Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Suku

Γεωργία Σαγρή, εικαστικός, γεννήθηκε στα Σεπόλια, μένει στη Νέα Υόρκη<br/>
Δημήτρης Παπαδάτος, εικαστικός, γεννήθηκε στο Νιου Τζέρσεϋ, μένει στο Παλαιό Φάληρο

Suku

Δ. Γεννήθηκα στο New Jersey. Η πιο έντονη παιδική μου ανάμνηση ήταν ένα βράδυ που έκλεψαν το σπίτι μας και ήμουν ξύπνιος. Έκανα ότι κοιμάμαι -ο κλέφτης σήκωσε το χέρι μου και έψαξε κάτω από το μαξιλάρι μου. Το πρωί οι μπάτσοι μου έδιναν συγχαρητήρια για τον ηρωισμό και την ψυχραιμία μου. Ήταν το πρώτο και το τελευταίο καλό πράγμα που άκουσα ποτέ από ένστολο.

Γ. Εγώ μεγάλωσα στα Σεπόλια και τώρα όταν γυρίζω από τη Νέα Υόρκη μένω στο πατρικό μου. Πριν γίνει η στάση του μετρό, τα Σεπόλια ήταν μια άγνωστη γειτονιά κι ας είναι μόνο δέκα λεπτά από το κέντρο. Τώρα έχουν αλλάξει πολύ -χάνονται τα χαμηλά σπίτια με τις αυλές και χτίζονται πολυκατοικίες με γκαράζ.

Δ. Μένω στο Παλαιό Φάληρο, αλλά και στα Εξάρχεια ή και στην Πλάκα σε σπίτια φίλων. Δεν έχω σταθερό ορμητήριο -το βρίσκω βαρετό.

Γ. Μεγαλώνοντας ήταν αυτονόητο ότι θα ασχοληθώ με τα εικαστικά. Δε σκέφτηκα ποτέ να κάνω κάτι άλλο. Άρχισα να κάνω performances σε δημόσιους χώρους όταν ήμουν ακόμα στη σχολή Καλών Τεχνών. Ξεκίνησα σπασμωδικά -μ' ενδιέφερε πολύ να κάνω πράγματα με το σώμα μου. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει ιδιαίτερο παρελθόν στα performances -έκανα πράγματα για να δω πώς το έκαναν αλλού στα 70ς. Η σχέση που είχα με τους ανθρώπους εδώ αλλά και με το κοινό ήταν ή πολύ θετική ή πολύ αρνητική. Κάποιοι μ' έβριζαν. Νόμιζαν πως γούσταρα να μπω σε ένα γυάλινο κλουβί ή πως ήθελα να επιδεικνύω το σώμα μου. Έφυγα απ' την Αθήνα πριν από ένα χρόνο -ένιωσα πως δεν είχα να κάνω κάτι άλλο πέρα από αυτό που είχα ήδη κάνει. Τους περισσότερους ανθρώπους που δουλεύουν εδώ τους ξέρω. Και δεν μου αρέσουν τα συναινετικά χτυπήματα στον ώμο.

Δ. Εγώ ήμουν δυόμισι χρόνια στη Νέα Υόρκη - σπούδαζα εικαστικά. Tώρα ετοιμάζω εκθέσεις, κάνω εικονογραφήσεις. Δουλεύω και ως γραφίστας - καθαρά από βίτσιο.

Δ. Γνωριστήκαμε ένα βράδυ πριν από δύο χρόνια στο βιβλιοπωλείο Futura στο Μεταξουργείο. Κατά τις 5 το πρωί καταλήξαμε σε ένα ρεμπετάδικο, την « Κοταρού», πίσω από το σταθμό Λαρίσης που έχει κότες και κοκόρια -όταν ξημέρωσε άρχισαν να κακαρίζουν.

Γ. Όταν ξαναειδωθήκαμε αρχίσαμε να παίζουμε μουσική σχεδόν αμέσως. Πάντα είχαμε κόλλημα με τη μουσική. Εγώ παίζω από μικρή βιολοντσέλο.

Δ. Ο πρώτος δίσκος μας γράφτηκε όλος στο σπίτι της Γεωργίας μ' ένα πιάνο, ένα κλαρίνο που μας είχε δώσει ένας φίλος μας , το βιολοντσέλο, ένα βραστήρα, μια κιθάρα και μια μαρίμπα.

Δ. Το όνομα Suku βγήκε μια μέρα που κάναμε πλάκα . Λέγαμε «μου-σου-του-κου».

Γ. Πολλά κομμάτια μας έχουν ελληνικό στίχο. Από τη στιγμή που είσαι στην Ελλάδα και είσαι ένα ελληνικό συγκρότημα νομίζω πως έχει ενδιαφέρον να παίζεις με αυτό.

