Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Έλεγε ψέματα πως η 7χρονη κόρη της πάσχει από θανατηφόρα ασθένεια - Τώρα κατηγορείται για την δολοφονία της

Μια μητέρα κατηγορείται πως προκάλεσε τον θάνατο της 7χρονης κόρη της, λέγοντας ψέματα για την υγεία του παιδιού ώστε να παίρνει χρήματα από φιλανθρωπίες

Έλεγε ψέματα πως η 7χρονη κόρη της πάσχει από θανατηφόρα ασθένεια - Τώρα κατηγορείται για την δολοφονία της

Μια γυναίκα στο Κολοράντο, που είπε πως η 7χρονη κόρη της πέθανε από θανατηφόρα ασθένεια το 2017, κατηγορείται τώρα πως εκείνη προκάλεσε τον θάνατο του παιδιού.

Η Κέλι Ρενέ Τέρνερ, γνωστή επίσης ως Κάλι Γκαντ, οδηγήθηκε χθες ενώπιον του δικαστηρίου αντιμετωπίζοντας μεταξύ άλλων κατηγορίες για δολοφονία πρώτου βαθμού, κακοποίηση ανηλίκου και χρηματική απάτη μέσω φιλανθρωπιών σχετικά με τον θάνατο της κόρης της, Ολίβια Γκαντ.

Η 41χρονη μητέρα κατηγορείται επίσης για υπεξαίρεση του συστήματος υγείας ύψους άνω των 538.000 δολαρίων, συγκεντρώνοντας μέσω απάτης 22.20 δολάρια από το GoFundMe και 11.264 δολάρια από το ίδρυμα Make-A-Wish, καθώς και εξαπάτηση ενός γραφείου κηδειών και ενός νεκροταφείου. 

Η ίδια φέρεται να είπε επίσης ψέματα στους γιατρούς σχετικά με την διάγνωση καρκίνου της άλλης κόρης της, που σήμερα είναι 11 ετών και ποτέ δεν έχει διαγνωστεί με την νόσο.

Η μικρή Ολίβια πέθανε στις 20 Αυγούστου 2017, χάνοντας «μια μακρά μάχη με μια σπάνια ασθένεια» που η μητέρα της είπε πως οδήγησε σε εντερική λοίμωξη, σύμφωνα με τον επικήδειο του παιδιού.

Πριν από τον θάνατό της, διάφορα τοπικά και διεθνή μέσα ενημέρωσης είχαν αφιερώσει άρθρα και ρεπορτάζ στις τελευταίες επιθυμίες του παιδιού να γίνει αστυνομικός και πυροσβέστης.

Οι αρχές άρχισαν να ερευνούν την μητέρα το 2018 όταν ένας γιατρός άρχισε να έχει αμφιβολίες απέναντι στα λεγόμενά της πως η 11χρονη κόρη της είχε υποβληθεί σε θεραπεία για τον καρκίνο, διαπιστώνοντας πολύ σύντομα πως η διάγνωση ήταν ψεύτικη.

Στις πρώτη τους σχετική αναφορά οι υπηρεσίες υγείας έκαναν λόγο για «οικονομικό κίνητρο» της μητέρας «που επωφελήθηκε από την κατάσταση υγεία των παιδιών της», προσθέτοντας πως η ίδια «είπε ψέματα για την υγεία τους και ως εκ τούτου ενδέχεται να προκάλεσε κακό στα παιδιά ή τα υπέβαλε σε σημαντικές ιατρικές διαδικασίες».

Την ίδια στιγμή, τα αποτελέσματα της νεκροψίας στην 7χρονη Ολίβια δεν συνέπιπταν με τους ισχυρισμούς της μητέρας ενώ διαφωνούσαν επίσης με πολλά συμπτώματα που η Τέρνερ υποστήριζε πως εμφανίζει η κόρη της. Όπως αποδείχθηκε, η μητέρα είχε δώσει ψευδές ιατρικό ιστορικό της κόρης της, που περιελάμβανε μεταξύ άλλων αυτισμό, κρίσεις, υδροκεφαλία και διάφορες διαταραχές, λίστα των οποίων είχε προσθέσει στην σελίδα του GoFundMe που δημιούργησε το 2015 για να συγκεντρώσει υποτίθεται χρήματα για τα ιατρικά έξοδα και τις μετακινήσεις της Ολίβια. 

Στην ίδια σελίδα, με τίτλο «Peace for Princess Olivia» (σ.σ. ειρήνη για την πριγκίπισσα Ολίβια), η μητέρα Νευρογαστρεντερική Εγκεφαλομυοπάθεια και «κάνει όλο το σώμα να κλείνει ένα σύστημα κάθε φορά», σημειώνοντας πως είναι ανίατη.

Ωστόσο παιδίατροι και χειρουργοί που είχαν αναλάβει την Ολίβια είπαν αργότερα στις αρχές πως η Ολίβια δεν έπασχε από καμία θανατηφόρα ασθένεια και ούτε είχε διαγνωστεί με κάποια από τις παθήσεις που υποστήριζε η μητέρα πως έχει η κόρη της. Στο κατηγορητήριο αναφέρεται πως οι γιατροί στηρίχθηκαν στην μητέρα ως βασική πηγή πληροφοριών για το ιατρικό ιστορικό του παιδιού. Παιδίατρος κατέθεσε δε πως η Ολίβια ήταν «πολύ κοινωνική και ομιλητική» και σε καμία περίπτωση δεν είχε αυτισμό.

Κατά την νοσηλεία της στο νοσοκομείο, η Ολίβια τρεφόταν μέσω σωλήνα, κάτι που κάποια μέρα η μητέρα αποφάσισε να σταματήσει μαζί με την υπόλοιπη ιατρική φροντίδα της κόρης της, λέγοντας πως «δεν είχε ποιότητα ζωής». Παρά την προειδοποίηση των γιατρών πως αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα το παιδί να πεθάνει, η μητέρα επέμεινε και όντως τερμάτισε την θεραπεία της κόρης της.

Μιλώντας στις αρχές το 2018, η μητέρα επικαλέστηκε το σύνδρομο Μινχάουζεν, ψυχολογική διαταραχή στην οποία ο γονιός αναζητεί προσοχή μέσα από τις ασθένειες των παιδιών του ή πολλές φορές τα τραυματίζει για να χρειαστούν ιατρική φροντίδα.  

Με πληροφορίες από CBS News