Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Η γαστρορραγία του Νικόλα Άσιμου

Ο Νικόλας Άσιμος περιγράφει πώς το έσκασε με τα σωληνάκια από το νοσοκομείο για να πάει σε ένα πάρτι, στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του «Αναζητώντας Κροκανθρώπους».

Η ασθένειά του έμοιαζε με μορφή σχιζοφρένειας που του δημιουργούσε την ψευδαίσθηση ενός άλλου εαυτού. Αυτός ο «άλλος» έπαιρνε τη μορφή ενός οδηγητή που του αποκάλυπτε γνώση και τον ετοίμαζε για κάτι μεγάλο. Φωτο: Μανώλης Νταλούκας, 1983.

Στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του «Αναζητώντας Κροκανθρώπους», ο Νίκόλας Άσιμος, αφηγείται μια περιπέτεια της υγείας του που του συνέβη το 1969, όταν ήταν φοιτητής στην Θεσσαλονίκη. Τότε, μία γαστρορραγία παραλίγο να τον στείλει στον άλλο κόσμο.

Ο απίστευτος τρόπος που αντέδρασε, μας δείχνει τον ριψοκίνδυνο χαρακτήρα του και τις ψευδαισθήσεις που τον διακατείχαν.

Πιστεύοντας πως είχε δυνάμεις να αντιμετωπίσει μόνος του την αρρώστια, έφθασε στο σημείο να βγάλει από πάνω του τους ορούς και να φύγει κρυφά από το νοσοκομείο. Στο βιβλίο του, ο Νικόλας αναφέρεται με απαξίωση στους γιατρούς, ενώ ηρωοποιεί τον εαυτό του.

Μιλώντας για τα φοιτητικά του χρόνια, ο Νικόλας Άσιμος ονόμαζε τον εαυτό του «Ο Έτσι». Πίστευε ότι από τότε είχε ψυχικές δυνάμεις. Ήταν μια αρρωστημένη πίστη αυτό; Πολλοί λένε πως ναι, και ότι αυτή ήταν και η μεγάλη αρρώστια, το ψυχικό μπέρδεμα, που τον οδήγησε στην αυτοκτονία.

Εν συντομία, η ιστορία της γαστρορραγίας του, έχει ως εξής:

Το 1969, ο Νικόλας Άσιμος, είχε δημιουργήσει μια θεατρική ομάδα, στο υπόγειο της Φιλοσοφικής Σχολής στην Θεσσαλονίκη. Ως σκηνοθέτης, είχε προλάβει να ανεβάσει κάποια έργα, πριν η Ασφάλεια της χούντας αρχίσει να καλεί τους φοιτητές που συμμετείχαν, «δια υπόθεσή τους» στο Τμήμα, όπου τους εκφόβιζε λέγοντάς τους, ότι το θέατρο, τους ενέπλεκε με αναρχικές καταστάσεις.

Μετά την παρέμβαση της Ασφάλειας, οι ηθοποιοί (φοιτητές) εγκατέλειψαν την ομάδα και ο Άσιμος αισθάνθηκε προδομένος. Τελικά, μια νύχτα, οι ασφαλίτες μπήκαν και στο θέατρο και τα έσπασαν όλα. Αυτό, όπως γράφει ο Άσιμος, του προκάλεσε μεγάλη στεναχώρια, που ίσως ήταν και η αιτία της γαστρορραγίας.

Στο βιβλίο περιγράφει πως όλα άρχισαν ξαφνικά με αιμόπτυση, αλλά δεν έδωσε σημασία. Μετά όμως, στο φοιτητικό του δωμάτιο, ακολούθησαν εμετοί με καθαρό αίμα. Αν και εξουθενωμένος, δεν αναζήτησε ιατρική βοήθεια και μάλιστα, εκείνη την μέρα, δέχτηκε την επίσκεψη φίλων, που τους απέκρυψε τι του είχε συμβεί, βρίσκοντας το κουράγιο ακόμα και να τους παίξει κιθάρα.


Όμως χειροτέρεψε και μεταφέρθηκε από φίλους του στο Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ.


Εκεί, οι γιατροί του χορήγησαν αμέσως αίμα και ορούς και τον έθεσαν υπό παρακολούθηση, χαρακτηρίζοντας την κατάσταση κρίσιμη.

Πιστεύοντας πως είχε δυνάμεις να αντιμετωπίσει μόνος του την αρρώστια, έφθασε στο σημείο να βγάλει από πάνω του τους ορούς και να φύγει κρυφά από το νοσοκομείο. Φωτο: Μανώλης Νταλούκας, 1983.

