Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Η «ψεκασμένη» νεοελληνική πραγματικότητα****

Aπό την αναγνώστρια της Lifoland, I.Δ.

Η «ψεκασμένη» νεοελληνική πραγματικότητα****


Α for Αγέλη
Ανυπακοή. Ασυδοσία. Απειλή. Αυθάδεια. Έχεις αναλογιστεί τελευταία ότι παντού κυριαρχούν λέξεις που αντικατοπτρίζουν το Αντικανονικό; Τη θέση του ποιοτικού «Α» που χαιρόσουν να βλέπεις στο τετράδιό σου με κόκκινο χρώμα από το χέρι μιας ανώτερης «ύπαρξης», της καλής σου δασκάλας, πήρε το άλλο «Α», εκείνο της Αναρχίας σε καμβάδες λιγότερο προσωπικούς. Σε τοίχους. Πολυκατοικίες. Παγκάκια, δέντρα, διαδικτυακές ή χειρόγραφες υπογραφές. Εκεί. Σε κοινή θέα. Ώστε να μπορούν όλοι να το δουν. Αδιαμαρτύρητα, λοιπόν, συνηθίσαμε στη θέα του νέου «Α», που βρήκε χαλαρές τις θυμωμένες συνειδήσεις μας και εγκαθιδρύθηκε στην καθημερινότητά μας. Όχι βέβαια στους τοίχους μόνο, αλλά στη διπλανή μας πόρτα, στο διπλανό θρανίο, στον διευθυντή που αυθαιρετεί, στον επαγγελματία οδηγό που θα περάσει με κόκκινο το φανάρι και θα στραβοκοιτάξει τους πεζούς που τόλμησαν να βαδίσουν στη διάβαση.


Και κάπως έτσι το «Α» άλλαξε ρότα, για να ακολουθήσουν κι άλλα μετεξελιγμένα...Ή μάλλον μεταλλαγμένα ...Σάπια, έστω, προϊόντα μιας τόσο ελπιδοφόρας Αλφαβήτας. Μια Αλφαβήτα, που όπως λέγεται, είχε κάθε προοπτική για όμορφες λέξεις και ανώτερα νοήματα, μα έγινε βορά των κακώς κειμένων μιας σελίδας που κάθε άλλο παρά για χαρτί γεμάτο με κοκκινάδια από λάθη προοριζόταν.


Περί Ευγενίας/ ευγένειας... ο λόγος
Με συγχωρείς που σου μιλάω με ορολογία μαθητριούλας, αλλά με βασανίζουν τέτοιες σκέψεις από παλιά. Τότε που πρωτομπήκα στα βάσανα του «θρανίου». Θυμάμαι που λες, όταν ήμουν πιο μικρή και με έστελναν στον παιδικό σταθμό οι δικοί μου γιατί δούλευαν μέχρι αργά το μεσημέρι, έκανα πολλή παρέα με κάτι δασκάλες, που αργότερα έμαθα πως λέγονται «νηπιαγωγοί». Κάποιες από αυτές, μας μιλούσαν για μια αξία που ονόμαζαν «ευγένεια». Τόσο πολύ μου την είχαν τονίσει, θυμάμαι, που ένιωθα το κεφάλι μου να κλυδωνίζεται , καθώς την αναμασούσα στο δρόμο για το σπίτι. Την επόμενη μέρα, μην έχοντας ξεχάσει αυτή τη λέξη- κλειδί, κατέβηκα τρέχοντας τα σκαλοπάτια, στη μάχη για το «όποιος κατέβει πρώτος, νικάει». Ήλιος τρελός και τα μυαλά στις ανεμώνες! Τότε, λοιπόν, πέτυχα την Ευγενία, μια νεαρά κυρία που έμενε δύο στενά παρακάτω από εμάς. Αναψοκοκκινισμένη, λοιπόν, χαρούμενη που ο αδερφός μου από τη νύστα του με άφησε να κερδίσω...


