι υποστηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική των βαλκανικών χωρών, αλλά αυτή εξαρτάται και από τις δικές τους επιδόσεις στον σεβασμό του κράτους δικαίου. Και είναι γεγονός ότι η Ελλάδα στηρίζει την ένταξη των χωρών αυτών, θεωρώντας ότι η διαδικασία αυτή θα συμβάλει στον εκδημοκρατισμό και τον εξευρωπαϊσμό τους. 

Το Βερολίνο προωθεί ως επείγουσα τη διεύρυνση της Ε.Ε. με την ένταξη των χωρών των δυτικών Βαλκανίων και κυρίως την προώθηση της Αλβανίας. Το ότι η Ελλάδα αντιδρά και ενίσταται αντιμετωπίζεται ως εμπόδιο που πρέπει να ξεπεραστεί. Το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει δικαίωμα βέτο, επίσης.

Όπως ανέφερε πρόσφατα άρθρο της γερμανικής DW: «Η Γερμανία προτιμά να λαμβάνονται περισσότερες αποφάσεις βάσει πλειοψηφίας, χωρίς να απαιτείται απαραιτήτως ομοφωνία. Αυτό όμως είναι κάτι που ανησυχεί πολλά μικρά κράτη-μέλη που θα έχαναν μέρος της επιρροής τους».

Ιστορικό ενταξιακής πορείας

Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Ε.Ε. με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία επιταχύνθηκαν λίγο μετά την εισβολή της Ρωσίας και τον πόλεμο με την Ουκρανία. Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη είναι και αυτή υποψήφια προς ένταξη, αλλά επειδή οι Σέρβοι της Βοσνίας θεωρούνται ρωσόφιλοι, τους έχουν εξαιρέσει. Τους υπόλοιπους σπεύδουν να τους εντάξουν όμως, με το αντίθετο σκεπτικό, «για να μην τους κερδίσει η Ρωσία». 

Η Ε.Ε. είχε ζητήσει από τα βαλκανικά κράτη να επιλύσουν τις διμερείς διαφορές που έχουν με τα γειτονικά κράτη πριν από τη σύνοδο κορυφής, για να υπάρξει πρόοδος στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις. 

Τα βαλκανικά κράτη όφειλαν επίσης, αν ήθελαν να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις, να βελτιώσουν το κράτος δικαίου, να εμβαθύνουν στη δημοκρατία και να καταπολεμήσουν τη διαφθορά. Σε αυτούς τους τομείς η Αλβανία ειδικά έκανε ελάχιστα. Αλλά η απόφαση να προχωρήσουν τη διεύρυνση είναι πολιτική, γι' αυτό και η Αλβανία παρά τις επισημάνσεις για τα μεγάλα προβλήματα στα θέματα δημοκρατίας, σεβασμού δικαιωμάτων και διαφθοράς πέρασε την αξιολόγηση και το μόνο εμπόδιό της τώρα είναι η Ελλάδα, αφού η πρόοδος των ενταξιακών διαπραγματεύσεων απαιτεί ομόφωνες αποφάσεις και η διαδικασία για μία χώρα δεν προχωρά αν ένα κράτος-μέλος ασκεί βέτο. 

Η υπόθεση της Χειμάρρας και ο Μπελέρης 

Στις 12 Μαΐου συνελήφθη στη Χειμάρρα με την κατηγορία της εξαγοράς ψήφων, δύο μέρες πριν από τις δημοτικές εκλογές, ο υποψήφιος δήμαρχος και μέλος της ελληνικής μειονότητας Φρέντι Μπελέρης, ο οποίος και κέρδισε. Σήμερα παραμένει στη φυλακή, όπου έχει συμπληρώσει 6 μήνες, χωρίς να έχει δικαστεί και εμποδίζεται να ορκιστεί, ενώ ο Αλβανός πρωθυπουργός, Έντι Ράμα με τις δηλώσεις του όχι μόνο επιχειρεί να επηρεάσει ή να φοβίσει τους δικαστές, αλλά και να προκαταλάβει τη δικαιοσύνη της χώρας του.

