Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Όταν η Αθήνα διχαζόταν μπροστά στην ανέγερση του Χίλτον

Το ξενοδοχείο-τοπόσημο της πόλης φαίνεται ότι τελικά θα βρει αγοραστές και θα περάσει σε νέα του εποχή, όμως η ιστορία του προσφέρει μερικά χρήσιμα διδάγματα και για τη δική μας.

Όταν η Αθήνα διχαζόταν μπροστά στην ανέγερση του Χίλτον

Λίγο πιο κοντά στη σωτηρία φαίνεται πως βρέθηκε το εμβληματικό ξενοδοχείο τις τελευταίες μέρες, καθώς αρκετοί ενδιαφερόμενοι κατέθεσαν, τελικά, μη δεσμευτικές προσφορές για την απόκτησή του, παρά τους φόβους που δημιουργεί το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον. Ως τελευταία φάση της διαδικασίας και αρχή της νέας εποχής για το Χίλτον έχει οριστεί η 22α Ιουλίου, με την κατάθεση των δεσμευτικών προσφορών. Η ιστορία, όμως, του «ωραιότερου Χίλτον στον κόσμο», όπως έχει δηλώσει ο ίδιος ο Κόνραντ Χίλτον, μπορεί να προσφέρει μερικά χρήσιμα διδάγματα για τη δική μας.

Η ιστορία του Χίλτον της Αθήνας ξεκίνησε, όπως έχει γράψει ο Δημήτρης Ρηγόπουλος, όταν «στις αρχές του 1957, η τότε κυβέρνηση αποδέχτηκε την πρόταση του εφοπλιστή Απόστολου Πεζά, καθώς και του Κόνραντ Χίλτον, για την ανέγερση ενός μεγάλου, πολυτελούς ξενοδοχείου στην Αθήνα. Λίγους μήνες αργότερα, η Κυβερνητική Οικονομική Επιτροπή αποφάσισε την παραχώρηση στον κ. Πεζά έκτασης 16.000 πήχεων αντί 750.000 δολαρίων. Επρόκειτο για το οικόπεδο επί των οδών Βασ. Σοφίας και Βασ. Κωνσταντίνου. Σε εκείνον το χώρο φιλοξενούνταν έως τότε στρατιωτικές υπηρεσίες, οι οποίες θα μεταφέρονταν σε άλλη περιοχή».

Κάτι που ίσως να έχει ξεχαστεί είναι ότι την περίοδο που κατασκευαζόταν, το Χίλτον είχε αντιμετωπιστεί περίπου ως σκάνδαλο από την τότε αντιπολίτευση και είχε διχάσει την κοινή γνώμη ως προς την αισθητική του. Υπήρξαν πολλές φωνές εναντίον του, που έφταναν στο σημείο να μιλούν για καταστροφή του αστικού τοπίου της Αθήνας και «βεβήλωση» του Παρθενώνα, καθώς το ύψος του νέου κτιρίου θα το έθετε αυτομάτως σε αντιπαραβολή με την ιστορική κορυφή της Αθήνας.

Το ξενοδοχείο τελικά κατασκευάστηκε μεταξύ 1958-1963 από τους σημαντικούς αρχιτέκτονες της εποχής Εμμανουήλ Βουρέκα, Προκόπη Βασιλειάδη και Σπύρο Στάικο, υπό την εποπτεία του αρχιτεκτονικού τμήματος της Χίλτον International. Το κόστος κατασκευής, συμπεριλαμβανομένης και της αξίας του οικοπέδου, ανήλθε σε 15 εκατ. δολάρια, ένα τεράστιο ποσό για την εποχή. Μπορούμε να πούμε ότι το Χίλτον συμβόλισε την είσοδο της χώρας στην παγκόσμια τουριστική αγορά, καθώς φτιάχτηκε την περίοδο που το διεθνές τζετ-σετ άρχισε να ανακαλύπτει σιγά-σιγά τις παραλίες, το φαγητό και την (τότε) αυθεντικότητα των ελληνικών νησιών. Μην ξεχνάμε ότι ήταν το πρώτο παράρτημα διεθνούς ξενοδοχειακής αλυσίδας που άνοιξε στην πρωτεύουσα.

Κάτι που ίσως να έχει ξεχαστεί είναι ότι την περίοδο που κατασκευαζόταν, το Χίλτον είχε αντιμετωπιστεί περίπου ως σκάνδαλο από την τότε αντιπολίτευση και είχε διχάσει την κοινή γνώμη ως προς την αισθητική του. Υπήρξαν πολλές φωνές εναντίον του, που έφταναν στο σημείο να μιλούν για καταστροφή του αστικού τοπίου της Αθήνας και «βεβήλωση» του Παρθενώνα, καθώς το ύψος του νέου κτιρίου θα το έθετε αυτομάτως σε αντιπαραβολή με την ιστορική κορυφή της Αθήνας. Οι ειδικοί είχαν επίσης διχαστεί ως προς την τάση εκμοντερνισμού, που ήταν μάλλον η αρχιτεκτονική μόδα της εποχής. Στις 6 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους θα άνοιγε τις πόρτες της η Αμερικανική Πρεσβεία και μόλις δύο χρόνια νωρίτερα είχε εγκαινιαστεί το Mont Parnes.

Από τον πρώτο καιρό, όμως, της λειτουργίας του Χίλτον, οι αντιρρήσεις εξαφανίστηκαν. Ο συνδυασμός κλασικού και μοντέρνου στο στυλ αλλά και οι ελληνικές πινελιές με τις ανάγλυφες συνθέσεις του ζωγράφου Γιάννη Μόραλη και η χρήση του πεντελικού μαρμάρου κέρδισαν τελικά κοινό και ειδικούς. Η κατασκευή, όμως, κέρδισε και τον ίδιο τον χρόνο, καθώς από την ημέρα των εγκαινίων του (20 Απριλίου 1963), η μοναδική αρχιτεκτονική παρέμβαση ήταν αυτή μεταξύ των ετών 2001-2003, εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας (όταν και αποτέλεσε την έδρα της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής), από τους αρχιτέκτονες Αλέξανδρο Τομπάζη και Χρήστο Μπουγαδέλλη, με στόχο την αποκατάσταση του κτιρίου και, παράλληλα, την προσθήκη μιας 6ώροφης πτέρυγας προς την οδό Βεντήρη.

Το Χίλτον συνδυάστηκε με την πολυτέλεια, φιλοξενώντας κατά καιρούς μεγάλα ονόματα, όπως ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο Φρανκ Σινάτρα, ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, ο Άντονι Κουίν, η Σίρλεϊ Μπάσεϊ, ο Ρομπέρτο Μπενίνι, η Έλα Φιτζέραλντ κ.ά, ενώ στο εστιατόριό του λέγεται ότι σερβιρίστηκαν για πρώτη φορά στην Αθήνα αμερικανικά χάμπουργκερ και κλαμπ σάντουιτς. Όμως η σημασία του Χίλτον, ειδικά την εποχή που ανεγέρθηκε, δεν περιορίζεται σε αυτήν ενός κοσμοπολίτικου ξενοδοχείου. Με την πάροδο των ετών το Χίλτον αποτέλεσε όχι μόνο υπερτοπικό τοπόσημο αλλά και το κέντρο μιας νέας γειτονιάς, στην οποία μάλιστα δάνεισε και το όνομά του.