Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Ορφέας Αυγουστίδης: «Είμαι λίγο Καραγκιόζης, θες να πεις;»

Ο δημοφιλής ηθοποιός υποδύεται φέτος διπλό ρόλο στην «Κωμωδία των Παρεξηγήσεων» του Σαίξπηρ που σκηνοθετεί η Κατερίνα Ευαγγελάτου

Ορφέας Αυγουστίδης: «Είμαι λίγο Καραγκιόζης, θες να πεις;»

Σπάνια μου συμβαίνει στην απομαγνητοφώνηση μιας συνέντευξης το κείμενο να βγάζει πλήρες νόημα από την πρώτη γραφή, χωρίς να χρειάζεται συντακτική ή άλλου είδους αναδιάταξη στις προτάσεις, για να αποδοθεί η ροή της συζήτησης. Τόσο συγκεκριμένα και βαλμένα καλά (φαίνεται να) τα έχει όλα στο μυαλό του ο Ορφέας Αυγουστίδης.

Χωρίς να τον γνωρίζω, τον είχα στο μυαλό μου ως έναν άνθρωπο ευγενή, με ιδιαίτερα ανεπτυγμένη αίσθηση του χιούμορ, κι έπεσα μέσα. Γιος δύο αγαπητών ηθοποιών και πραγματικά ωραίων ανθρώπων, του Ντίνου Αυγουστίδη και της Μαρίας Τζομπανάκη, είναι ίσως αναμενόμενο να φέρει κάτι από την αύρα τους.

Από το 2005 που πρωτοεμφανίστηκε στην κινηματογραφική αναβίωση του «Λούφα Και Παραλλαγή» από τον Νίκο Περάκη μέχρι σήμερα, η παρουσία του έχει υπάρξει σταθερά αξιοπρόσεκτη σε θέατρο, κινηματογράφο και τηλεόραση. Φέτος, που το είδος της φαρσοκωμωδίας μοιάζει να έχει την τιμητική του, αναλαμβάνει να υποδυθεί, πλάι στον Νίκο Κουρή, τον διπλό ρόλο των Δρόμιου του Συρακούσιου και Δρόμιου του Εφέσιου στην «Κωμωδία των Παρεξηγήσεων» που έγραψε ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ στα τέλη του 16ου αιώνα. Το έργο αυτό των νεανικών χρόνων του Βάρδου, γεμάτο ευτράπελα, πλάνες και αστείες καταστάσεις, επελέγη από την Κατερίνα Ευαγγελάτου και ανυπομονούμε να δούμε πώς η εξαιρετική σκηνοθέτις θα μπει στον κόσμο άλλου ενός κλασικού.

Στην κουβέντα μας, πάντως, καταφέραμε να χωρέσουμε μέσα σε ένα μισάωρο το νόημα της τέχνης, την αντίληψη του χιούμορ, την Πάμελα Άντερσον και τον Ζακ Κωστόπουλο.

Εγώ προσωπικά δεν μπορώ να αντλώ υλικό από το θέατρο. Πρέπει να το φέρνω απ' έξω. Άλλοι λειτουργούν διαφορετικά. Αυτό που απαιτεί το θέατρο για μένα εκπορεύεται από τον τρόπο που τοποθετείσαι στη ζωή σου, από το πώς διυλίζεις το περιβάλλον σου.

— Ορφέα, είσαι χαρούμενος αυτή την περίοδο;

Ναι, γιατί εξακολουθώ να κάνω αυτό που μου αρέσει. Κάθε σεζόν, κάθε δουλειά είναι ένα στοίχημα. Γίνεται επαναδιαπραγμάτευση ξανά και ξανά σε σχέση με το αν έχεις κάνει σωστή επιλογή, αν επενδύεις προς τη σωστή κατεύθυνση. Όχι ότι υπάρχουν και πολλές επιλογές πλέον, όμως είμαι ευγνώμων που εξακολουθώ και νιώθω έτσι. Επίσης, ξεκουράστηκα. Φροντίζω το καλοκαίρι να δίνω λίγο χώρο στον εαυτό μου για να παίρνει μια ανάσα. Η αλήθεια είναι βέβαια ότι δεν κουράζομαι ιδιαίτερα. Θα πρέπει να κουβαλάω πέτρες για να κουραστώ πραγματικά.

