Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Μεγάλα κενά στη ψυχολογική αξιολόγηση των αστυνομικών - Από τους 55.000 μόνο οι 27.000 έχουν περάσει ψυχομετρικά τεστ

Περίπου 350 αστυνομικοί από όσους ελέγχθηκαν αφοπλίστηκαν

Μεγάλα κενά στη ψυχολογική αξιολόγηση των αστυνομικών - Από τους 55.000 μόνο οι 27.000 έχουν περάσει ψυχομετρικά τεστ

Τα κενά στη ψυχολογική υποστήριξη και αξιολόγηση των αστυνομικών φέρνει στο προσκήνιο η τραγωδία στους Αγίους Αναργύρους, όπου εν ενεργεία αστυνομικός σκότωσε τη σύζυγο, την 3,5 ετών κόρη και την πεθερά του προτού αυτοκτονήσει.


Όπως έγινε γνωστό, ο συγκεκριμένος αστυνομικός είχε μπει στην ΕΛ.ΑΣ. το 1992 και πέρασε ψυχομετρικά τεστ 19 χρόνια αργότερα, το 2011.


Συνολικά, από το 2009 όταν συστάθηκε η υπηρεσία καταλληλότητας οπλοφορίας, με τον νόμο 3169, έχουν εξεταστεί μόλις 27.000 αστυνομικοί σε σύνολο περίπου 55.000. Οι υπόλοιποι 28.000 δεν έχουν περάσει ψυχομετρικά τεστ. Επίσης, από αυτούς που εξετάστηκαν, οι περίπου 350 αφοπλίστηκαν, δηλαδή ένα ποσοστό 1,56%, με το εκτιμώμενο ποσοστό στο σύνολο του αστυνομικού προσωπικού να κυμαίνεται στο 3%.


Σημειώνεται ότι οι ειδικοί επιστήμονες που διενεργούν τους ψυχολογικούς ελέγχους στην ΕΛ.ΑΣ. είναι μόλις 11, αν και οι υγειονομικές υπηρεσίες της αστυνομίας διαθέτουν συνολικά 48 άτομα ειδικούς επιστήμονες. Το νούμερο αυτό είναι εξαιρετικά χαμηλό για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των εξετάσεων και του επανελέγχου κάθε 5 χρόνια.


Ακόμη, τα στοιχεία δείχνουν πως μόνο από τον Μάρτιο έως τον Νοέμβριο 2017, η Γραμμή Ψυχολογικής Υποστήριξης της ΕΛ.ΑΣ. δέχθηκε 606 κλήσεις. Οι 228 ήταν οι άνδρες και οι 308 γυναίκες που κάλεσαν, ενώ συνολικά ήταν 208 εν ενεργεία αστυνομικοί, 12 συνταξιούχοι, 159 μέλη (π.χ. πολιτικό προσωπικό) και 227 άλλες περιπτώσεις. Επιπλέον, 70 ήταν οι αναπάντητες κλήσεις που για τους επιστήμονες της ΕΛ.ΑΣ. έχουν τη σημασία τους. 180 κάλεσαν για να ζητήσουν ενημέρωση, 106 ψυχολογική υποστήριξη, 201 συμβουλευτική και 119 ζήτησαν άλλους τρόπους βοήθειας.


Σε ό,τι αφορά την περίπτωση του 47χρονου αρχιφύλακα, δράστη της τραγωδίας στους Αγίους Αναργύρους, ο Μανώλης Κουφάκης, αστυνομικός διευθυντής Υγειονομικού, στέλεχος στο Ψυχιατρικό-Ψυχολογικό Τμήμα ΕΛ.ΑΣ., επιστημονικός υπεύθυνος της τηλεφωνικής γραμμής ψυχολογικής στήριξης της αστυνομίας, δήλωσε στον «Ελεύθερο Τύπο»:


«Η μεγαλύτερη διαχείριση είναι η κρίση στην οικογένειά μας και στο σπίτι μας.Εκεί μπορώ να πω ότι μεταλλασσόμαστε όλοι. Είναι πολύ δύσκολο να διαχειριστούμε την καθημερινότητά μας. Άνετα μπορεί κάποιος να είναι δόκτωρ Τζέκιλ και κύριος Χάιντ. Το περιστατικό που συζητάμε δεν είναι εξαίρεση, εύχομαι να μη βγω αληθινός, αλλά θα το ζήσουμε και στο μέλλον».


«Ο συγκεκριμένος άνθρωπος ήταν υπεράνω πάσης υποψίας. Πρώτον υπηρετούσε σε μία πολύ καλή υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας στο πλευρό ενός πρώην πρωθυπουργού, με άλλες παραστάσεις, με άλλη καθημερινότητα και θα έλεγα και όχι δύσκολο αστυνομικό έργο. Φανταστείτε ότι ο κ. Σημίτης είπε για τον συγκεκριμένο ότι ήταν υπόδειγμα, εξαίρετος, διαμάντι. Ακόμη και την προηγούμενη εβδομάδα, αν έφθανε με ένα εισηγητικό άριστο από τους προϊσταμένους του, από τον πρώην πρωθυπουργό ως πολύ καλός και εξαίρετος στη δουλειά του χωρίς τίποτα στον φάκελό του, δεν θα υπήρχε κίνητρο και λόγος από την εξέτασή του 10-20 λεπτά να έχω διαφορετική γνώμη. Η ανθρώπινη συμπεριφορά δεν προβλέπεται, μπορεί να έχει παραμέτρους, μπορεί να έχει κάποια στοιχεία, αλλά δεν μπορούμε να είμαστε κάθετοι στην επόμενη κίνηση του κάθε ανθρώπου, να προβλέψουμε τι θα κάνει επακριβώς», πρόσθεσε ο κ. Κουφάκης.


Ο ίδιος επισημαίνει πως «για να απευθυνθεί κάποιος σε ειδικό ψυχικής υγείας παραμένει ακόμη ταμπού στην Ελλάδα. Πολλές φορές κάνουμε το εξής μεγάλο λάθος, δεν θέλουμε το πρόβλημα να βγει έξω από το σπίτι μας. Αυτό είναι το τραγικό. Πρέπει ουσιαστικά να μιλήσουμε, όταν μιλήσουμε, μόνο κερδίζουμε, για τον απλούστατο λόγο ότι κάποιος έχει περισσότερη εμπειρία, έχει δει περισσότερα περιστατικά, έχει ζήσει καταστάσεις και θα βοηθήσει και εμάς και την οικογένειά μας και όχι να φθάνουμε σε καταστάσεις σας αυτές τις τελευταίες. Απαραίτητη προϋπόθεση παραμένει η βοήθεια των προϊσταμένων, του ατομικού δελτίου του κάθε αστυνομικού, δηλαδή τι χρόνια υπηρεσίας έχει, οικογενειακή κατάσταση, αν έχει ποινές, αν έχει καμία επίπληξη κατά την υπηρεσία, αν έχει δημιουργήσει προβλήματα σε ιδιώτες, αν έχει εμπλακεί σε οτιδήποτε, είναι ένα σημαντικό εργαλείο για εμάς να ξεκινήσουμε την παρέμβαση».

Με πληροφορίες από Ελεύθερο Τύπο