«Καλημέρα κυρία ευγένεια», της λέω. Τότε εκείνη, με βλέμμα σουβλερό, που με διαπέρασε σαν ηλεκτρικό ρεύμα, με κοίταξε αφ' υψηλού και μου γύρισε την πλάτη. Αποσβολωμένη, έμεινα να την κοιτάζω όση ώρα ισορροπούσε στα τακούνια της και απομακρυνόταν και βουρκωμένη έψαχνα να βρω τι της έκανα. Ευτυχώς, το μυστήριο λύθηκε γρήγορα, καθώς έμαθα ότι η εν λόγω κοπέλα είχε τσακωθεί με την τέταρτη ξαδέρφη της αδερφής της γιαγιάς της ανεψιάς της θείας μου κι ως εκ τούτου, δε μιλούσε σε όλη μας την οικογένεια και πολύ καλά έκανε, αν θες τη γνώμη μου. Διότι στην τελική, για μία αξιοπρέπεια ζούμε! Επίσης, άκουσα να λένε πως μόλις μετακόμισε στην Αθήνα, άρχισαν να τη φωνάζουν «Τζένη». Ούτε Ευγενίες, ούτε ευγένειες είχαν πια θέση στη ζωή της. Αρκούσε η αλλαγή της προσφώνησης. Μοντέρνα και ψαγμένη. «Τζένη», λοιπόν.

 

«Αλμυρό ή γλυκό;»... Βασανίζομαι να βρω!
Λίγα καλοκαιρινά μπάνια και κάμποσα φθινοπωρινά μπουρίνια αργότερα, η γραφίδα της μνήμης γρατζούνισε πάλι την περίοδο που πια έχει καταγραφεί στο σκληρό δίσκο του κεφαλιού μου ως «παιδική ηλικία». Ήταν τότε ακριβώς που σταμάτησα να ψάχνω την «ευγένεια» σε γυναικείες φιγούρες, γιατί δε με ξεγελούσε πια η σχετική ομοηχία του ονόματος με τη μονάκριβη λέξη μου. Άρχισα έτσι να γυρεύω την ακριβοθώρητη «κυρία ευγένεια» στα ράφια της κουζίνας και στα ντουλάπια που ίσα κατάφερνα να ανοίγω πατώντας στις μύτες των ποδιών. Είχα βάλει στόχο να καταλήξω γρήγορα αν τελικά η ουσία της είναι κρυμμένη σε σύσταση φαγητού ή γλυκού.
Μη βιάζεσαι να με κρίνεις, γιατί το πράγμα περιπλέκεται! Ένα ήταν το σίγουρο... Ότι αυτή η ευγένεια δεν είναι τόσο ζωτικής σημασίας, όπως για παράδειγμα είναι το νερό και θα μου επιτρέψεις να επιμείνω σε αυτό. Η βεβαιότητά μου αυτή προέκυψε πολύ αργότερα, όταν κάπου διάβασα ότι «μετά τη δεύτερη μέρα χωρίς νερό, ο άνθρωπος αρχίζει να δυσλειτουργεί και πως αν η λειψυδρία αυτή συνεχιστεί, δεν είναι σε θέση να ζήσει για πολύ».


Είχα βάσιμες υποψίες , λοιπόν, πως η «ευγένεια» είναι γλυκό. Είναι κάτι δηλαδή που σου δίνει προσωρινή χαρά και απόλαυση, ενώ παράλληλα σε γεμίζει ενέργεια. Κάτι όμως δεν ταίριαζε στην όλη υπόθεση, διότι την ίδια περίοδο ανακάλυψα πως όταν δε μου φέρονταν ευγενικά, τα κόκκαλα και όλο μου το κορμί ζάρωνε τόσο που άρχισα να αντιλαμβάνομαι τους γύρω μου ως γίγαντες. Με φανταζόμουν στη μέση, ανήμπορη και ανέτοιμη να τρέξω να κρυφτώ. (Είναι μια ανάμνηση που με έκανε πάντα να μισώ την «Αλίκη στη Χώρα των θαυμάτων» που ψήλωνε όποτε ήθελε η παλιοσιχαμένη). «Άρα, θα μπορούσε να είναι και φαγητό», σκέφτηκα, έχοντας συνδυάσει τα λόγια του μπαμπά εκείνο το μεσημέρι που μου πρωτοείπε ότι «όποιος δεν τρώει το φαγητό του, θα μείνει κοντός». Κι έτσι, πέρασα αρκετά χρόνια με ήσυχη συνείδηση. Γιατί στο κάτω κάτω, όλα, φαγητά και γλυκά, στο ίδιο στομάχι καταλήγουν.