— Δεν κουράζεσαι επειδή κάνεις αυτό που θες;

Έχει να κάνει με τον χώρο που δίνεις στον εαυτό σου για να φεύγεις από αυτό που κάνεις. Εγώ προσωπικά δεν μπορώ να αντλώ υλικό από το θέατρο. Πρέπει να το φέρνω απ' έξω. Άλλοι λειτουργούν διαφορετικά. Αυτό που απαιτεί το θέατρο για μένα εκπορεύεται από τον τρόπο που τοποθετείσαι στη ζωή σου, από το πώς διυλίζεις το περιβάλλον σου.

— Πώς τοποθετείσαι στη ζωή σου;

Όχι θεωρητικά τουλάχιστον, οπότε δεν μπορώ να σ' το ορίσω τόσο απλά και καθαρά ώστε να χωρέσει σε μια συνέντευξη. Προσπαθώ όσα λέω ότι πιστεύω να είναι αυτά που κάνω, να είμαι συνεπής. Αυτό με γλιτώνει από μπερδέματα, από παρεξηγήσεις εσωτερικές, από πολλές ενοχές. Κάπως γαληνεύω μέσα σου. Θέλω οι προσδοκίες μου να είναι ρεαλιστικές, να αποδέχομαι τον εαυτό μου, τα λίγα μου, τα κομμάτια στα οποία είμαι μέχρι εκεί.

Ξέρεις, δεν είναι κακό πράγμα η μανιέρα, δύσκολα τη φτιάχνεις και πέρα από τεχνική και αρχίδια θέλει και προσωπικότητα για να τη στηρίξεις. Χωρίς προσωπικότητα δεν υπάρχει μανιέρα και δεν μπορείς να πατήσεις στη σκηνή μόνος σου και να σύρεις ένα έργο. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LiFO

— Εσύ τελικά ποσοτικοποιείς τα πράγματα;

Ναι, γιατί εδώ μεγάλωσα. Σε έναν πολιτισμό και μια κοινωνία που έχει ανάγκη να το κάνει.

— Έχουμε ανάγκη από μέτρα και σταθμά;

Η κοινωνία έχει ανάγκη να ωθεί τους ανθρώπους να εκπαιδευτούν με συγκεκριμένο τρόπο, να καλλιεργηθούν έτσι όπως καλλιεργούνται. Δηλαδή αυτός που διαβάζει πολύ είναι καλύτερος από αυτόν που διαβάζει λιγότερο. Προσπαθώ να μην αντιλαμβάνομαι τον χρόνο και τη ζωή μου με αυτό τον τρόπο. Δυστυχώς δεν το καταφέρνω πρωτογενώς, σαν σε μια αντίδραση που είναι στο DNA μου, αλλά με προπόνηση.

— Και πάτε να κάνετε τώρα με την Κατερίνα Ευαγγελάτου κάτι μεγάλο.

Κι αυτό είναι σχετικό, έχει να κάνει με το τι θα πει μεγάλο.

— Πες μου πόσο βαριόσουν τον Σαίξπηρ όταν ήσουν μικρότερος.

Ακόμα και στη σχολή άργησα να πάρω μπροστά. Γενικά, όταν εμένα μου λέγανε τι πρέπει να διαβάσω, είχα θέμα. Ακόμα και τώρα συμβαίνει, γι' αυτό έχω τόση μεγάλη ανάγκη να μου αρέσει αυτό που κάνω. Νομίζω ότι αν δεν μπορούσα να βρω τρόπους να συνδέομαι με τη δουλειά μου, θα ήμουν η χειρότερη παρουσία σε έναν χώρο εργασιακό. Ενεργειακά μιλώντας.

