Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Άφαντος ο «πολυδύναμος εκσυγχρονισμός» στην αντιμετώπιση κρίσεων

Όλοι γνωρίζουν ότι χρειάζεται να διορθωθούν οικιστικά και περιβαλλοντικά εγκλήματα πολλών δεκαετιών, όπως επισημαίνουν διαρκώς οι ειδικοί, αλλά η κριτική εστιάζεται στο ότι δεν έγιναν ούτε αυτά που μπορούσαν να έχουν γίνει.

Άφαντος ο «πολυδύναμος εκσυγχρονισμός» στην αντιμετώπιση κρίσεων


ΣΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΜΑΞΙΜΟΥ άργησαν, αλλά κατάλαβαν πως δεν ξεκίνησαν καλά, κυρίως επειδή έλαβαν τα πρώτα μηνύματα από πληροφορίες για δημοσκοπήσεις που διενεργούνται και καταγράφουν δυσαρέσκεια. Η κατανόηση ότι κάτι πάει λάθος, ωστόσο, δεν συνοδεύεται από άμεσες και ουσιαστικές διορθωτικές κινήσεις για την ώρα, καθώς το επιτελείο του πρωθυπουργού αντιλαμβάνεται το πρόβλημα κυρίως ως επικοινωνιακό και όχι ως πολιτικό.

Ο πρωθυπουργός, όλο αυτό το διάστημα, απολάμβανε την αποδοχή που έχει αποκτήσει μετά και την πρόσφατη εκλογική του νίκη, η οποία τον καθιστά τον ισχυρότερο πολιτικό ηγέτη της κεντροδεξιάς στην Ε.Ε.· παρομοίως απολάμβανε την επίτευξη του στόχου της επενδυτικής βαθμίδας. Η οικονομία με τον τουρισμό και οι διεθνείς σχέσεις είναι οι βασικοί τομείς στους οποίους εστιάζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αφήνοντας πίσω σχεδόν όλα τα υπόλοιπα, ως μικρότερης σημασίας. Η υποβάθμιση όμως, πρακτικά, παρά τη θεωρητική ανάδειξη, των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και η μη αυστηρή επιτήρηση της υλοποίησης των εξαγγελιών του υπουργείου Πολιτικής Προστασίας τα τελευταία δύο χρόνια είχαν ως συνέπεια σημαντικές καθυστερήσεις, τις οποίες όλοι διαπίστωσαν μετά τις πρόσφατες πυρκαγιές και τις πλημμύρες.

Δύο χρόνια μετά και έπειτα από δύο μεγάλες καταστροφές που δεν αντιμετωπίστηκαν επιτυχώς, διαπιστώθηκε ότι, πλην κάποιων προμηθειών σε μέσα πυρόσβεσης, σχεδόν τίποτε απ’ όσα είχαν εξαγγελθεί δεν είχε γίνει.

Το να ρίξει κανείς την ευθύνη στον υπουργό Πολιτικής Προστασίας, Βασίλη Κικίλια, και να ξεμπερδέψει είναι η εύκολη λύση. Ο Βασίλης Κικίλιας, ωστόσο, είναι υπουργός δυόμισι μηνών και αντικειμενικά δεν είναι εκείνος που ευθύνεται για την ανυπαρξία μηχανισμού στο υπουργείο στο οποίο τοποθετήθηκε μετά τις εκλογές. Αντιθέτως, η δημιουργία του υπουργείου Πολιτικής Προστασίας, που ανακοινώθηκε πριν από δύο χρόνια από τον πρωθυπουργό είχε παρουσιαστεί ως η κίνηση που θα τα άλλαζε όλα και ο Χρήστος Στυλιανίδης, στον οποίο είχε ανατεθεί, παρουσιάστηκε ως το πλέον κατάλληλο πρόσωπο γι’ αυτήν τη δουλειά. 

Πλημμυρισμένες εκτάσεις στη Γιάννουλη της Λάρισας. Φωτ.: Nick Paleologos/ SOOC

Δύο χρόνια μετά και έπειτα από δύο μεγάλες καταστροφές που δεν αντιμετωπίστηκαν επιτυχώς, διαπιστώθηκε ότι, πλην κάποιων προμηθειών σε μέσα πυρόσβεσης, σχεδόν τίποτε απ’ όσα είχαν εξαγγελθεί δεν είχε γίνει. Όχι μόνο δεν πραγματοποιήθηκε καμία μεταρρύθμιση στο σύστημα Πολιτικής Προστασίας αλλά το αρμόδιο υπουργείο δεν κατάφερε καν να κινήσει διαδικασίες για να συντονίζει και να ελέγχει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, όπως είχε ειπωθεί ότι θα γινόταν ‒ αυτή ήταν μία από τις βασικές αποστολές του όταν δημιουργήθηκε.

