Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Άκραμ Καν: «Άρχισα να χορεύω για να κάνω τον κόσμο να με ακούσει, να με προσέξει»

Ο διακεκριμένος Βρετανός χορευτής και χορογράφος επιστρέφει στην Ελλάδα, στο πλαίσιο του 25ου Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, με ένα εμπνευσμένο από τη «Μαχαμπαράτα» και την ποίηση της Karthika Nair πρότζεκτ που μας προ(σ)καλεί σε μια φεμινιστική, έμφυλη ανάγνωση της μυθολογίας και της ιστορίας

Άκραμ Καν: «Άρχισα να χορεύω για να κάνω τον κόσμο να με ακούσει, να με προσέξει»

«Μέχρις ότου τα λιοντάρια αποκτήσουν τους δικούς τους ιστορικούς, την ιστορία θα τη γράφουν οι κυνηγοί» λέει η αφρικανική παροιμία που ενέπνευσε στον ονομαστό, μπαγκλαντεσιανής καταγωγής, Βρετανό χορευτή και χορογράφο Άκραμ Καν τον τίτλο της παράστασης που θα δούμε φέτος τον Ιούλιο στο 25ο KDF. Ως «λιοντάρια» εδώ νοούνται οι γυναίκες, δηλαδή η θηλυκή, η έμφυλη ανάγνωση τόσο της μυθολογίας όσο και της ανθρώπινης ιστορίας εν γένει, την οποία παραγκώνισε η πατριαρχική αντίληψη, καθώς λέει, επιβάλλοντας τις δικές της αξίες. Θεωρεί μάλιστα τον καπιταλισμό «απότοκο» της ίδιας κυρίαρχης ιδεολογίας, αυτής που προτάσσει την ιεραρχία, τον ανταγωνισμό, τον κοινωνικό δαρβινισμό, τον σεξισμό, την εκμετάλλευση και το κέρδος: «Είναι πια καιρός να επέλθει κάποια ισορροπία, να δούμε δηλαδή τι έχει να μας πει και η θηλυκή ματιά στα πράγματα!». Δεν διστάζει δε να πει ότι ο μεγαλύτερος ήρωας της ζωής του είναι η μητέρα του.


Εσωστρεφής και μοναχικός ως παιδί, ο Καν άρχισε να χορεύει σαν ανακάλυψε ότι του πήγαινε πολύ, ότι επιπλέον έτσι μπορούσε να εκφραστεί ελεύθερα, «υποχρεώνοντας» τους άλλους να τον προσέξουν, να τον ακούσουν. Σπούδασε κλασικό ινδικό και σύγχρονο χορό κι έλαβε ένα ονειρεμένο «βάπτισμα του πυρός» στη θεατρική μεταφορά της Μαχαμπαράτα από τον Πίτερ Μπρουκ (1989) που άφησε εποχή και καθόρισε και τον ίδιο ως καλλιτέχνη και ως άνθρωπο.

Η ανέλιξή του έκτοτε υπήρξε ραγδαία. Σύστησε την Akram Khan Dance Company, συνεργάστηκε με τη Ζιλιέτ Μπινός και την Κάιλι Μινόγκ, χόρεψε σε μια σειρά μεγάλα φεστιβάλ με αποκορύφωμα την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου (2012). Έχει δώσει περφόρμανς από τη Νέα Υόρκη μέχρι την Ταϊβάν αποσπώντας πολλές διακρίσεις, εμφανίστηκε αρκετές φορές ως τώρα και στη χώρα μας, που της έχει, λέει, ιδιαίτερη αδυναμία, καθώς βρίσκει αρκετά κοινά στοιχεία με την ινδική παράδοση, τόσο στην κουλτούρα όσο και στην καθημερινότητα των ανθρώπων, ενώ διαθέτει κι ένα ενθουσιώδες κοινό.