«Όλα όσα λαχταρούσαμε τα ψάχναμε στα ξένα μάτια»
Το στομάχι, λοιπόν, άρτιο και χαρούμενο. Πάντα καλά φουσκωμένο, με φαγητό νόστιμο και σπιτικό, σε περιβάλλον ποτισμένο με αγάπη και καλή διάθεση. Φυσικά υπήρχαν κάποιες μικρές δυσπεψίες που προκαλούσαν προσωρινή κακοκεφιά, αλλά σε γενικές γραμμές θα παραδεχτώ ότι όλα έβαιναν καλώς. Μέχρι που μια μέρα, όταν πια τα κορίτσια είχαν αρχίσει να κρύβουν στη σχολική τους τσάντα μάσκαρα και κραγιόν, ενώ τα αγόρια τα πρώτα τους τσιγάρα, μου μπήκαν ψύλλοι στ' αυτιά...


Πρώτες μέρες της νέας σχολικής χρονιάς, πολλές εκθέσεις ιδεών έχουν καταγραφεί στα τεφτέρια και έχουν αφεθεί στα πατάρια του παρελθόντος. Λίγο η εφηβεία, λίγο ο καλοκαιρινός ήλιος, δίνει νέα πνοή στα μυαλά μας που παίρνουν πολύ αέρα για νέες, αλλιώτικες, καινοτόμες, αντισυμβατικές και προσοδοφόρες εμπειρίες και γνωριμίες. Σπαρταρούσαμε να μεγαλώσουμε και να πετάξουμε. Νιώθαμε έτοιμοι να αλλάξουμε τον κόσμο. Και φυσικά όλα όσα λαχταρούσαμε τα ψάχναμε στα ξένα μάτια. Αυτά που ήξεραν να βάζουν καλά τη μάσκαρα, να τα λένε σωστά και να διδάσκουν περί σχέσεων και σεβασμού.


«Έχεις την τάδε καθηγήτρια; Γι' αυτήν συζητάτε;» με ρωτάει ένα παλικάρι από τη διπλανή παρέα που είχε ακούσει την κουβέντα μας στην καφετέρια.


«Ναι... Πρώτη μέρα σήμερα. Πολύ ευγενική και γλυκιά, φάνηκε», απάντησα με ύφος ανάλογο με το δικό του.
«Μη βιάζεσαι τόσο να πιστέψεις τα όμορφα τα λόγια, τα μεγάλα, μικρή», είπε καθώς σηκώθηκε και άφησε ένα χαρτονόμισμα να πέσει στο τραπέζι του.


Πέραν του ότι ήθελα να τον χτυπήσω γιατί με αποκάλεσε «μικρή» μπροστά στα μάτια των συμμαθητών μου, άρχισα να αναρωτιέμαι τι θράσος έχει ο κόσμος. Βέβαια, αυτό σχετικά με το θράσος, το αναλογίστηκα πολύ αργότερα. Όταν πια τα «πρότυπα» είχαν μετατραπεί σε εμετική δηθενιά. Διότι η εν λόγω «γλυκιά και καλή» δεν ήταν παρά ένα άτομο που σου έδινε πολλή ενέργεια με τα όμορφα και μεγαλεπήβολά της λόγια και δίδασκε ώρες περί ηθικής, την ίδια στιγμή που στη δική της τη ζωή, δεν έκανε παρά ό, τι εξυπηρετούσε τα συμφέροντά της. Καιροσκόπος, ψεύτικη, διεφθαρμένη, ανήθικη. Το κακό είναι ότι μετά από εκείνη ακολούθησαν κι άλλοι. Με πολύ ωραία λόγια και εξαιρετικές ιδέες, που όμως δεν έβρισκαν πάντα χώρο να τις φυτέψουν κι έτσι ξεχνούσαν τα δημοκρατικά τους ένστικτα. Σου έκανα λοιπόν μια μίνι ανασκόπηση των περασμένων εποχών της κοπάνας και της σχολικής επανάστασης, διότι σου έχω θέματα προς επίλυση.

