Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Το κλείσιμο της American Apparel κρύβει κάτι πολύ μεγαλύτερο από μια εταιρεία με μειωμένα έσοδα

Η εταιρεία ήθελε ανέκαθεν να παράγει ρούχα χωρίς να εκμεταλλεύεται το προσωπικό της αλλά φαίνεται πως αυτό δεν ήταν αρκετό να την κρατήσει στην κορυφή των καταναλωτικών προτιμήσεων

Το κλείσιμο της American Apparel κρύβει κάτι πολύ μεγαλύτερο από μια εταιρεία με μειωμένα έσοδα

Η American Apparel, από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής της το 1997 από τον Dov Charney, είχε δεσμευθεί πως όλα της τα προϊόντα θα φτιάχνονται στις ΗΠΑ. Η εταιρεία υποστήριζε πως είναι η μεγαλύτερη στην παραγωγή ρούχων σε όλη την Β. Αμερική, δηλώνοντας περήφανα πως οι υπάλληλοί της ήταν οι πιο ακριβοπληρωμένοι παγκοσμίως, λαμβάνοντας μισθούς που ενίοτε ξεπερνούσαν τα 30.000 δολάρια τον χρόνο. Το προσωπικό, προερχόμενο σε μεγάλο βαθμό από την Λατινική Αμερική, εργαζόταν με πλήρη υγειονομική κάλυψη και, η υπέρμαχος των δικαιωμάτων των μεταναστών, προσπαθώντας ανέκαθεν να αλλάξει ένα σύστημα που όπως έλεγε «στερεί από τους μετανάστες τα δικαιώματα και την αξιοπρέπειά τους». Επίσης δραστηριοποιούνταν υπέρ της LGBT κοινότητας, δημιουργώντας τα περίφημα «Legalize Gay» t-shirts και γενικότερα εμπόρευμα που πήγαινε κόντρα στον νόμο ενάντια στους γάμους ομοφυλοφίλων. 


Όταν απομακρύνθηκε ο ιδρυτής και CEO της AA, Dov Charney, το 2014 το προσωπικό εξέφρασε από την πρώτη στιγμή έντονη δυσαρέσκεια και έφτιαξαν μάλιστα και σωματείο, του οποίου τα μέλη πέρασαν εβδομάδες ολόκληρες διαμαρτυρόμενοι στο πάρκινγκ του εργοστασίου στο Λος Άντζελες, απαιτώντας την επιστροφή του Charney. Με την άφιξη της νέας CEO, Paula Schneider, που τελικά εγκατέλειψε την εταιρεία το 2015, οι εργάτες φοβήθηκαν πως οι παχυλοί μισθοί, τα προνόμια και οι συνθήκες εργασίας που «απολάμβαναν» με τον Charney, θα χάνονταν ανεπιστρεπτί. Και με βάση τις τελευταίες εξελίξεις, φαίνεται πως είχαν απόλυτο δίκιο.

 

Στο τέλος της περασμένης εβδομάδας, μετά από μια αίτηση για κήρυξη πτώχευσης που πήρε τεράστια δημοσιότητα και μια προσπάθεια αναδιάρθρωσης που απέτυχε, γνωστοποιήθηκε πως η American Apparel πωλήθηκε στην Gildan- μια εταιρεία από τον Καναδά. Η πώληση σημαίνει πως όλα τα 110 καταστήματα της εταιρείας θα κλείσουν, όπως επίσης και το εργοστάσιό της, όπου απασχολούνταν περίπου 3.500 άτομα στην παραγωγή. Αν και η Gildan διαχειρίζεται ορισμένα εργοστάσια με έδρα τις ΗΠΑ, τα περισσότερα από τα ρούχα της φτιάχνονται στο εξωτερικό. Σύμφωνα με το The Fashion Law, σχεδόν το 90% των συνολικά 42.000 υπαλλήλων της Gildan βρίσκονται «σε χαμηλού κόστους χώρες της Καραϊβικής και της κεντρικής Αμερικής», με την εταιρεία ουσιαστικά να φτιάχνει στις ΗΠΑ μόνο τις κάλτσες. 

Αν και τα προβλήματα της AA φέρονται να ήταν πολλά και διάφορα, ίσως το σημαντικότερο που σήμανε και την αρχή του τέλους να ήταν πως όταν πέρασε η μόδα της στους χίπστερ αγοραστές, το ότι λειτουργούσε νόμιμα και δίκαια απέναντι στους εργαζομένους της, δεν ήταν αρκετό να προσελκύσει το νεανικό αγοραστικό κοινό που προτιμούσε να ξοδεύει όσο τον δυνατόν λιγότερα χρήματα μπορούσε για ρούχα και επίσης είχε την δυνατότητα να βρει προϊόντα όπως αυτά της AA οπουδήποτε- και κυρίως πολύ φθηνότερα. Γιατί να αγοράσεις ένα φούτερ δίνοντας 75 δολάρια, όταν μπορείς να βρεις το ίδιο με μόλις 25;

Όταν κάποιος αγόραζε κάτι από την American Apparel, γνώριζε πολύ καλά από που «ερχόταν», πως οι άνθρωποι που το έφτιαξαν είχαν ασφάλεια και περίθαλψη και δεν εργάζονταν σε άθλιες συνθήκες μέχρι τελικής πτώσεως, σε ένα ασταθές περιβάλλον με μισθούς το πολύ 2 δολάρια την ημέρα, όπως για παράδειγμα οι εργάτες στο Μπαγκλαντές. Ωστόσο φαίνεται πως αυτό δεν ήταν αρκετό για να τους «κρατήσει» και τα έσοδα άρχισαν να παίρνουν την κάτω βόλτα. 

Το μέλλον της American Apparel παραμένει αβέβαιο, ωστόσο η «πτώση» της κρύβει πίσω κάτι πολύ μεγαλύτερο από απλώς μια εταιρεία που κηρύσσει πτώχευση. Είναι η απόδειξη μιας νέας, θλιβερής πολιτιστικής τάσης, όπου οι καταναλωτές προτιμούν να ξοδέψουν λιγότερα χρήματα σε ρούχα που φτιάχνονται στο εξωτερικό από κακοπληρωμένους εργάτες από ό,τι σε προϊόντα που παράγονται στη χώρα τους δίκαια και ισότιμα. 

* Με πληροφορίες από Dazed