Σήμερα ζει με τη δεύτερη, εξ Ιαπωνίας σύζυγό του και τα δύο παιδιά τους, εκείνη μάλιστα τον «μύησε» στην υγιεινή διατροφή και τη χορτοφαγία. Θεωρεί τον χορό και την τέχνη γενικότερα «έναν τρόπο να συνδεθούμε ξανά με τη φυσική ροή του χρόνου που ο σύγχρονος Δυτικός πολιτισμός έχει κατακερματίσει και αλλοιώσει», ανησυχεί ιδιαίτερα για την άνοδο του ρατσισμού και της ξενοφοβίας στην Αγγλία του Brexit και στην Ευρώπη γενικότερα –«μια αποκρουστική εξέλιξη που απειλεί να ανατρέψει προόδους δεκαετιών»–, όντας και ο ίδιος θύμα τέτοιων συμπεριφορών σε ένα μακρινό παρελθόν που δεν φανταζόταν ποτέ ότι θα αναβίωνε, επιδιώκει δε να διατηρείται νέος και ακμαίος στο πνεύμα καταρχήν ώστε να υποχρεώνεται και το σώμα να ακολουθεί. Ως πότε; «Μέχρι τελικής πτώσης», αποκρίνεται καθώς παράλληλα με το Until the Lions «τρέχει» ήδη ένα επόμενο πρότζεκτ στο οποίο, σύμφωνα με τον τίτλο, επιχειρεί να «ξεγελάσει» τον ίδιο τον διάβολο!

Έχω αναπτύξει μια ιδιαίτερη, μυστικιστική σχεδόν σχέση με την Ελλάδα και το κοινό εδώ, είτε παίζω στην Αθήνα είτε στην Καλαμάτα. 

— Η περφόρμανς Until the Lions που θα παρουσιάσετε στην Καλαμάτα είναι, διαβάζω, εμπνευσμένη από το ομώνυμο βιβλίο της Ινδής ποιήτριας Karthika Nair που εστιάζει στους θηλυκούς ήρωες της Μαχαμπαράτα, όπως η πριγκίπισσα Άμπα, που μάλιστα προσλαμβάνει στην εξέλιξη της ιστορίας ανδρική μορφή. Είναι, θα λέγαμε, μια φεμινιστική/έμφυλη προσέγγιση του έπους και θα καταφέρουν άραγε κάποτε τα λιοντάρια να γράψουν τη δική τους ιστορία σε «πείσμα» των κυνηγών;

Για μένα, όπως και για την Karthika, τα δύο αυτά πράγματα συνδέονται. Τα λιοντάρια της παροιμίας είναι οι παραγνωρισμένοι θηλυκοί χαρακτήρες στη Μαχαμπαράτα και σε άλλα αρχαία έπη. Ναι, υπάρχουν πράγματι κάποια στοιχεία έμφυλης ρευστότητας στο έργο αυτό όπως και σε όλη την ινδική μυθολογία. Το πρόβλημα είναι ότι όλες αυτές οι αφηγήσεις για πολλούς αιώνες προσλαμβάνονταν μέσα από τους άντρες ήρωες και την ανδρική, την πατριαρχική δηλαδή ματιά στα πράγματα. Η ίδια η ανθρώπινη ιστορία είναι γραμμένη από τη σκοπιά του κυρίαρχου «macho» αρσενικού, του Μεγάλου Λευκού Κυνηγού. Είναι πια νομίζω καιρός να επέλθει κάποια ισορροπία, να δούμε δηλαδή τι έχει να μας πει και η θηλυκή ματιά!

Akram Khan Company, Until the Lions. Φωτο: Jean-Louis Fernandez
 
 


— Είναι πάντως αξιοπρόσεκτο ότι προβληματισμοί που σήμερα θα αποκαλούσαμε φεμινιστικούς ή/και έμφυλους υπάρχουν ήδη σε αρχαίες αφηγήσεις και μοτίβα, ακόμα και σε θρησκευτικά κείμενα.