Bullying, κλάμα και μελομακάρονο
Μπλα μπλα μπλα! Η γλώσσα των 6.000.000 λημμάτων, το εκρηκτικό ταπεραμέντο των «αυτόχθονων» Ελλήνων, σε συνδυασμό με τον πολιτισμό τους που «αυτοί μετέδωσαν στα πέρατα της γης» μετρά σήμερα πολλές χιλιάδες αναρτήσεις στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης σχετικά με θέματα που έγιναν μόδα από τη μια στιγμή στην άλλη. Θα μου πεις, έτσι είναι η μόδα κι εγώ θα σου πω «σχώρα με, αλλά είμαι κι από χωριό».


«Ρατσισμός», «νταηλίκι», «περιθωριοποίηση», «ανθρωπιστική κρίση», «καταρράκωση της ψυχής», «βία», «μισαλλοδοξία», ομελέτα, μελομακάρονα και πολλές άλλες οι λέξεις που δεν μπορώ να συγκρατήσω, καθώς τρυπώνουν στα αυτιά μου σε ταχύτητες ασύλληπτες.


Μια πληροφόρηση που γίνεται στο πλαίσιο της «ενημέρωσης» και της «ευαισθητοποίησης» πολιτών που στέκονται με το πατατάκι στο δόντι και κλαίνε με τη δραματική μουσική που συνοδεύει ένα νέο παιδί στον τάφο, αυξομειώνοντας την ένταση. Το ένα θέμα μετά το άλλο στις ειδήσεις, τις ενημερωτικές και lifestyle εκπομπές που σχετίζεται με το bullying που ανακαλύψαμε όλοι μαζί τώρα και ανιχνεύουμε να βρούμε «ποια είναι η αντίστοιχη λέξη στα ελληνικά», ψευτοϋπερτονίζοντας τον αποτροπιασμό που μας προκαλεί η έννοιά του. Στο σημείο αυτό ακριβώς, λοιπόν, έρχομαι να σε ρωτήσω εσένα που ξέρεις τα πολλά κι ο νους σου κατεβάζει...


Ο όρος «νταηλίκι» ακούγεται πρωτόγνωρος σε όσους μας προτρέπουν να λύνουμε «εμείς, οι νέοι», τις διαφορές μας μέσα από τη δημοκρατική οδό; Και μιας και μίλησα για οδούς και σοκάκια, δημοκρατία σημαίνει να φωνάζω έτσι ώστε να καλύπτω τη φωνή σου ενώ εκφράζεις μια γνώμη, στοχεύοντας να διακόψω τον ειρμό και τον λόγο σου;


«Μεγάλε, έχεις πιάσει το νόημα!»
Από την άλλη, αν ξέρεις εσύ ως δημοσιογράφος, ότι συζήτηση δεν μπορεί να διεξαχθεί στο «δημοκρατικό πλαίσιο» που τόσο υπερασπίζεσαι, τη στιγμή που το παρελθόν σε έχει διδάξει παραπάνω από μία φορές, πως ο εκάστοτε Άχθωνις, Μπενιζέλος, Παρακώστα δεν μπορούν να μιλήσουν παρά να βγάλουν κραυγές, γιατί επιμένεις να τους δίνεις βήμα; Είσαι αφελής; Είσαι ανεκτικός; Είσαι καλοπροαίρετος; Αλλά εφόσον οι άλλοι υπερασπιστές του διαλόγου, ακούν ακόμα μια αγέλη να ουρλιάζει και παραπληροφορούνται συνειδητά, καλά κάνεις και μάλιστα σε συγχαίρω ,μεγάλε, γιατί έχεις πιάσει το νόημα!


Φίλε τηλε- ένορκε, όμως, αν ο δάσκαλος/ καθηγητής/ εισηγητής ή εν πάση περιπτώσει εκφραστής του δημόσιου λόγου διακόπτει ή επιτρέπει να διακόπτουν κάποιον ομιλητή, πιστεύεις ότι θα είναι σε θέση να υπερασπιστεί εσένα όταν έρθει η σειρά σου να σε αδικήσουν; Όχι ότι τώρα δεν αδικείσαι, αλλά έχεις και λίγο την ψευδαίσθηση της τηλε- ασφάλειας.


