Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Το πορτρέτο ενός βοσκού στο Χαμηλό Σαπών

Ζώντας σε μια καλύβα με τη μάνα του και 30 πρόβατα, ο Νίκος Νικολαΐδης ορίζει τη ζωή του με αυτά που εμείς ξεχάσαμε.

Το πορτρέτο ενός βοσκού στο Χαμηλό Σαπών
ΚΕΙΜΕΝΟ: ΜΑΡΙΑ ΦΑΝΦΑΝΗ  |  ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΗΣ

 

Σπάνια συναντάς άνθρωπο να είναι τόσο δεμένος με το φυσικό περιβάλλον. Να έχει γίνει ένα μ" αυτό, να του έχει δοθεί ολοκληρωτικά. Να μην μπορείς να τον ξεχωρίσεις απ' το φυσικό τοπίο. Να μπορεί να το αναλύσει εκ βαθέων λόγω των αναπτυγμένων του ενστίκτων που οι περισσότεροι έχουμε χάσει εξαρτημένοι απ' το σύγχρονο τρόπο ζωής, με φραγμένες αισθήσεις και ομιχλώδεις παραισθήσεις. Ο Νίκος Νικολαΐδης ζει σε θρακιώτικη γη, σε ένα μικρό χωριό των Σαπών, στο Χαμηλό. Είναι ένας μεσήλικας αυτάρκης βοσκός με νου οξυδερκή, ντυμένος στην παραλλαγή, με ρυτίδες έκφρασης που μαρτυρούν σπιθαμή προς σπιθαμή τον σκληροτράχηλο τρόπο ζωής του. Ωστόσο, η κορμοστασιά του είναι αγέρωχη, η γενειάδα του τού προσδίδει την αξεπέραστη σοφία πρότερου άγριου βίου, ενώ ο γλαφυρός τρόπος που θα σου μιλήσει σε κερδίζει με τη μία. Ο Νίκος μοιράζεται ένα δωμάτιο με τη μάνα του, την Αθηνά που είναι 85 χρονών και με τα τριάντα πρόβατά τους. Κυριολεκτικά. Το πλίνθινο σπίτι του είναι η προέκταση του μαντριού τους. Το πάτωμά τους είναι χωμάτινο, με μουσαμάδες για να ζεσταίνουν το χώρο. Είναι ένα ετοιμόρροπο βουλγάρικο κτίσμα του 1913 που έχει χρησιμοποιηθεί ακατάπαυστα για έναν αιώνα. Ο αχυρώνας συνορεύει, επίσης, με το δωμάτιο. Ακόμη και η σιδεριά στο παράθυρο είναι η ίδια η αρχική.

Το πλίνθινο σπίτι του είναι η προέκταση του μαντριού τους.

 

Στο εσωτερικό του σπιτιού δεν υπάρχει καμμία από τις σύγχρονες ανέσεις (ψυγείο, πλυντήριο, τηλεόραση), το σπίτι δεν έχει καν ρεύμα. Φωτίζονται με μια λάμπα πετρελαίου και έναν φακό με μπαταρίες. Μια σόμπα πετρελαίου στο δωμάτιο είναι η μόνη πηγή ζέστης το χειμώνα αλλά και το μόνο μέσο για να φτιάχνουν φαγητό όταν το κρύο έξω είναι τσουχτερό. Όταν ο καιρός καλυτερεύει, χρησιμοποιούν μια άλλη σόμπα που βρίσκεται στον εξωτερικό χώρο. Κάποιες παλιές αλουμινένιες κατσαρόλες και μπακίρια είναι τα μαγειρικά σκεύη. Η καθημερινότητά τους δεν έχει καμία σχέση με αυτή που βιώνουν τα σύγχρονα ελληνικά σπίτια και δεν έχουν αισθανθεί καθόλου την συνεχείς αλλαγές λόγω κρίσης. Σίγουρα είναι πιο περήφανοι. Ίσως να είναι και πιο ευτυχισμένοι. Όλα τριγύρω είναι βγαλμένα από μια άλλη εποχή. Ευτυχώς, υπάρχει νερό και άρα μια βασική ανάγκη είναι εξασφαλισμένη. Και για το πλυσταριό, η παμπάλαια σκάφη την κάνει τη δουλειά της όποτε κριθεί αναγκαίο.