Ισχύει αυτό, ιδιαίτερα αν μελετήσει κανείς τους μύθους διαφόρων λαών. Η ινδική μυθολογία π.χ. έχει αρκετές τέτοιες αναφορές. Η έμφυλη ισότητα, το γυναικείο, ακόμα και το «queer» βίωμα –βλέπουμε π.χ. ήρωες τέτοιων ιστοριών να έχουν απροσδιόριστο ή ρευστό φύλο– αποτυπώνονται ήδη εκεί. Όταν όμως επικράτησε η πατριαρχία έσπευσε να μονοπωλήσει τόσο τη μυθολογική όσο και την ιστορική αφήγηση, υποτιμώντας ή αποσιωπώντας κάθε άλλη παράμετρο. Το πώς διαμορφώνονται στα πλαίσια αυτά τα κυρίαρχα έμφυλα πρότυπα και οι ρόλοι το διαπιστώνουμε όλοι από τη στιγμή που γεννιόμαστε. Μας γίνεται σωστή πλύση εγκεφάλου! Παρά μάλιστα τους αγώνες και την εξέλιξη των κοινωνιών μας, ελάχιστα έχει αλλάξει αυτή η αντίληψη.

— Ευτυχήσατε στα 13 σας μόλις χρόνια να συμμετέχετε στη «Μαχαμπαράτα» του Πίτερ Μπρουκ, μια εμπειρία που φαντάζομαι σας σημάδεψε.

Όχι απλώς με σημάδεψε, με καθόρισε, διαμόρφωσε τόσο τον καλλιτεχνικό χαρακτήρα μου όσο και την αντίληψή μου για τον κόσμο και τις ανθρώπινες σχέσεις! Το ίδιο το έργο είναι μαγικό και ο Μπρουκ, ένας τεράστιος καλλιτέχνης και δάσκαλος, το μετέφερε στη σκηνή με έναν τρόπο ανεπανάληπτο. «Ζούσα» κυριολεκτικά μέσα σε αυτό επί δύο συνεχόμενα χρόνια, όλοι το ζούσαμε, πόσο μάλλον εγώ σε μια τέτοια ηλικία.


— Τι ήταν όμως εκείνο που καταρχήν σας τράβηξε σε αυτή την τέχνη;

Μικρός ήμουν, ξέρετε, πολύ ντροπαλός και κλειστός χαρακτήρας. Με τις λέξεις δεν το «είχα», φοβόμουν τη δημόσια έκθεση, κρυβόμουν σαν το ποντίκι όταν του ρίχνεις φως! Ο χορός με κέντρισε γιατί μου φαινόταν ένας οικείος και ταυτόχρονα καταλυτικός τρόπος έκφρασης. Ξεκίνησα να ασκούμαι στο kathak, τον κλασικό ινδικό χορό. Η δική μου φωνή ήταν το σώμα μου κι αυτό το συνειδητοποίησα πρώτη φορά όταν έλαβα μέρος ως μαθητής σε έναν διαγωνισμό χορού σε μια ντίσκο. Ένιωσα ότι μπορούσα να εκφράσω πολλά μέσα από την κίνηση του σώματός μου κι ότι έτσι ο κόσμος επιτέλους θα με πρόσεχε, θα με άκουγε.


— Πόσο εύκολο ήταν να συνδυάσετε τον σύγχρονο χορό με το kathak;