Δ. Είναι ιδιοσυγκρασιακό αυτό που κάνουμε. Δεν έχει σχέση με το αν θα παίξουμε σωστά τις νότες. Ακόμα και οι αντιδράσεις όπως «Α, δεν ξέρουν να παίζουν μουσική» ή «Α, τι κάνουν αυτοί τώρα;»μας ιντριγκάρουν πάρα πολύ. Δεν μας ενδιαφέρει να παίξουμε κάτι που ακούγαμε όταν ήμασταν 13 -έχει μια συγκίνηση νοσταλγική αυτό αλλά τίποτα άλλο.

Γ. Στην Ελλάδα θέλουμε πολλές δόσεις αμνησίας - κολλάμε πολύ στο παρελθόν.

Δ. Όχι άλλη ρετσίνα! Όχι άλλη κιθάρα στην αμμουδιά! Πόσες συναυλίες μπορεί κανείς να αφιερώσει στον Μάνο Λόιζο; Ζει μια Λένα Πλάτωνος και είναι μέσα στο σπίτι της με μαρμελάδα κάτω από τις μασχάλες της και κοπανιέται. Η δισκογραφία στην Ελλάδα σήμερα είναι για τον πούτσο. Δεν μπορείς να το κάνεις αυτό - να έχεις το μεγαλύτερο ταλέντο που έχει βγάλει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και να έχει κατάθλιψη στο σπίτι της. Της φερθήκανε με το χειρότερο τρόπο - πήγαινε τη μουσική της στις δισκογραφικές και της μιλάγανε σαν να ήτανε η τελευταία σκυλοτραγουδίστρια.

Γ. Όχι, αν ήταν σκυλοτραγουδίστρια δεν θα της μίλαγαν έτσι -το αντίθετο μάλλον. Αν δεν είσαι καλτ ή κιτς είναι δύσκολο να κάνεις οτιδήποτε στην Ελλάδα.

Γ. Αγαπάω πολύ την Αθήνα. Μου αρέσει η αναρχική, χαοτική πολεοδομία της, τα στενά και οι αφίσες στους δρόμους, η ελευθερία της αρχιτεκτονικής της - που δεν απαγορεύεται ακόμα το κάπνισμα στα καφέ και στα μπαρ.

Δ. Μου αρέσει ο περιφερειακός του Φιλοπάππου, η Άνω Κυψέλη, ο φάρος στο Φάληρο με το πράσινο φως, όχι ο άλλος με τα ζευγαράκια και τους μπάτσους-voyers, η θέα από το βουνό στην Πετρούπολη, νομίζω πως λέγεται Άγιος Νικόλαος το σημείο.

Γ. Με εκνευρίζει που οι αρχαιολογικοί χώροι έχουν είσοδο και δεν είναι ανοιχτοί το βράδυ για να κάνουμε βόλτες ή να βλέπουμε την ανατολή. Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να πηδάμε τα κάγκελα!

Γ. Μισώ το μετρό - νομίζω πως είναι το πιο ανέκφραστο κομμάτι της πόλης μας.

Δ. Οι Αθηναίοι; Ποιοι είναι Αθηναίοι στην Αθήνα; Ξέρω ελάχιστους.

Γ. Δε βγαίνω πολύ εκτός κι αν είναι να πάω σινεμά στο Άστυ ή στο Αλφαβίλ, να πάω σε σπίτια φίλων. Μ' αρέσει να κάνω βόλτες κυρίως αργά το βράδυ λίγο πριν το ξημέρωμα: Λιοσίων, Εξάρχεια, Ερμού, Αθηνάς, Ιερά Οδός, Κεραμεικός , Γκάζι.

Γ. Η Αθήνα μου θυμίζει μια γριά πουτάνα που έχει θράσος. «Δεν έχει πολλή δουλειά απόψε», σκέφτεται.

Δ. Το καλοκαίρι θέλουμε να κάνουμε μια συναυλία σ' ένα γήπεδο ποδοσφαίρου 5x5. Με μια παιδική χορωδία σαν του Δημήτρη Τυπάλδου. Mε παγωτά και τσάι με λεμόνι.

Γ. Ναι, θα έχει λεμόνια, πολλά λεμόνια. Και τσάι, μπισκοτάκια και μικρά τοστ.

Η επόμενη δουλειά της Γεωργίας Σαγρή θα παρουσιαστεί στην 1η Μπιενάλε της Αθήνας (εγκαίνια 10 Σεπτεμβρίου). Έργα του Δημήτρη Παπαδάτου εκτίθενται μέχτι τις 2 Ιουλίου στην έκθεση «Κοινός Τόπος ΙΙΙ Urban Legends» στον Πολυχώρο «Επί Κολωνώ».