 

Η καθημερινότητά τους δεν έχει καμία σχέση με αυτή που βιώνουν τα σύγχρονα ελληνικά σπίτια και δεν έχουν αισθανθεί καθόλου την συνεχείς αλλαγές λόγω κρίσης.

Επιδεικνύει με ευλάβεια ένα εικόνισμα που η σημασία του είναι ιστορική.«Στα παλιά τα χρόνια, αν ήσουν καλός άνθρωπος», μου λέει, «δεν κολλούσε το νόμισμα που άφηνες επάνω της για το τάμα, κολλούσε μόνο στην περίπτωση που ήσουν κακός», κι έτσι οι πιστοί ήξεραν από ποιόν να φυλάγονται. Χαρακτηριστικές οικογενειακές φωτογραφίες του '50 είναι η μόνη Ιστορική μνήμη που λειτουργεί για αυτούς.

 

Το πάτωμά τους είναι χωμάτινο, με μουσαμάδες για να ζεσταίνουν το χώρο. Είναι ένα ετοιμόρροπο βουλγάρικο κτίσμα του 1913 που έχει χρησιμοποιηθεί ακατάπαυστα για έναν αιώνα.

Η συνομιλία του Νίκου με τα ζωντανά του είναι ντοκιμαντέρ από μόνη της. Με σφυρίγματα που διαφέρουν σε ένταση, χροιά και ύφος, μπαινοβγαίνουν στο μαντρί, τα πάει βόλτα στον κάμπο να φάνε άγριο τριφύλλι και βίκο. Εδώ, το κάθε «μπε» μεταφράζεται. Τα χαϊδεύει, τα κοροϊδεύει, τους μιλάει. Δείχνει την προβατίνα που γεννάει σε λίγες μέρες. Ο βοσκός που θα τη ξεγεννήσει βρίσκεται σε επιφυλακή να μην γίνει κανένα απρόοπτο στη γέννα και χαθούν τα νεογνά, που ίσως είναι και δύο. Δύο πρόβατα παίρνουν φόρα και χτυπιούνται με δύναμη στο κεφάλι δείχνοντας την ενόχλησή τους για κάτι, αλλά δεν είναι παρά μόνο το προμήνυμα για την αλλαγή του καιρού. Η ψύχρα τους προκαλεί φαγούρα στο τριχωτό κεφάλι, κάποια ξύνονται στα δέντρα και κάποια χτυπιούνται για να το ξύσουν. Την φυσική καταστροφή την αντιλαμβάνονται ίσα με δυο μέρες πριν. Ώρες πριν εκδηλωθούν τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τα νεαρά πρόβατα χοροπηδούν σαν τρελά πάνω-κάτω στο χώμα. Αφηγείται τα μυστικά και τις ιστορίες των προβάτων σαν να πρόκειται για σημαντικά ιστορικά γεγονότα. Από μικρός στο κουρμπέτι έγινε μάστορας προβατάς, και πλέον οσμίζεται τι συζητάει το μαντρί από χιλιόμετρα. Ένας βοσκός με οικογενειακή παράδοση στο επάγγελμα, που μένει ακόμη στο πλίνθινο σπίτι της οικογένειας παρέα με την ηλικιωμένη μάνα του και τα ζωντανά του―  μια περίπτωση αποκομμένη από τον πολιτισμό.

Όμως, τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν πολλές τριγύρω, αν κοιτάξουμε λίγο καλύτερα. Συνήθως, οι άνθρωποι που έχουν την επιλογή αλλάζουν τη ζωή τους, αλλά υπάρχουν κι εκείνοι που όσα κι αν τους δώσεις, είναι γεννημένοι να κάνουν κάτι συγκεκριμένο. Ίσως μοιάζει εξωπραγματικό. Αλλά έχει κανείς το copyright της πραγματικότητας;

 

Με σφυρίγματα που διαφέρουν σε ένταση, χροιά και ύφος, μπαινοβγαίνουν με ευκολία στο μαντρί, τα πάει βόλτα στον κάμπο να φάνε άγριο τριφύλλι και βίκο