Ποτέ, ξέρετε, δεν προσπάθησα σκόπιμα να συνδυάσω τα δύο είδη, ήταν κάτι προέκυψε εντελώς φυσικά, οργανικά θα έλεγα. Μου φάνηκε εξαρχής ενδιαφέρουσα η προοπτική να αφηγηθώ μέσα από τον χορό ιστορίες χρησιμοποιώντας στοιχεία από το kathak, δίχως όμως να προσκολλούμαι εκεί. Διότι μπορεί να κατάγομαι από το Μπανγκλαντές αλλά γεννήθηκα και μεγάλωσα σε μια Δυτική μητρόπολη, το Λονδίνο, και απορρόφησα, όπως ήταν φυσικό, πολλά στοιχεία από την ευρωπαϊκή καθώς επίσης την αμερικανική κουλτούρα. Μορφές όπως οι Μάικλ Τζάκσον, Τσάρλι Τσάπλιν, Μοχάμεντ Άλι, Μπρους Λι, Φρεντ Αστέρ, Μπάστερ Κίτον με επηρέασαν έντονα, γίνανε οι δικοί μου «υπερήρωες» – μετά βεβαίως από τη μητέρα μου, την κορυφαία ηρωίδα μου!

Μου φάνηκε εξαρχής ενδιαφέρουσα η προοπτική να αφηγηθώ μέσα από τον χορό ιστορίες χρησιμοποιώντας στοιχεία από το kathak, δίχως όμως να προσκολλούμαι εκεί.
 
 


— Ασχολούνταν κι εκείνη με τον χορό;

Το ήθελε πολύ, δεν της το είχε όμως επιτρέψει ο πατέρας της. Πολλά βράδια όμως με κοίμιζε αφηγούμενη ιστορίες από την ινδική αλλά και την κελτική μυθολογία – εκείνη με έβαλε σε αυτό το «τριπ»!


— Είναι η τέχνη επίσης κι ένας τρόπος να ξεγελάμε τον χρόνο;

Η τέχνη αποκαλύπτει τη φύση και την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης συνθήκης. Μας μεταφέρει επίσης πίσω στο βάθος του χρόνου. Αυτό που ζούμε σήμερα είναι ένας χρόνος κατακερματισμένος σε «κουτάκια», βιομηχανοποιημένος, τεχνητός, που τον ορίζουν αυθαίρετα τα ρολόγια μας – ακριβέστερα, τα ρολόγια εκείνων που κάνουν κουμάντο. Ο σύγχρονος Δυτικός χρόνος είναι ένας χρόνος όπως τον όρισαν ο καπιταλισμός και η πατριαρχία. Η τέχνη είναι ένας τρόπος να συνδεθούμε ξανά με τη φυσική ροή του χρόνου όπως νοείται στην παράδοση της Ανατολής. Είναι ο φιλοσοφικός, ο πνευματικός χρόνος, ο χρόνος των εποχών του έτους, των ωκεανών και των ψηλών βουνών, του ίδιου του σώματός μας.


— Διάβασα ότι μικρότερος είχατε αντιμετωπίσει διακρίσεις και ρατσιστικές συμπεριφορές. Πόσο ανεκτικότερη είναι σήμερα η Αγγλία, η Ευρώπη γενικότερα;

Αυτό που κυριαρχεί στην Αγγλία σήμερα είναι η συζήτηση για το Brexit, οι ρίζες του οποίου είναι καθαρά ξενοφοβικές. Πίσω από αυτό κρύβεται μια εξ ορισμού ρατσιστική ιδεολογία. Παρότι λοιπόν σημειώθηκε μεγάλη πρόοδος σε αυτά τα ζητήματα από τότε που ήμουν νέος, παρότι η κοινωνία έγινε στο μεταξύ πιο ανοικτή και φιλελεύθερη –ειδικά στον καλλιτεχνικό χώρο έγιναν άλματα–, τα τελευταία χρόνια το κλίμα αλλάζει προς το χειρότερο. Όχι μόνο στην Αγγλία, σε όλη την Ευρώπη. Είναι σαν να βιώνω ένα κακό φλασμπάκ! Κατακτήσεις δεκαετιών μοιάζουν να γκρεμίζονται, κυριαρχούν η εμπάθεια, η μισαλλοδοξία, η απανθρωποποίηση, τα μεγάλα νοήματα ευτελίζονται. Είναι σα να επιστρέφουμε στο παρελθόν αλλά με λάθος τρόπο και σε λάθος παρελθόν.