— Η «Κωμωδία των Παρεξηγήσεων» έχει στοιχεία φάρσας. Τι συμβαίνει εκεί;

Είναι και η κατάσταση, η συνθήκη που δημιουργεί το γέλιο, πέρα από την ατάκα. Είναι η παρεξήγηση, όπως λέει και ο τίτλος, δηλαδή ότι οι ήρωες θεωρούν πως η αλήθεια είναι κάτι άλλο από αυτό που είναι. Οι θεατές τη γνωρίζουν και αυτό δημιουργεί πλάκα, γιατί στέκονται απέναντι από τον ήρωα γνωρίζοντας κάτι που αυτός δεν ξέρει και του δημιουργεί συνεχώς πρόβλημα. Αυτό το στοιχείο είναι πολύ γαργαλιστικό, χρησιμοποιήθηκε αργότερα σε σπουδαίες ταινίες και δημιούργησε μια ολόκληρη σχολή κινηματογράφου και θεάτρου, το σλάπστικ, με όνομα εμπνευσμένο από το όργανο που χρησιμοποιούσαν στην κομέντια ντελ άρτε για να κάνουν θόρυβο.

— Έχει όλα αυτά τα γκαγκ, τις αδέξιες κινήσεις...

... το ξύλο, την έννοια της βίας χωρίς τραυματισμούς. Αργότερα μετεξελίχθηκε χάρη στον αμερικανικό κινηματογράφο –και όχι μόνο σε αυτόν– σε κλανιές, πορδές, έναν συνδυασμό με άρωμα Αριστοφάνη, το λεγόμενο σκατολογικό χιούμορ, που για κάποιο λόγο, ακόμα και τους πιο σοβαροφανείς ανθρώπους τους κάνει ενίοτε, σε προσωπικές στιγμές, να ξεκαρδίζονται.

Ορφέας Αυγουστίδης - Νίκος Κουρής, στην «Κωμωδία των Παρεξηγήσεων» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου. Φωτο: Πάνος Γιαννακόπουλος

— Νομίζω ότι σε μια φάρσα είναι στοίχημα το αν το κοινό θα γελάσει ή όχι. Θα γελάσουμε με αυτό που θα μας παρουσιάσετε;

Δεν ξέρω αν ο στόχος ενός καλλιτέχνη, ενός σκηνοθέτη, ενός ολόκληρου θιάσου είναι να γελάσουν όλοι. Τότε ανοίγεις τις μοίρες της απεύθυνσης τόσο πολύ που αρχίζει και χάνει την πυκνότητά του ο στόχος. Πρόσεξε όμως, δεν είναι εξειδικευμένης απεύθυνσης η παράσταση. Η Κατερίνα απευθύνεται στον κόσμο, γενικά, μέσα από τις παραστάσεις της.

— Βέβαια, δεν κάνει παραστάσεις για τον εαυτό της.

Γι' αυτό και ο κόσμος θέλει να τις βλέπει. Εδώ είχε πολύ συγκεκριμένο πράγμα η Κατερίνα στο μυαλό της και ταυτόχρονα πολύ ανοιχτό σε σχέση με τις προσωπικότητες των ηθοποιών της.

— Εν τέλει δεν υπάρχει και αντικειμενικότητα στο χιούμορ.

Γι' αυτό σου λέω πόσο ωραία έχει πάρει η Κατερίνα από τους ηθοποιούς το χιούμορ τους. Εγώ θα γέλαγα, γιατί αυτό που κάνω –και κάνουμε– είναι κάτι που το θεωρώ αστείο και υπάρχουν πράγματα που ακόμα δεν έχω καταλάβει πόσο αστεία είναι και πόσο αστεία μπορούν να γίνουν, βάζοντας μέσα και το κοινό. Μπορεί και να μη γελάσει και κανείς, τι να σου πω. Αν ξέραμε από τώρα ότι θα γελούσαν όλοι, δεν θα προσπαθούσαμε τόσο πολύ στην πρόβα.

