«Ο Ευγένιος πίστευε στη δόξα και στο χρυσάφι» γράφει με πλήρη συναίσθηση κάπου στο δεύτερο μισό του επικού μυθιστορήματος Γύρνα σπίτι, άγγελέ μου ο Τόμας Γουλφ, χαρίζοντας στον ήρωά του τη δυνατότητα να γίνει όλα όσα κανείς δεν τολμά: μάγος, ιδαλγός, ονειροπόλος, αυτοκράτωρ των λέξεων, και φυσικά συγγραφέας. Ιδιότητες που πασχίζει να αποκτήσει σε έναν τόπο νοερό και άπιαστο, καθώς το alter ego του δεν κατέχει κάποια ξεχωριστή δύναμη πέρα από αυτήν που μπορούν να του χαρίσουν οι λέξεις, ακολουθώντας μια μοίρα αρκετά κοινή, μέχρι τέλους. Κανένα, επομένως, τραγικό περιστατικό –ακόμα και το ότι βλέπει κάποια από τα αδέλφια του να πεθαίνουν και τους έρωτες να σβήνουν σαν ρωμαϊκά κεριά– αλλά και καμία πλεονεκτική θέση –η καλή μόρφωση, η τροφή και η σχετική οικονομική επάρκεια– δεν μπορεί να χαρακτηρίσει τη ζωή του Ευγένιου Γκαντ ως δραματική ή γεμάτη τύχη. Μάλλον είναι και τα δύο. Τα επιμέρους συμβάντα μοιάζουν ανίκανα να αποκαλύψουν μια δραματουργική κορύφωση που θα αναγκάσει τον βίο του να πάρει μια παράταιρη τροπή, παρεκτός κι αν το προστάξει η φαντασία, η μόνη μεταμορφωτική δύναμη και ουσία: «Κι όσο σκεφτόταν τη μελλοντική ξαπόλυσή του μέσα σ' αυτό τον επικό κόσμο, που όλο το χρώμα της ζωής στραφτοκοπούσε τόσο πιο λαμπερά όσο πιο μακριά από το σπίτι, η καρδιά του πλημμύριζε το πρόσωπό του με λίμνες αίμα». Τα λόγια δοξάζονται σε όλη τους τη μεταφορική ενάργεια και είναι αυτά που μετατρέπουν ένα προβλέψιμο, αν αναλύσει κανείς τους χαρακτήρες, Bildungsroman σε αριστουργηματικό μύθο.
Πρωτίστως, όμως, είναι ένα μυθιστόρημα ταυτότητας, που ωστόσο δεν οδηγεί σε ωρίμανση, αφού τα οιδαλέα πλάσματα του νου δεν αφήνουν την ορμή να τιθασευτεί από τη λογική και την παραφορά να υποχωρήσει μπροστά στις επιταγές της πραγματικότητας.
Από την αρχή κιόλας του κλασικού πλέον μυθιστορήματος Γύρνα σπίτι, άγγελέ μου στην ιστορική μετάφραση του Κοσμά Πολίτη, που εγκαινίασε την όμορφη σειρά των μεγάλων αφηγήσεων του Μεταίχμιου, διακρίνουμε έναν καταιγισμό μεταφορικών λόγων και υπέροχων φράσεων που υπερτονίζουν το παιχνίδι της μοίρας. Η δυναμική αυτή έναρξη, μία από τις πιο διάσημες στην ιστορία της λογοτεχνίας, είναι που τράβηξε την προσοχή του Μάξγουελ Πέρκινς, γνωστού και ως επιμελητή των Χέμινγουεϊ και Φιτζέραλντ, κι έτσι προχώρησε στην προσεκτική μελέτη των αμέτρητων σελίδων που κανείς μέχρι τότε δεν δεχόταν να εκδώσει! Τελικά, από το πρωτότυπο περικόπηκαν 60.000 λέξεις, για να φτάσουμε στο βιβλίο που έμεινε γνωστό ως Γύρνα σπίτι, άγγελέ μου, αντί του αρχικού Οι χαμένοι. Η έντονη σχέση του συγγραφέα με τον επιμελητή του αποτέλεσε και το υλικό της ταινίας Ένας χαρισματικός άνθρωπος με πρωταγωνιστές τους Τζουντ Λο και Κόλιν Φερθ (2016), καταδεικνύοντας ότι ο Γουλφ, ο οποίος έφυγε από τη ζωή πολύ πριν κλείσει τα σαράντα, απασχολεί ακόμα την αμερικανική συνείδηση. Αυτόν θεώρησε πρότυπό του ο Φόκνερ, δόξασε ο Ροθ και εξυμνούν όλοι όσοι βλέπουν πίσω από την επική σάγκα τα πρώτα υλικά του Μεγάλου Αμερικανικού Μυθιστορήματος. Η υπόθεση, που ξεκινάει με την ιστορία του Γκίλμπερτ Γκοντ, που αργότερα άλλαξε σε Γκαντ, αναδεικνύει σε πρόσωπο-κλειδί τον βακχικό, σχεδόν γαργαντουικό εγγονό του Όλιβερ Γκαντ, ο οποίος κατεβαίνει στον αμερικανικό Νότο για να παντρευτεί, ύστερα από έναν πρώτο αποτυχημένο γάμο, τη δυναμική, διαισθητική, όπως τη χαρακτηρίζει διαρκώς ο Γουλφ, Ελίζα. Μαζί θα φτιάξουν μια οικογένεια που δεν μπορεί να χωρέσει σε δεδομένα: οι εκρήξεις βίας του Όλιβερ ταράζουν, αλλά δεν πτοούν την Ελίζα και ενώ όλα μοιάζουν αδιανόητα για τα μικρά τέκνα που μεγαλώνουν με τη λεκτική βία, τελικά αυτό που επικρατεί είναι μια κρυμμένη, αλλά ζείδωρη για τις δύσκολες στιγμές αγάπη. Κάποια στιγμή, σε μια έκρηξη θυμού και υπό την επήρεια μέθης ο πατέρας παραλίγο να φτάσει στον φόνο, όμως τα ξεσπάσματά του αυτά είναι τυχαία, φευγαλέα και επιδερμικά. Ο πρωτόγονος πλην όμως τρυφερός πατέρας λατρεύει τα παιδιά του και ειδικά την κόρη του, φροντίζει να μη λείπει ποτέ από το σπίτι, είναι αυτός που ανάβει συμβολικά τη φωτιά και δείχνει να έχει μια εσωτερική σύνδεση μέχρι τέλους με τον προικισμένο γιο και πρωταγωνιστή του βιβλίου, τον Ευγένιο. Μέσα σε όλα αυτά κάποιοι από την οικογένεια ηττώνται από τη σκληρή πραγματικότητα, άλλοι τραβάνε τον δικό τους δρόμο: ο περιπλανώμενος και μάλλον αντιπαθής Στιβ βολεύεται σε έναν γάμο με μια μεγαλύτερή του, ο καλόβολος Μπεν δεν έχει καλή τύχη, η εμμονική με τον πατέρα της Έλεν το ρίχνει στο τραγούδι, ο κοινωνικός και εύθυμος Λιουκ καταλήγει στις θάλασσες. Ο πατέρας τους μένει τελικά μόνος, καθώς οι αντοχές της μητέρας εξαντλούνται και η οικογενειακή ζωή μοιράζεται ανάμεσα στην πανσιόν της Ελίζας, την περίφημη Ντίξιλαντ, και στο γραφείο τελετών του Όλιβερ με τον επιβλητικό μαρμάρινο άγγελο να ορθώνεται, ταυτόχρονα σωτήριος και απειλητικός.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO