Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Η μπαλάντα του ενοχικού «μαμάκια»

Μια νέα έκδοση ανθολογεί την αλληλογραφία δεκαετιών ανάμεσα στον διάσημο – κυρίως για τον στίχο «Σε γαμούν ο μπαμπάς κι η μαμά σου» - και σταθερά δημοφιλέστερο Άγγλο ποιητή Φίλιπ Λάρκιν και στη μητέρα του

Η μπαλάντα του ενοχικού «μαμάκια»

Ήταν 13 Σεπτεμβρίου 1964 και ο διάσημος Άγγλος ποιητής Φίλιπ Λάρκιν είχε κλείσει προ μηνός τα 42, όταν έκατσε να γράψει μια από τις τακτικές επιστολές του προς το «πολύ αγαπημένο του γέρικο πλάσμα», όπως αποκαλούσε την μητέρα του Εύα :

Για άλλη μια φορά κάθομαι στο υπνοδωμάτιο μου, λουσμένος με μια κηλίδα ηλιόφωτος, για να αφιερωθώ στο εβδομαδιαίο «γράμμα στο σπίτι». Μόλις αναλογίστηκα ότι το κάνω εδώ και 24 χρόνια! εντάξει, με κάποια διαλείμματα ίσως: χαίρομαι λοιπόν που το κάνω και η μόνη μου ελπίδα είναι ότι βρίσκεις κάποιο ενδιαφέρον σ' αυτές τις εκροές του λόγου μου όταν φτάνουν σε σένα όλα αυτά τα διαφορετικά Δευτεριάτικα πρωινά τόσα χρόνια.

Το απόσπασμα περιλαμβάνεται σε μια νέα ανθολογία με τίτλο «Philip Larkin: Letters Home, 1936–1977» η οποία περιέχει μεταξύ άλλων και καμιά πεντακοσαριά από τις επιστολές – γύρω στις 4.000 διασώζονται από το 1936 και μετά - που έστελνε στη μητέρα του από το 1950 ως το θάνατό της στα 91 το 1977.

Ο γάμος δεν παρέχει καμιά εγγύηση ότι οι κάλτσες θα είναι πάντα μπαλωμένες ή το φαγητό ζεστό και στην ώρα του. Ούτε και θα ήταν σοφό να παντρευτεί κανείς για τέτοιου είδους ανέσεις. Υπάρχουν άλλα πράγματα πολύ πιο σημαντικά.

Όπως αναφέρεται στην παρουσίαση του βιβλίου στο περιοδικό Spectator, στα πρώτα 22 χρόνια αυτής της αλληλογραφίας, ο Λάρκιν έγραφε ένα γράμμα στην Εύα κάθε Κυριακή ενώ συχνά έστελνε και μια κάρτα ή/και άλλο ένα γράμμα μεσοβδόμαδα. Τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής της, όταν το μυαλό της χανόταν περιπλανώμενο, της έγραφε σχεδόν καθημερινά, και καμιά φορά δύο φορές τη μέρα.

Οι περισσότερες από τις επιστολές περιέχουν τις πιο «τετριμμένες» πληροφορίες, καταδεικνύουν όμως την στενή (έστω και εκ του μακρόθεν), αφοσιωμένη και ενδεχομένως χειριστική αλλά και ενοχική για τον ίδιο ίσως, σχέση ανάμεσά τους, όπως εμμέσως πλην σαφώς παραδέχεται σ' ένα γράμμα του τον Απρίλιο του 1970 μετά από μια επίσκεψη στο μητρικό σπίτι (ο πατέρας του είχε πεθάνει το 1948):

Φοβάμαι ότι δεν ήμουν πολύ συμπαθητικό πλάσμα όταν ήμουν στο σπίτι. Εύχομαι να μπορούσα να σου εξηγήσω πόσο πραγματική είναι η ενόχληση και η οργή προς τον εαυτό μου: πιθανόν μόνο ένας ψυχίατρος θα μπορούσε. Μπορεί να έχει να κάνει με το ότι για τόσα πολλά χρόνια δεν είχα φύγει μακριά από το σπίτι. Ή μπορεί να εμφανίζεται με τον μανδύα του θυμού, η ανησυχία μου για σένα και το φταίξιμο που ρίχνω στον εαυτό μου επειδή δεν κάνει πιο πολλά για σένα.

 

Η λέκτωρ Μόνικα Τζόουνς με την οποία είχε μακρόχρονη σχέση ο Λάρκιν. Θα μπορούσε να παρατηρήσει αυθαίρετα κανείς κάποιες φυσιογνωμικές ομοιότητες με τη μητέρα του.