— Έχω την αίσθηση, χωρίς να γνωριζόμαστε, ότι είναι ένας άνθρωπος με πολύ χιούμορ, που είναι αστείος στις παρέες, που έχει πλάκα. Ισχύει αυτό;

Θα πρέπει να ρωτήσεις τους φίλους μου.

— Νομίζω ότι φαίνεται και από τον τρόπο που παίζεις. Το πρόσωπό σου είναι εύπλαστο, το πειράζεις...

Είμαι λίγο Καραγκιόζης, θες να πεις...

— Με την καλή έννοια.

Μπορεί να με απελευθερώνει αυτό, να ξορκίζω τις κακές στιγμές. Νομίζω ότι έχω αυτή την τάση και στην προσωπική μου ζωή. Νιώθω ότι είναι ένα ωραίο φάρμακο. Δεν σου λέω ότι είναι η αλήθεια, ότι το χιούμορ αντικατοπτρίζει τα πάντα. Είναι ένα όχημα για να κάνει τα πάντα λιγότερο επίπονα. Τα συμβάντα είναι συμβάντα, το θέμα είναι πώς θα τα υποδεχτείς.

— Με τα μαλλιά σας τι συνέβη στην promo φωτογράφιση;

Τώρα να δεις τι θα γίνει. Θα είναι χειρότερα.

Η Κατερίνα (Ευαγγελάτου) είναι ένας άνθρωπος που αντιμετωπίζει τα πάντα με απόλυτη καυστικότητα. Είναι μια βαλλίστρα που εκτοξεύει συνεχώς βελάκια. Γι' αυτό, για μένα, μπορεί να αντιμετωπίσει τα πάντα. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LiFO

— Τελικά ο Κουρής και η Ευαγγελάτου είναι τόσο γαμάτοι τύποι όσο θεωρούμε;

Είναι πιο γαμάτοι γιατί δεν καταλαβαίνουν όλοι πόσο χιούμορ έχουν. Με τον Νίκο πρώτη φορά δουλεύω, δεν το ήξερα και δεν του φαινόταν. Με την Κατερίνα το είχα μυριστεί, είχαμε δουλέψει άλλη μια φορά και ήξερα ότι είναι ένας άνθρωπος που αντιμετωπίζει τα πάντα με απόλυτη καυστικότητα. Είναι μια βαλλίστρα που εκτοξεύει συνεχώς βελάκια. Γι' αυτό, για μένα, μπορεί να αντιμετωπίσει τα πάντα. Είναι θέση το χιούμορ στη ζωή ενός ανθρώπου. Έχει διαφορά το χιούμορ από την πλάκα.

— Έχουν περάσει 13 χρόνια από τις «Σειρήνες στο Αιγαίο». Από το τρέιλερ είχαμε καταλάβει τότε ότι κάτι γίνεται με σένα, από εκείνη την ατάκα «Δεν το κουνώ απ' επαέ, αν δεν μου πέψουνε τ' απολυτήριο απ' το τάγμα».

Φοβερό. Ήμουν 19 χρονών. Δεν ήξερα ότι θα γίνω ηθοποιός τότε, ακόμα και κάνοντας τη «Λούφα», παρότι ήμουν στη δραματική σχολή, σκηνοθέτης ήθελα να γίνω. Είχα άλλα όνειρα. Έκανα πολλά χρόνια να ξαναβρώ την ελευθερία που είχα σε αυτή την ταινία. Μετά ήθελα να γίνω ηθοποιός και έκανα τον ηθοποιό. Όταν το ξαναξέχασα αυτό και επέστρεψα εκεί που πιστεύω ότι βρίσκομαι τα τελευταία 5 χρόνια, τότε άρχισε να αποκτά νόημα για μένα αυτή η δουλειά. Όταν ξαναβρήκα αυτό το πράγμα που είχα τότε, που δεν ήταν να καμώνομαι, ήταν να είμαι. Όχι να διασκεδάζω αλλά να εκμεταλλεύομαι τον σκοπό αυτής της κωλοτέχνης, χωρίς ενοχές. Δεν το κάνεις για σένα αυτό το πράγμα μόνο. Πρέπει να απευθύνεσαι και ταυτόχρονα πρέπει να συνδέεσαι προσωπικά.

