Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

If grief could wait

Ο Ταμπούκι πέθανε, ο Φουέντες πέθανε, ελάχιστοι ξέρουν τον Κοζίνσκι, κι εγώ δεν αισθάνομαι πολύ καλά.

If grief could wait
  • ΛΑΟΣ: Πάνσοφος λαός. Καρούζος & Καστοριάδης & Κονδύλης & Κουνέλλης στα αζήτητα, αν εξαιρέσουμε μιαν Αγέρωχη (ελεεινή & τρισάθλια αριθμητικά) Λαϊκή Ελίτ. Ομοίως, στα αζήτητα: Demetrios Stratos, John Cassavetes, Yanni Christou, Maria Callas, Nicholas Calas, δοξασμένοι, με ονόματα γραμμένα με στοιχεία λατινικά, εις την αλλοδαπή (κατήντησα αλήτης εν ταις αλλοδαπαίς, έλεγε ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ).
  •  ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ: «Στο μέσον μιας μακρινής καταχνιάς, ίσως θυμηθούμε τις συνάφειες, ανακαλύψουμε μαζί ό,τι υπάρχει, ξανακατακτήσουμε τη νιότη, ξαναγίνουμε παρέα, παρεούλα, συντροφιά, ομάδα, ασκέρι, φουρνιά, συμμορία. Ξαναθερίσουμε πάθη, κυριαρχήσουμε στις εξεγέρσεις».(Κάρλος Φουέντες: Σε αυτά πιστεύω, μτφρ. Αμαλία Βασιλακάκη, εκδ. Καστανιώτης, σ. 362)
  •  ΛΑΟΣ: Πάνσοφος λαός. Μισό εκατομμύριο (και βάλε) αγόρασαν και απόλαυσαν το ανθυποπορνό μιας ανθυποπόρνης Τζούλιας.
  • Συγγραφείς: «Το Ουράνιο Τόξοέπιασε την κοπέλααπό το μπράτσο και την οδήγησε στην καλύβα του. Αν και ορισμένοι τον θεωρούσαν αλλόκοτο άνθρωπο, ήταν αρκετά αγαπητός στο χωριό. Ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τα σημάδια του ουρανού, κυρίως για τα ουράνια τόξα, από τα οποία προερχόταν και το παρατσούκλι του. Στις βεγγέρες που έκανε με τους γείτονες ήταν ικανός να μιλάει με τις ώρες γι’ αυτά. Έτσι έμαθα κι εγώ, που είχα στήσει αυτί και τον άκουγα από μια σκοτεινή γωνιά, ότι το ουράνιο τόξο είναι ένα μακρύ καμπυλωτό βλαστάρι, κούφιο σαν καλάμι. Η μια του άκρη είναι βυθισμένη σ’ ένα ποτάμι ή σε μια λίμνη απ’ όπου τραβάει το νερό, το οποίο στη συνέχεια μοιράζει δίκαια σ’ όλη την ύπαιθρο. Μαζί με το νερό τραβάει όμως ψάρια και άλλα πλάσματα, κι αυτός είναι ο λόγος που βρίσκουμε το ίδιο είδος ψαριών σε λίμνες, γούρνες και ποτάμια που δεν συνδέονται μεταξύ τους». (Jerzy Kosinski, Το Βαμμένο Πουλί, μτφρ. Τρισεύγενη Παπαϊωάννου, εκδ. Μεταίχμιο, σ. 171)
  • ΛΑΟΣ: Πάνσοφος λαός: λαζοπουλομορφάντρας από τη μια, και από την άλλη μανταμοσουσούδες φιλελευθεροκεϋνσιανμού άνευ δοτικής, δασείας, περισπωμένης, και βαρείας.
  • ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ: «Ο Φερνάντο Πεσσόα δεν είχε δίπλωμα οδήγησης, ή τουλάχιστον έτσι φαίνεται από τα αρχεία του Δήμου της Λισαβόνας. Σίγουρα δεν διέθετε αυτοκίνητο: αυτός ο «περαστικός του εαυτού του», όπως αυτοπροσδιορίζεται σ’ ένα ποίημα, έπαιρνε το τραμ, όπως φαίνεται από τις επιστολές του και το ημερολόγιό του, ή πήγαινε με τα πόδια, όπως το αποδεικνύουν όλες οι φωτογραφίες του που γνωρίζουμε». (Aντόνιο Ταμπούκι: Η Νοσταλγία του Πιθανού - Γραπτά για τον Φερνάντο Πεσσόα, μτφρ. Ανταίος Χρυσοστομίδης, εκδ. Άγρα, σ. 232)