Η ελληνική μειονότητα μιλά από την αρχή για υποκινούμενη δίωξη και υποστηρίζει ότι το κατηγορητήριο είναι κατασκευασμένο. Λέει ότι αυτό συνέβη επειδή ο Μπελέρης δεν θα ήταν ένας βολικός δήμαρχος για τα σχέδια που έχει για την τουριστική ανάπτυξη της Χειμάρρας το πολιτικό επιχειρηματικό περιβάλλον του Έντι Ράμα που κάνει δουλειές εκεί.

Η μειονότητα έχει καταγγείλει εδώ και χρόνια ότι άνθρωποι του Έντι Ράμα προσπαθούν να πάρουν τη γη τους, μετερχόμενοι διαφόρων τεχνασμάτων και οι καταγγελίες αυτές είχαν φτάσει και στο Ευρωκοινοβούλιο. Πάντως όσα και να καταλογίζει η ελληνική μειονότητα στον Έντι Ράμα, η αντιπολίτευση του επιρρίπτει πολύ περισσότερα.

Συμπόρευση με την αντιπολίτευση 

Η εκπρόσωπος τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Δώρα Αυγέρη, δήλωσε εχθές ότι «για τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, το γεγονός ότι δεν επιτρέπεται στον εκλεγμένο δήμαρχο Χειμάρρας να ορκιστεί, με ευθύνη της αλβανικής κυβέρνησης, είναι ζήτημα κράτους δικαίου, επομένως είναι και ένα ζήτημα που επηρεάζει την ενταξιακή πορεία της γειτονικής χώρας στην Ε.Ε.». 

Υποστήριξε ότι και ο Αλέξης Τσίπρας είχε βάλει βέτο στην Αλβανία για τα θέματα της μειονότητας και πως είχε πετύχει να μπει στην απόφαση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε. ότι «τα ζητήματα του αυτοπροσδιορισμού αλλά και της περιουσιακής κατάστασης της μειονότητας είναι ένα κριτήριο για την ενταξιακή πορεία της Αλβανίας». Η κ. Αυγέρη άσκησε κριτική στην κυβέρνηση για υποχωρητική στάση το προηγούμενο διάστημα, αλλά δεν διαφοροποιήθηκε επί της ουσίας.

Η αντιμετώπιση της υπόθεσης Μπελέρη και η στάση έναντι της αλβανικής κυβέρνησης είναι κοινή με τους περισσότερους στην αντιπολίτευση. Ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Παπανδρέου, έχει χαρακτηρίσει τη σύλληψη Μπελέρη ως «πράξη πολιτικού εκφοβισμού», έχει εκφράσει τη διαμαρτυρία του στη διάσκεψη των Πρέσβεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την είχε αναφέρει στο Ευρωκοινοβούλιο. «Η Ελλάδα στηρίζει διαχρονικά την ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας καθώς και όλων των χωρών των Βαλκανίων», είχε πει, «όμως, τέτοιες ενέργειες δεν συνάδουν με την ομαλή ενταξιακή πορεία της Αλβανίας στην Ε.Ε. Πρέπει να προστατεύσουμε τα δικαιώματα της ελληνικής εθνικής μειονότητας της Αλβανίας». 

Στην υπόθεση αυτή οι περισσότεροι συμφωνούν και κρατούν ενιαία, πάνω-κάτω, στάση. Τα θέματα αυτά άλλωστε είναι πιθανόν να συζητηθούν και στην προεκλογική περίοδο των ευρωεκλογών. Αυτό που δεν έχει συζητηθεί ανοιχτά ακόμα είναι η στάση των κομμάτων απέναντι στην πίεση της Γερμανίας για να καταργηθεί το βέτο. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πρόσφατη ψηφοφορία στο Ευρωκοινοβούλιο κανένας ευρωβουλευτής δεν δημοσιοποίησε τι ψήφισε, ούτε αιτιολόγησε τη θέση του, παρότι πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα.