Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Η Αθήνα ακόμα κυνηγάει τα πρότυπα της...

Η Αθήνα βρίσκεται είκοσι χρόνια πίσω από τις ανεπτυγμένες πόλεις στις οποίες ονειρεύεται να μοιάσει. Καλό ή κακό;

Η Αθήνα ακόμα κυνηγάει τα πρότυπα της...

Η Αθήνα βρίσκεται είκοσι (λιγότερα, περισσότερα;) χρόνια πίσω από τις ανεπτυγμένες πόλεις στις οποίες ονειρεύεται να μοιάσει. Είναι κάτι που φέρει βαρέως, κουτσαίνοντας μόνιμα πίσω από μόδες και εξελίξεις που την προσπερνάνε, αφομοιώνοντας κακήν κακώς ό,τι τής γυαλίσει, το οποίο μοιραία θα είναι μπολιασμένο με την ανατολίτικη πλευρά μας, που όσο κι αν παλεύουμε, εμφανίζεται και στα καλύτερα σαλόνια.

Αυτή είναι ίσως η κακή πλευρά. Υπάρχει όμως και η καλή. Ή θα μπορούσε να υπάρχει, αν είχαμε το μυαλό και την ψυχραιμία να τη δούμε. Η Αθήνα δεν ήταν τόσο cool όσο το Βερολίνο ή το Λονδίνο, αλλά δεν είχε ούτε τα προβλήματά τους. Και στα προβλήματα ήμασταν είκοσι χρόνια πίσω.

Αν υπήρχαν το μυαλό και η ψυχραιμία, θα μπορούσαμε να προβλέψουμε τι θα γινόταν αν για κάποιον λόγο μαζεύονταν στο κέντρο της πόλης ορδές απελπισμένων, παρανόμων και κατατρεγμένων. Πώς θα επηρέαζε μια οικονομική κρίση την αγορά και την ασφάλεια. Γιατί αυτά έχουν συμβεί σε άλλες πόλεις, πολλά χρόνια πριν.

Θα μπορούσαμε να μάθουμε τι έκαναν άλλες πόλεις με παρόμοια προβλήματα, αν λύθηκαν κάποια και με τι μέτρα, ποια είναι τα υπέρ και τα κατά κάθε απόπειρας και ποιες οι παρενέργειες. Αντί γι’ αυτό επαναλαμβάναμε με σιγουριά ότι «η Αθήνα δεν έχει προβλήματα γκέτο» και, ακόμα πιο παλιά, το αμίμητο «ο  Έλληνας δεν έχει τον ρατσισμό μέσα του».

Όσο κοιτούσαμε αλλού, πηγαίνοντας στα ανέμελα μπαρ και κάνοντας μεταπτυχιακά σε μουράτες πόλεις, η Αθήνα αντέγραφε τα ποτά και τις τάσεις στο φαγητό, αποκτώντας επιτέλους αυθεντικά κινέζικα και μπακάλικα από το Μπανγκλαντές. Ταυτόχρονα, στα πίσω δωμάτια του κέντρου τα στενά βρόμιζαν, κατρακυλούσαν κι έβραζαν από την αδιαφορία και την πεποίθηση ότι ο Θεός ή η Μοίρα θα έκαναν το θαύμα τους και θα τη γλιτώναμε.

Τελικά, δεν τη γλιτώσαμε. Η βία το προηγούμενο Σάββατο στη λαϊκή της Καλλιδρομίου έφτασε σε νέα επίπεδα, εκεί όπου οι περαστικοί χρησιμεύουν ως ανθρώπινη ασπίδα. Ακόμα πιο τυφλή βία, ακόμα πιο παράλογη. Όσοι πιστεύουν ότι δικαιώνονται -με οποιονδήποτε τρόπο-, φωνάζουν. Όσοι συνειδητοποιούν τη σοβαρότητα, δεν ξέρουν τι να πουν. Κάπου εδώ τελειώνουν τα λόγια.