Ο Άσιμος αφηγείται πως την δεύτερη μέρα πέταξε τους ορούς και το έσκασε από το Νοσοκομείο για να πάει στον χορό της Σχολής. Το Νοσοκομείο έβγαλε ανακοίνωση που μεταδόθηκε από το ραδιόφωνο, όπως γράφει ο ίδιος: «Επικίνδυνος ασθενής χρειάζεται επειγόντως χειρουργική επέμβαση. Όποιος γνωρίζει κάτι... κλπ».

Μοιάζει απίστευτο ότι κατόρθωσε να βρεθεί εκείνο το βράδυ στη Σχολή και να χορέψει με την «πιο όμορφη κοπέλα στα μάτια του», που στο βιβλίο ονομάζει Δόξα. Η κοπέλα χορεύει μαζί του, μη γνωρίζοντας τι του είχε συμβεί.

Εκείνη τη νύχτα, μετά τον χορό, πήρε τη Δόξα για ρομαντικό περίπατο μέχρι το Αστεροσκοπείο του Πανεπιστήμιου, όπου δεν άντεξε και έπεσε λιπόθυμος πάνω στα χόρτα. Η Δόξα έφυγε τρομαγμένη.

Ο Νικόλας συνήλθε κάπως και κατόρθωσε με κόπο να πάει στο σπίτι του, όπου κλείστηκε για μέρες, μέχρι που έγινε καλά, μόνος.


Ύστερα από εβδομάδες, εμφανίστηκε στο ΑΧΕΠΑ, όπου οι γιατροί δεν πίστευαν στα μάτια τους ότι τον έβλεπαν ζωντανό.

Αυτή είναι, εν ολίγοις, η ιστορία που μοιάζει απίστευτη, αλλά είναι αληθινή.

Ο Άσιμος μού την επιβεβαίωσε σε συζητήσεις που είχα πριν από τριάντα χρόνια μαζί του.

Μοιάζει απίστευτο ότι κατόρθωσε να βρεθεί εκείνο το βράδυ στη σχολή και να χορέψει με την «πιο όμορφη κοπέλα στα μάτια του», που στο βιβλίο ονομάζει Δόξα. Φωτο: Μανώλης Νταλούκας, 1983.

Μιλώντας για τα φοιτητικά του χρόνια, ο Νικόλας Άσιμος ονόμαζε τον εαυτό του «Ο Έτσι». Πίστευε ότι από τότε είχε ψυχικές δυνάμεις. Ήταν μια αρρωστημένη πίστη αυτό; Πολλοί λένε πως ναι, και ότι αυτή ήταν και η μεγάλη αρρώστια, το ψυχικό μπέρδεμα, που τον οδήγησε στην αυτοκτονία.


Η ασθένειά του, όπως εκδηλώθηκε αργότερα, έμοιαζε με μορφή σχιζοφρένειας που του δημιουργούσε την ψευδαίσθηση ενός άλλου εαυτού. Αυτός ο «άλλος» έπαιρνε τη μορφή ενός οδηγητή που του αποκάλυπτε γνώση και τον ετοίμαζε για κάτι μεγάλο. Από τον ίδιο, στην αρχή ονομάζεται «ο Έτσι» και μετά «Σαλόκιν Σόμισα», το αντίθετο δηλαδή του ονόματος «Νικόλας Άσιμος».

Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι δεν ήταν πραγματικά σχιζοφρενής, αλλά επηρεασμένος από τις «Διδασκαλίες του Δον Χουάν», του Κάρλος Καστανέντα. Η Κατερίνα Ιατροπούλου, για παράδειγμα, θεωρεί ότι ο Άσιμος δεν ήταν ψυχασθενής, αλλά ένας ξεχωριστός άνθρωπος που εκφραζόταν με ποιητικό τρόπο. Όμως, η θεωρία της «ποιητικής γλώσσας» δεν μπορεί να εξηγήσει ικανοποιητικά ούτε την αυτοκτονία του, ούτε άλλα παράξενα έως φριχτά γεγονότα λίγο πριν από το τέλος της ζωής του.

Είναι ένα από τα περίεργα χαρακτηριστικά της τέχνης, το έργο να ακολουθεί ξεχωριστή ζωή από τον δημιουργό του. Έτσι, τραγούδια σαν το «Ζαβολιά», το «Venceremos» ή «Το παπάκι» λειτουργούν για εμάς παρηγορητικά και ψυχοθεραπευτικά, αν και προέρχονται από έναν άνθρωπο απαρηγόρητο και ψυχικά μπερδεμένο.


Σε κάθε περίπτωση, η τέχνη του Άσιμου μπορεί να είναι η τέχνη που παράγει ένα μυαλό σκοτισμένο, αλλά είναι μια τέχνη γοητευτική και τα περισσότερα τραγούδια του είναι αριστουργήματα, που λάμπουν σαν διαμάντια, ακόμα και σήμερα.