— Γιατί όμως λέτε συνέβη αυτό;

Δεν έχω ιδέα, ειλικρινά! Μοιάζει όμως σα να ξεχάσαμε ξαφνικά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, τα λουτρά αίματος και τα φοβερά δεινά που έφεραν όπως και τις ιδεολογίες που τους πυροδότησαν.

Από την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου (2012).
 
 


— Ποια δουλειά σας αγαπήσατε περισσότερο, ποια σας δυσκόλεψε πιο πολύ;

Όλες τις δουλειές μου τις εκτιμώ, δεν έχω κάποια ιδιαίτερη προτίμηση, το μόνο σίγουρο είναι πως καθεμιά ήταν δυσκολότερη από την προηγούμενη. Ο πήχης των απαιτήσεων τόσο του κοινού όσο κι ο δικός σου μεγαλώνει με τα χρόνια. Όσο ωριμάζεις τόσο αντιλαμβάνεσαι πόσα λίγα πραγματικά γνωρίζεις, πόσο σκληρότερα χρειάζεται να προσπαθείς κάθε φορά ώστε να εξελίσσεσαι, ακόμα κι αν πρόκειται για την ίδια περφόρμανς, κάτι που νομίζω ισχύει για κάθε δημιουργική ασχολία ή δεξιότητα.

— Στο Μπαγκλαντές έχετε δώσει παραστάσεις; Πώς σαν αντιμετωπίζουν εκεί;

Βεβαίως έχω δώσει παραστάσεις στο Μπαγκλαντές όπως και στην Ινδία, άρεσαν πολύ και θα ήθελα να παρουσίαζα συχνότερα δουλειές μου. Αγαπώ τη χώρα καταγωγής μου και τους ανθρώπους της και νιώθω πολύ όμορφα όταν βρίσκομαι εκεί. Εντάξει, υπάρχει μεγάλη φτώχεια και επιπλέον δεν νιώθω άνετα με την πολιτική κατάσταση, το ίδιο άβολα όμως νιώθω πλέον και στην Αγγλία όσο αφορά το πολιτικό κλίμα, στην Αμερική του Τραμπ επίσης. Από τη Βρετανία και τις ΗΠΑ μέχρι την Ιταλία, την Ουγγαρία και τη Βραζιλία τα ίδια χάλια, ο κόσμος μοιάζει να έχει πάρει φωτιά κι αυτό δεν οφείλεται μόνο στην κλιματική υπερθέρμανση.

— Σε ποιο άλλο μέρος θα επιθυμούσατε σφόδρα να δώσετε –ή να ξαναδώσετε– μια περφόρμανς;

Πού αλλού, στην Ελλάδα! Δεν υπερβάλλω, έχω όπως σας είπα και στην αρχή αναπτύξει μια ιδιαίτερη, μυστικιστική σχεδόν σχέση με τη χώρα σας και το κοινό εδώ, είτε παίζω στην Αθήνα είτε στην Καλαμάτα.


— Η γνώμη σας για το KDF και τη νέα του διευθύντρια Λίντα Καπετανέα;

Α, πρόκειται για ένα εξαιρετικό φεστιβάλ και μια επίσης εξαίρετη προσωπικότητα που είναι ταυτόχρονα σπουδαία περφόρμερ. Συνδετικός κρίκος ανάμεσα σε δυο γενιές χορευτών, με απόλυτη επίγνωση του τι γίνεται σήμερα στον σύγχρονο χορό διεθνώς, ήταν μια πραγματικά έξυπνη, καίρια επιλογή. Ενθουσιάστηκα ειλικρινά σαν έμαθα ότι ανέλαβε εκείνη.

Το θέμα είναι ότι ποτέ δεν είμαι ευχαριστημένος από τη δουλειά μου, όσα «μπράβο» κι αν ακούω.
 