— Εν τω μεταξύ, στο βιογραφικό σου υπάρχει μεγάλη ποσοτική ισορροπία μεταξύ τηλεόρασης, σινεμά και θεάτρου. Πολύ σπάνια το συναντάμε αυτό.

Νομίζω ότι αυτό δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα. Τηλεόραση αφοσιωμένα δεν έχω κάνει σε πάνω από 3 σειρές. Τα άλλα μπορεί να είναι 1-2 επεισόδια. Επίσης ξεκίνησα έχοντας στο μυαλό μου ότι θα μπορώ να δουλεύω στο σινεμά και να βιοπορίζομαι – και μόνο που το λέω τώρα είναι αστείο. Στο ξεκίνημα έκανα κάποιες ταινίες, τώρα πια δεν συμβαίνει αυτό. Στο θέατρο όμως είμαι σε δύο με τρεις παραστάσεις τον χρόνο.

— Άρα ηθοποιός θεάτρου, στην κλισέ ερώτηση τι είδους ηθοποιός είσαι.

Από εκεί ζω, εκεί εξελίσσομαι. Δεν θα σου πω ότι είμαι ένας κωμικός ηθοποιός με την έννοια των παλιών που ήταν ταγμένοι εκεί και δημιουργούσαν αυτή τη λέξη που δεν μου αρέσει, τη «μανιέρα». Ξέρεις, δεν είναι κακό πράγμα η μανιέρα, δύσκολα τη φτιάχνεις και πέρα από τεχνική και αρχίδια θέλει και προσωπικότητα για να τη στηρίξεις. Χωρίς προσωπικότητα δεν υπάρχει μανιέρα και δεν μπορείς να πατήσεις στη σκηνή μόνος σου και να σύρεις ένα έργο. Οπότε όσοι κατηγορούν πρωταγωνιστές ακόμα και τώρα για μανιέρα, καλύτερα να το ξανασκεφτούν γιατί δεν είναι αυτονόητο ότι ένας ηθοποιός, ένας άνθρωπος μπορεί να κουβαλά μια ολόκληρη παράσταση για χρόνια στην πλάτη του. Σίγουρα δεν είμαι από αυτούς τους κωμικούς, έχω έναν πιο ελεύθερο ρόλο στο μυαλό μου σε σχέση με το τι είμαι και το τι μου αρέσει. Και στο δράμα δεν θα βγάλω από το μυαλό μου το ενδεχόμενο να έχει χιούμορ ένας χαρακτήρας. Μόνο εάν επιλέξω να μην έχει χιούμορ.

Ένα ριάλιτι με γυμνά κορίτσια να εκθέτουν τον εαυτό τους με αυτό τον τρόπο, στα 19 τους, σε ανθρώπους που τους μιλάνε τόσο άσχημα και χυδαία, είναι το ίδιο αισχρή βία με αυτό που γίνεται με τον Ζακ Κωστόπουλο και άλλα τόσα. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LiFO

— Ποια ηθοποιό είχες σε αφίσα στο δωμάτιό σου όταν ήσουν έφηβος;

Την Πάμελα Άντερσον, στα μέσα του Δημοτικού. Κουλτούρα. Και μετά, όταν πήγα Γυμνάσιο, την Τζούλια Ρόμπερτς.