Ο κ. Κικίλιας αποκάλυψε σε πρόσφατη συνέντευξή του ότι όταν παρέλαβε το υπουργείο μόλις το 1% του περίφημου προγράμματος ΑΙΓΙΣ (το οποίο είχε ανακοινωθεί από το 2021) είχε προχωρήσει. Ούτε η αναβάθμιση του 112 ούτε η απόκτηση έξυπνων συστημάτων εναέριας παρακολούθησης και θερμικών καμερών που εντοπίζουν τον καπνό είχε προχωρήσει, όπως και πολλά ακόμα. «Το κύριο μέρος της δουλειάς του πολιτικού προϊσταμένου ενός υπουργείου είναι να μπορέσει να σχεδιάσει ‒γι’ αυτό αναβαθμίστηκε από γενική γραμματεία σε υπουργείο‒ τις πολιτικές έτσι ώστε να μπορεί να προστατέψει στο μέλλον», είπε ο υπουργός με έμφαση, αφήνοντας σαφείς αιχμές. 

Ενδεχομένως ο κ. Κικίλιας να προέβη σε αυτή την αποκάλυψη για να προστατευθεί απ’ όσους θα του ρίξουν την ευθύνη, αλλά είναι αλήθεια αυτό που είπε για την προετοιμασία που δεν είχε γίνει και για την οποία μέχρι πρότινος ούτε λογοδοσία υπήρχε ούτε διαφάνεια. Η ανυπαρξία μηχανισμού αντιμετώπισης κρίσεων στο αρμόδιο υπουργείο ήταν προφανής άλλωστε στις πλημμύρες της Θεσσαλίας, γι’ αυτό και η αντιμετώπιση της κρίσης στηρίχθηκε κυρίως στη συνεργασία με το υπουργείο Εθνικής Άμυνας και τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας.

Σοβαρές αδυναμίες, ωστόσο, εξακολουθούν να αποκαλύπτονται διαρκώς. Η δολοφονία του οπαδού της ΑΕΚ από χούλιγκαν αποκάλυψε μια πολύ προβληματική κατάσταση στην αστυνομία, για την οποία κανείς δεν ανέλαβε την πολιτική ευθύνη, και το πρόσφατο έγκλημα στο λιμάνι του Πειραιά αποκάλυψε την ανομία και τα κενά που υπάρχουν (και) στα λιμάνια. 

Οι διορθωτικές κινήσεις του πρωθυπουργού

Οι δύο αλλαγές που έχει κάνει ως τώρα στη νέα του κυβέρνηση ο πρωθυπουργός, αποσύροντας τον Νότη Μηταράκη μετά τις πυρκαγιές, επειδή έκανε διακοπές, και τον Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη μετά το τραγικό περιστατικό στο Λιμάνι του Πειραιά, αντικαθιστώντας τους με τον Γιάννη Οικονόμου και τον Χρήστο Στυλιανίδη στα αντίστοιχα υπουργεία, όχι μόνο δεν επιδοκιμάστηκαν αλλά ενέτειναν τον προβληματισμό και την ανησυχία, ακόμα και στη βάση του κόμματος. Ο Γιάννης Οικονόμου, γεωπόνος και άπειρος τόσο στη διοίκηση όσο και στα θέματα δημόσιας τάξης, θα πετύχει εκεί όπου οι προηγούμενοι δεν τα κατάφεραν, με την παραβατικότητα και το έγκλημα να έχουν ξεφύγει στη χώρα;

Μερικά μόνο από τα πρόσφατα περιστατικά, όπως αυτό με τους Κροάτες χούλιγκαν που διέσχισαν τη μισή χώρα χωρίς να τους σταματήσει κανείς, παρά τις έγκαιρες προειδοποιήσεις, αλλά και με τους διαβόητους Τούρκους μαφιόζους που ζούσαν ανενόχλητοι στη Λούτσα, αρκούν για να καταδείξουν την ανησυχητική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η δημόσια ασφάλεια στη χώρα. Η κυβέρνηση δεν έχει παρουσιάσει καμία πρόοδο στην αντιμετώπιση ενός ζητήματος που, θεωρητικά, έχει ψηλά στην ατζέντα της και η τοποθέτηση στη θέση αυτή του Γιάννη Οικονόμου δεν πείθει ότι το Μέγαρο Μαξίμου ασχολείται σοβαρά με αυτό. 