Τριάντα τρία χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Φίλιπ Λάρκιν παραμένει σίγουρα ο πιο δημοφιλής ποιητής στην πατρίδα του (υπό την έννοια της πραγματικής δημοτικότητας, όταν πλήθος «απλού» κόσμου γνωρίζει απ' έξω τους στίχους σου) αλλά και ένας από τους πιο δημοφιλείς στον κόσμο, παρά τις κάποιες σκιώδεις πτυχές της προσωπικότητας του – αντιδραστικά συντηρητικός, ψυχαναγκαστικά μονόχνοτος, σωβινιστής, άστατος και αφερέγγυος τόσο συναισθηματικά όσο και ερωτικά – όπως αυτές έχουν αποκαλυφθεί κατά καιρούς σε μια πληθώρα σχετικών άρθρων, κριτικών κειμένων, βιογραφιών κλπ.

Είναι δύσκολο να αντισταθεί κανείς ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου, συναισθηματικής ή ιδεολογικής προσέγγισης στην υπερβατικά «ισοπεδωτική» υφή στίχων όπως αυτών στις «Επιθυμίες» (Wants): «Πέρα απ' όλα αυτά, είναι η επιθυμία να είσαι μόνος... Κάτω απ' όλα αυτά, κυλά η επιθυμία για την λήθη».

ΠΙΟ ΑΓΓΛΟΣ ΠΕΘΑΙΝΕΙΣ...Τριάντα τρία χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Φίλιπ Λάρκιν παραμένει σίγουρα ο πιο δημοφιλής ποιητής στην πατρίδα του παρά τις σκιώδεις πτυχές της προσωπικότητας του

Ή όπως των «περιβόητων» στίχων του πιο διάσημου ίσως ποιήματος του, του «This Be the Verse» (Ιδού ο στίχος), ειδικά οι εναρκτήριοι, που έχουν χρησιμοποιηθεί από τους πάντες σχεδόν σε εντελώς διαφορετικά πλαίσια:

Σε γαμούν ο μπαμπάς κι η μαμά σου / το κάνουν κι ας μην το θέλουν / σου φορτώνουν τα κουσούρια τους / κι από πάνω βάζουν κι άλλα / ειδικά για σένα...

Πολλοί θα υπέθεταν ίσως με κριτήριο αυτό το διάσημο ποίημα που περιφέρεται συχνά ως επιθετικό σλόγκαν, ότι ο Λάρκιν είχε δύσκολες και τεταμένες και αρνητικά φορτισμένες σχέσεις με τους γονείς του. Δεν ισχύει. Ειδικά η μητέρα του τον επηρέαζε βαθιά και ενδεχομένως να «ευθύνεται» αυτή για την έντονη δυσανεξία του με το θεσμό του γάμου, προτιμώντας να διατηρεί μακρόχρονες και συχνά εντόνως προβληματικές σχέσεις με διανοούμενες «μούσες» όπως η λέκτωρ Μόνικα Τζόουνς.

Ο επιμελητής της έκδοσης, Τζέιμς Μπουθ, φαίνεται πάντως πεπεισμένος ότι ο Φίλιπ Λάρκιν δεν δεσμεύτηκε οριστικά ποτέ επειδή ήταν τόσο «μπλεγμένος» με τη μητέρα του Έγραφε η Εύα Λάρκιν στον γιο της το 1952:

Ο γάμος δεν παρέχει καμιά εγγύηση ότι οι κάλτσες θα είναι πάντα μπαλωμένες ή το φαγητό ζεστό και στην ώρα του. Ούτε και θα ήταν σοφό να παντρευτεί κανείς για τέτοιου είδους ανέσεις. Υπάρχουν άλλα πράγματα πολύ πιο σημαντικά.

Την επόμενη χρονιά πάλι, του απέστειλε την παρακάτω «σχεσική» συμβουλή υπό τη μορφή αποσπάσματος νουβέλας του Τζορτζ Μπέρναρντ Σω:

Μόλις τελείωσα τον «Έρωτα Μεταξύ των Καλλιτεχνών»... όπου υπάρχει κι αυτό το απόσπασμα 'Όχι: ο γάμος είναι αυτό που σκοτώνει την καρδιά και την διατηρεί νεκρή. Καλύτερη η νηστεία παρά η υπερτροφία της καρδιάς. Καλύτερα ακόμα να την ταΐζουμε μόνο εκλεκτή τροφή, όπως είναι η μουσική'. Κατά κάποιον τρόπο συμφωνώ...Καλύτερα να έχει ζήσει κανείς μια πλήρη ζωή, νομίζω.