— Ο πατέρας σου είναι παντού. Τον βλέπουμε πάρα πολύ συχνά στον δρόμο, σε φεστιβάλ, σε πάρτι, τον βλέπω συνέχεια στις Νύχτες Πρεμιέρας, ας πούμε. Γιατί δεν κυκλοφορείς τόσο πολύ κι εσύ;

Κάποτε, όταν είχαν πρωτοχωρίσει οι γονείς μου και ήμουν στο σχολείο, πηγαίναμε μαζί με τον μπαμπά στη Θεσσαλονίκη, στο Φεστιβάλ. Πηγαίναμε στις Νύχτες Πρεμιέρας, γενικά ήταν καθιερωμένη συνάντηση με τον πατέρα μου δύο φορές την εβδομάδα σινεμά, στο Γυμνάσιο, το Λύκειο, για πολλά χρόνια. Κυκλοφορώ κι εγώ, αλλά έχω πρόβες βραδινές. Συνήθως θα βγω μια βόλτα εδώ γύρω.

— Μεγαλώνοντας, είχες ανταγωνισμό με τον πατέρα σου;

Ποτέ. Για τίποτα. Σαν να μιλούσαμε για άλλο πράγμα. Και με τους δύο μου γονείς.

— Η μητέρα σου τώρα έχει μετακομίσει στην Αμερική και μάλιστα είδα ότι είναι καλλιτεχνική διευθύντρια στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης που γίνεται αυτές τις μέρες.

Εγώ αυτό που κρατάω είναι ότι η μάνα μου, στη φάση της, που έχει ένα παιδί 33 χρονών, έχει κάνει μια ολόκληρη καριέρα, την οποία δεν έχει κλείσει αναγκαστικά, αλλά σίγουρα έχει κλείσει κάποιους κύκλους σε αυτή, και δεν αράζει. Είναι ανήσυχη, δεν κάθεται σε μία σκοτεινή γωνιά να αναπολεί το παρελθόν και να βυθιστεί στη μελαγχολία της θνησιμότητάς μας. Μου δίνει πολύ δύναμη αυτό, ότι τα πάντα είναι εφικτά, ότι ανά πάσα στιγμή μπορείς να ξαναρχίσεις και να κοιτάξεις προς άλλη κατεύθυνση. Χαίρομαι πολύ που έχω τέτοιο υλικό. Φυσικά έχουν κάνει τα δικά τους λάθη οι γονείς μου, αλλά ποιος είμαι εγώ να τους κρίνω, τώρα που αρχίζω να τα αποδέχομαι και να τα αποβάλλω από πάνω μου. Συνειδητοποιώ ότι αυτά που με εκνευρίζουν περισσότερο σε αυτούς είναι αυτά τα οποία είμαι.

Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LiFO

— Αν γκουγκλάρεις το όνομά σου, πρώτο αποτέλεσμα είναι η Wikipedia και δεύτερο μια «βραδινή έξοδος του Ορφέα Αυγουστίδη με τη σύντροφό του». Έργο, δουλειά, δεκάδες ουσιώδεις κουβέντες και να βγαίνει τόσο πάνω στα αποτελέσματα αυτό;

Να γιατί δεν μιλάω για την προσωπική μου ζωή: αν απαντήσω μία φορά, θα πρέπει να απαντάω για πάντα. Εδώ και αρκετά χρόνια είμαι συνεπής σε αυτό. Θεωρώ ότι δεν αφορά κανέναν, είναι μία πληροφορία που θα τη χέσει αυτός που θα τη φάει σε κλάσματα δευτερολέπτου. Είναι η χειρότερη τροφή που μπορείς να φας. Χειρότερη από τα McDonald's. Δεν θα σου δώσει καμία ενέργεια αυτή η πληροφορία. Έχει πλάκα γιατί ούτε οι δημοσιογράφοι αυτού του τύπου ασχολούνται με μένα. Μου έκανε εντύπωση, γιατί έχω βγει χιλιάδες φορές με τη σύντροφό μου σε δημόσια μέρη και κανένας δεν έχει ασχοληθεί ποτέ. Έτυχε εκείνη τη φορά, κάποιος τράβηξε φωτογραφίες και τις έστειλε κάπου που νόμισαν ότι κάποιον θα νοιάξει. Στην πραγματικότητα κανέναν δεν νοιάζει.