 


— Όντας ήδη 44 ετών, σας ανησυχεί καθόλου το πέρασμα του χρόνου από καλλιτεχνική σκοπιά; Ότι κάποια στιγμή μπορεί το σώμα και οι αντοχές σας να σας προδώσουν, η δημιουργικότητα να στερέψει; Πώς το χειρίζεστε αυτό;

Κοιτάξτε, με διακατείχε πράγματι παλιότερα ο φόβος ότι κάποια στιγμή θα «παροπλιστώ», ότι δεν θα έχω πια σκοπό ύπαρξης σε αυτή την κοινωνία αφού η ζωή μου είναι η τέχνη μου. Ότι το ίδιο σώμα που υποχρέωνε τον κόσμο να το «ακούσει» και να ενδιαφερθεί για το τι έχει να πει, δεν θα το καταφέρνει πια κι ο Άκραμ θα ξαναβρεθεί στην αφάνεια. Η φυσική φθορά είναι βέβαια απαρέγκλιτος νόμος για κάθε έμβιο ον, το περισσότερο που μπορείς να κάνεις είναι να την καθυστερήσεις όσο γίνεται. Ανακάλυψα εντούτοις μεγαλώνοντας ότι το να διατηρείς το πνεύμα σου πάντα νέο είναι εξίσου ή και περισσότερο σημαντικό, χαίρομαι δε σαν διαπιστώνω ότι πνευματικά τουλάχιστον δεν έχω γεράσει! Θα συνεχίσω πάντως να χορεύω όσο αντέχω, ούτε η διδασκαλία ούτε η χορογραφία συγκρίνονται με μια ζωντανή περφόρμανς!


— Το προσεχές σας πρότζεκτ;

Αυτή την εποχή δουλεύω την περφόρμανς Outwitting the Devil που θα κάνει πρεμιέρα στις 13/7 στo Διεθνές Φεστιβάλ Χορού της Στουτγκάρδης Colours και στη συνέχεια θα παρουσιαστεί στο Φεστιβάλ της Αβινιόν. Η έμπνευση για την παράσταση αυτή, όπου θα συμμετέχουν παλιότεροι και νεότεροι γνωστοί χορευτές, καθώς διαπραγματεύεται ακριβώς τη θέση του ανθρώπου στο χρόνιο και την ιστορία, προέκυψε από το βαβυλωνιακό έπος Γκιλγκαμές και συγκεκριμένα από ένα απόσπασμα που ανακαλύφθηκε πρόσφατα.


— Νιώθετε αλήθεια ικανοποιημένος με όσα πετύχατε ως τώρα στην καριέρα σας;

Νιώθω καταρχήν πολύ τυχερός και είμαι πραγματικά ευγνώμων και για τις ευκαιρίες που είχα ως τώρα στη ζωή μου, δεν είναι καθόλου δεδομένες για τους περισσότερους ανθρώπους. Το θέμα είναι ότι ποτέ δεν είμαι ευχαριστημένος από τη δουλειά μου, όσα «μπράβο» κι αν ακούω. Είμαι, βλέπεις, τελειομανής, γκρινιάζω συνέχεια, δεν θεωρώ καν ότι έχω καταφέρει κάτι σημαντικό καλλιτεχνικά ή επαγγελματικά. Ίσως πάλι αυτό αποτελεί μια αναγκαία συνθήκη ώστε να παραμένει κανείς διαρκώς σε εγρήγορση και δημιουργική αναζήτηση.

Αυτή την εποχή δουλεύω την περφόρμανς «Outwitting the Devil» που θα κάνει πρεμιέρα στις 13/7 στo Διεθνές Φεστιβάλ Χορού της Στουτγκάρδης "Colours".
 
 

Info

Akram Khan - Until the Lions

25 KDF 2019

27 & 28/7, 22:00

Μέγαρο Χορού Καλαμάτας - Κεντρική Σκηνή