Ο Χρήστος Στυλιανίδης, παρότι δεν κρίθηκε πετυχημένος και κατάλληλος για να συνεχίσει στο πόστο που του είχε αναθέσει ο πρωθυπουργός στη συγκρότηση του υπουργείου Πολιτικής Προστασίας, αντικαθιστά τώρα τον Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη στο υπουργείο Ναυτιλίας. Έτσι, από εκεί που ήταν εξαφανισμένος και τον αναζητούσαν να απαντήσει γιατί δεν έγιναν όσα είχε εξαγγείλει για την αντιμετώπιση των κρίσεων, βρέθηκε να ορκίζεται υπουργός Ναυτιλίας.

Η εξήγηση που διέρρεε αυτές τις μέρες προς τα ΜΜΕ από κάποια κυβερνητικά στελέχη είναι ότι τοποθετείται εκεί «για να αντιμετωπίσει τις αυξημένες ροές στο μεταναστευτικό, που έχουν ανησυχήσει την κυβέρνηση». Οι αυξημένες ροές μεταναστών, όμως, παρατηρούνται επειδή η κυβέρνηση, μετά τις εκλογές, έχει αλλάξει πολιτική και έχει σταματήσει αυτό που αποκαλούσε «αποτροπές», γι’ αυτό έχουν σταματήσει και οι καταγγελίες για pushback. 

Η αλλαγή πολιτικής στο μεταναστευτικό έχει ικανοποιήσει ορισμένους, αλλά έχει δυσαρεστήσει άλλους, καθώς είναι ένα θέμα που διχάζει βαθιά, ακόμα και την ίδια την Ε.Ε. Δυσαρεστημένοι εδώ είναι οι κάτοικοι στα νησιά και στον Έβρο αλλά και ένα τμήμα παραδοσιακών ψηφοφόρων της ΝΔ που απαιτούν αυστηρή μεταναστευτική πολιτική. 

Στην κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ κανένας δεν κατάλαβε γιατί ο πρωθυπουργός έβαλε στην κυβέρνηση κάποιον που κρίθηκε αποτυχημένος στο προηγούμενο πόστο που του είχε ανατεθεί και η αποτυχία αυτή είναι και στην επικαιρότητα. Ορισμένοι τού αποδίδουν σημαντικές ευθύνες για την καταστροφή στον Έβρο και τη Θεσσαλία, υποστηρίζοντας ότι δεν έφτιαξε κανένα μηχανισμό και έπρεπε να κληθεί ο στρατός για να σωθεί ο κόσμος.

Βουλευτές που δεν κρύβουν την απογοήτευση και τη δυσαρέσκειά τους υποστηρίζουν ότι ο πρωθυπουργός μπορούσε, στη θέση του Βαρβιτσιώτη που απέσυρε, να βάλει ένα ικανό στέλεχος με ισχυρό συμβολισμό, δείχνοντας ότι πήρε το μήνυμα. Βέβαια, η πρώτη επιλογή το 2021 για το υπουργείο Πολιτικής Προστασίας είχε προκαλέσει μεγαλύτερο σεισμό στη ΝΔ, καθώς ήταν ο πρώην υπουργός Άμυνας και στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, Ευάγγελος Αποστολάκης, ο οποίος στη συνέχεια άλλαξε γνώμη και αρνήθηκε την υπουργοποίησή του. 

Κανείς, ούτε η αντιπολίτευση, δεν ισχυρίζεται ότι η κυβέρνηση είχε δύο απλές κρίσεις να αντιμετωπίσει και ότι θα μπορούσε να τα καταφέρει χωρίς να καταστραφεί τίποτα. Όλοι γνωρίζουν ότι χρειάζεται να διορθωθούν οικιστικά και περιβαλλοντικά εγκλήματα πολλών δεκαετιών, όπως επισημαίνουν διαρκώς οι ειδικοί. Η κριτική εστιάζεται στο ότι δεν έγιναν ούτε αυτά που μπορούσαν να έχουν γίνει.

Στις 2 Αυγούστου, όταν το ΚΥΣΕΑ συνεδρίασε στο Μέγαρο Μαξίμου για τον σχεδιασμό της αντιμετώπισης των πυρκαγιών, της πυρασφάλειας και της πορείας υλοποίησης του προγράμματος πολιτικής προστασίας ΑΙΓΙΣ (το οποίο στην πραγματικότητα είχε κολλήσει) δεν υπήρξε καμία ενημέρωση, καθόλου λογοδοσία και καμία διαφάνεια. Ακόμα πιο ανησυχητικό όμως είναι ότι κανένας στην κυβέρνηση και το Μέγαρο Μαξίμου δεν φαίνεται να έχει πλήρη εικόνα για την πορεία των έργων πολιτικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των αντιπλημμυρικών έργων.