— Είσαι παιδί της Αθήνας, του κέντρου. Τι σε εξοργίζει σήμερα;

Να σου πω ρομαντισμούς; Την αποξένωση μεταξύ των ανθρώπων; Είναι μία τσίχλα που μασάνε όλοι. Με ενοχλούν πολλά, αλλά προσπαθώ να μη στέκομαι εκεί.

— Πώς σου έσκασε το περιστατικό με τον Ζακ Κωστόπουλο;

Είναι σοκαριστικό αυτό που συμβαίνει, αλλά δεν με σοκάρει αυτή η άγρια πλευρά των ανθρώπων, θα με σοκάρει αν δεν τιμωρηθούνε. Ότι ένας άνθρωπος έχει το ένστικτο να περάσει απέναντι, θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι πως συμβαίνει και ότι θα πρέπει κάτι να κάνουμε γι' αυτό. Τα πράγματα πάνε προς τα εκεί. Η τηλεόραση προτείνει βία. Και λέω προτείνει βία, εννοώντας ότι ένα ριάλιτι με γυμνά κορίτσια να εκθέτουν τον εαυτό τους με αυτό τον τρόπο, στα 19 τους, σε ανθρώπους που τους μιλάνε τόσο άσχημα και χυδαία, είναι το ίδιο αισχρή βία με αυτό που γίνεται με τον Ζακ Κωστόπουλο και άλλα τόσα. Όταν μια ολόκληρη κοινωνία δεν κάνει τίποτε γι' αυτό και θεωρεί ότι είναι ένα παιχνιδάκι που φεύγει αναίμακτα και δεν επηρεάζει κανέναν, γίνονται τέτοια πράγματα. Και δεν σου λέω ότι φταίει το ριάλιτι γι' αυτό – μόνο ένας χαζός θα το παρερμηνεύσει. Φταίνε τα στραβά μάτια, η πεποίθηση ότι τίποτα δεν κάνει τελικά κακό, όταν είναι λίγο. Σαν το τσιγάρο. Ένα τσιγάρο δεν σκότωσε κανέναν. Αλλά το κάπνισμα σκοτώνει. Αυτό είναι το θέμα.

Info

Ουίλιαμ Σαίξπηρ - Η Κωμωδία των Παρεξηγήσεων

 

Νέα Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης

Σκηνοθεσία: Κατερίνα Ευαγγελάτου

Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη

Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα

Κίνηση-Χορογραφία : Πατρίσια Απέργη

Μουσική Σύνθεση: Γιώργος Πούλιος

Σχεδιασμός Φωτισμών: Ελευθερία Ντεκώ

Κατασκευή Κοστουμιών: Δέσποινα Μακαρούνη

Βοηθός Σκηνοθέτη : Χριστίνα Ματθαίου

Διεύθυνση Παραγωγής: Όλγα Μαυροειδή

Βοηθός Παραγωγής : Πάνος Σβολάκης

Παραγωγός: Γιώργος Λυκιαρδόπουλος

 

Παίζουν: Νίκος Κουρής, Ορφέας Αυγουστίδης, Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Αμαλία Νίνου, Ερρίκος Μηλιάρης, Νίκος Πυροκάκος, Γιώργος Νούσης, Βαλάντης Φράγκος, Στέλιος Παυλόπουλος, Ελίζα Σκολίδη, Πάνος Ζυγούρος, Μαριάμ Ρουχάτζε

Νέο Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου (Προφήτη Δανιήλ 3-5 και Πλαταιών, Κεραμεικός, 2110132002-5)

Τετ., Πέμ., Παρ. 21:00 (Είσ. 17, 15, 12 & 10 ευρώ)

Σάβ. 18:00, Κυρ. 21:00 (Είσοδος 20, 17, 14 & 12 ευρώ)

Ευχαριστούμε το Κεραμείο (Πλαταιών 27, Κεραμεικός) για τη φιλοξενία της φωτογράφισης.