Φίλε μου, άκου. Έχεις φυλαγμένο κάτι πολύ ύπουλο, χρήσιμο και παράλληλα ανεκτίμητο που δεν είναι άλλο από το αρχέγονο ένστικτο της επιβίωσης.


Και τώρα θα σου απαντήσω εγώ:
Οι δημοκράτες , κριτές αυτού του κυβερνοχώρου, απόρροια της δημοκρατικής, πολιτισμένης γης που πατάς και ψάχνεις δίκιο, θα πάρουν το μέρος εκείνου που σε τρέλανε, λέγοντάς σου ότι ο φρόνιμος είναι εκείνος που σωπαίνει και αδιαφορεί, την ίδια στιγμή που οι ίδιοι ουρλιάζουν για ψύλλου πήδημα.


Είναι οι πρώτοι που θα καταδικάσουν το ξέσπασμά σου. Είναι εκείνοι που θα τρέξουν να παρηγορήσουν τον «καημένο» που θα κλαίει, απλώς και μόνο επειδή χτυπήθηκε από σένα λεκτικά ή σωματικά,από άμυνα, αδιαφορώντας για τα ηρεμιστικά και τα τρελόχαπα που ο «καημένος» σε έκανε να παίρνεις με τη συμπεριφορά του. Είναι οι κύριοι που σε πουλάνε, γιατί οι νοήμονες και οι προσωπικότητες δημιουργούν αντιπάθειες και «δε βολεύουν στο προφίλ». Είναι οι ίδιοι που θα ξεχάσουν όποια δικαιοσύνη ζήτησαν ή απαίτησαν για τη σαθρή την παλιοκενωνία . Είναι αυτοί στους οποίους απευθύνθηκες και δεν ολοκλήρωσες τη φράση σου.


Γιατί; Διότι ο ανάγωγος έχει μάθει να σου καλύπτει το επιχείρημα με κραυγή, την κραυγή αυτή που έθαψες, στο πλαίσιο της «ευγένειας» που σου εμφύσησαν από μικρό. Την κραυγή αγανάκτησης, πόνου, χαράς και θυμού, που έθαψες κάτω από λόγια λιγοστά και μετρημένα που όμως σήμαιναν τόσα ακόμα. Σε έναν κόσμο που το δάκρυ γίνεται πρώτη είδηση στα blogs και ΜΜΕ, αρκεί να το έχυσε ένας, του οποίου η φωνούλα προκάλεσε νούμερα τηλεθέασης στο παρελθόν. Και κανείς δεν αναρωτιέται...Η χαρά, η αηδία, η θλίψη, ο φόβος πρέπει να πνίγονται, μέχρι που να εκρήγνυσαι από θυμό, τον οποίο απαγορεύεται να εκφράσεις όπως θα ήθελες (ευτυχώς, γιατί πολλά τα είχες μαζεμένα);


«Α» για Αρετή
Τον ευγενή, τον ευαίσθητο, τον ενάρετο είναι αυτόν που φοβούνται οι φαμφαρολόγοι. Ο ενάρετος δε χρειάζεται διαφήμιση. Δε χρειάζεται υπερασπιστές της φυλλάδας. Αποτελεί αξία μέσα στο χρόνο, μέσα από τα λάθη, τις παραδοχές και τα σωστά του.
Γι' αυτό πασχίζουν να του πνίξουν τη φωνή.


Μήπως είναι η ψυχική ευγένεια που τραμπουκίζεται ( ή πέφτει «θύμα bullying»,όπως το λεν και στο χωριό μου;) Και τελικά είναι η αλφαβήτα που επιδέχεται διόρθωσης ή οι οργισμένες έννοιες που ανασυνθέσατε κύριοι «διδάσκαλοι» του πνεύματος και της τέχνης, που βλέπω δακρύβρεχτες δηλώσεις σας στο facebook; Πνευματικοί άνθρωποι ή πνευματικά διαταραγμένες ψυχές μας διδάσκουν καθημερινά;


Μόλις έκλεισα την τηλεόραση και ξετρύπωσα το παλιό, σκονισμένο μου βιβλίο από το πατάρι. Ξεκινώ από το Α, λοιπόν.


Άμυνα: αδιαφορία, αγένεια, αυτοκτονία, αντίδραση, ΑΡΕΤΗ.