Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Πού πάνε τα έργα όταν πεθαίνει ο δημιουργός τους;

Μια εξαιρετικά επίκαιρη και διαφωτιστική συζήτηση στο ΕΜΣΤ.

Παράδεισος και Κόλαση. Που πάνε τα έργα όταν πεθαίνει ο δημιουργός τους;

Το μεσοπάτωμα του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, μεσημέρι Σαββάτου, είναι κατάμεστο. Καλλιτέχνες, νομικοί, συλλέκτες, κληρονόμοι καλλιτεχνών και φιλότεχνοι έχουν γεμίσει ασφυκτικά την αίθουσα και κάποιοι απ' έξω παρακολουθούν σε μια μεγάλη οθόνη την ημερίδα με τίτλο «Artists’ Estates: Η μετα-ζωή του καλλιτεχνικού έργου» που έχει οργανωθεί στο πλαίσιο του δημόσιου προγράμματος του ΕΜΣΤ, ένας από τους άξονες του οποίου είναι τα ζητήματα της διαχείρισης του καλλιτεχνικού έργου και οι νομικές και επαγγελματικές του διαστάσεις.

Πού πάνε, λοιπόν, τα έργα όταν πεθαίνει ο δημιουργός; Ποιοι τα διαχειρίζονται και με ποιους πόρους και όρους, τι κάνει η πολιτεία, πώς πιστοποιούνται τα έργα αν είναι αληθινά ή πλαστά; Οι όψεις της διαχείρισης της υλικής και άυλης κληρονομιάς που αφήνει πίσω ο καλλιτέχνης αφορούν τα μουσεία, την Ιστορία της Τέχνης αλλά και την αγορά της τέχνης.

Υποθέσεις διακίνησης έργων τέχνης χωρίς πιστοποίηση έρχονται συχνά στο φως. Πώς μπορεί να υπάρχει διαφάνεια στη διαχείρισή τους, τι σημαίνει «καλλιτεχνικό» κληροδότημα και ποια η θέση του μεταξύ ιδιωτικής και δημόσιας σφαίρας;

Η συζήτηση μπορεί να επανέλαβε κάποια πράγματα που οι άνθρωποι της τέχνης γνωρίζουν, ωστόσο ήταν εξαιρετικά διαφωτιστική. Όπως σημείωσε η διευθύντρια του μουσείου «πρόκειται για ένα κουτί της Πανδώρας», σημειώνοντας την ύπαρξη έργων που βρίσκονται σε «αέναη εκκρεμότητα».

Η συζήτηση μπορεί να επανέλαβε κάποια πράγματα που οι άνθρωποι της τέχνης γνωρίζουν, ωστόσο ήταν εξαιρετικά διαφωτιστική. Όπως σημείωσε η διευθύντρια του μουσείου «πρόκειται για ένα κουτί της Πανδώρας», σημειώνοντας την ύπαρξη έργων που βρίσκονται σε «αέναη εκκρεμότητα».

Για να διατηρηθεί το έργο ενός καλλιτέχνη χρειάζεται χρόνος και χρήμα. «Η μετα-ζωή του έργου δεν αποτελεί καν συζήτηση» είπε η κ. Γρέγου, σημειώνοντας ακόμα ότι το μουσείο έχει ως πρωταρχικό μέλημα τη φροντίδα έργων και καλλιτεχνών.

Αυθεντικά, πλαστά και ο αγώνας δρόμου των κληρονόμων

Το ΕΜΣΤ είναι ο κληρονόμος των έργων της Μπίας Ντάβου και του Παντελή Ξαγοράρη μέσω της δωρεάς του Ζάφου Ξαγοράρη, ενώ ορίστηκε γενικός κληρονόμος του έργου της Χρύσας από τη διαθήκη της εικαστικού. Υπάρχει όμως στην Ελλάδα ειδικό κληρονομικό δίκαιο; Όχι, όπως κληρονομούνται όλοι, κληρονομούνται και οι καλλιτέχνες, με την κυριότητα των πνευματικών δικαιωμάτων να ανήκει στον δημιουργό.

Μια πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή της συζήτησης είναι το αδιέξοδο στο οποίο φτάνουν πολλές φορές οι κληρονόμοι, έχοντας στα χέρια τους ένα καλλιτεχνικό υλικό δύσκολο να συντηρηθεί και να προστατευθεί από πλαστογραφίες, αναπαραγωγές, μεταπωλήσεις.

Τι γίνεται με τα έργα που κληρονομούνται; Ο νομικός Γεράσιμος Γιαννόπουλος μας δείχνει στην παρουσίαση που έκανε ότι με το 97% των έργων που κληρονομούνται δεν γίνεται τίποτα, το 1% έχει δικά του μουσεία (Τάκις, Άλεξ Μυλωνά), ενώ το 2% έχει δημιουργήσει ΑΜΚΕ, όπως η Πόπη Αλεξίου («Μεγάλος Κήπος Αρχεία Νίκου Αλεξίου») για το έργο του αδελφού της.

Νίκος Αλεξίου, «Πλέγμα». Φωτο.: LIFO

Σε μια στενόχωρη οικονομική πραγματικότητα είναι μηδενική σχεδόν η δυνατότητα να δημιουργηθεί ένα estate το οποίο θα φρόντιζε τη συνεκτική διαχείριση του έργου του καλλιτέχνη, την έκδοση ενός καταλόγου raisonné και την πιστοποίηση των έργων, τη μελέτη του αρχείου του και τη σωστή επικοινωνία και έκθεση του έργου του και στη συνέχεια την οργανωμένη, ει δυνατόν, οικονομική του εκμετάλλευση.

Οπότε επικρατεί ένα γενικό χάος με λίγους Έλληνες καλλιτέχνες, όπως ο Τσόκλης ή ο Εγγονόπουλος, να έχουν κατάλογο raisoné . Όταν έγινε η μεγάλη έκθεση Εγγονόπουλου στο Μουσείο Θεοχαράκη, μάθαμε ότι είχε κρατήσει επτά χρόνια η έρευνα για την έκδοση του καταλόγου raisonné για έναν καλλιτέχνη που δεν είχε αχανή παραγωγή και η Λένα Εγγονοπούλου ήξερε τα έργα και παρακολουθούσε τη διαδρομή τους. Οπότε, μιλάμε για ένα κόστος μεγαλύτερο από 100.000-200.000 ευρώ που σπάνια μπορεί να βρει όχι μόνο ένας κληρονόμος αλλά και ένας εν ζωή καλλιτέχνης χωρίς τη συνδρομή δημόσιων ή ιδιωτικών πολιτιστικών ιδρυμάτων.

Ο καλλιτέχνης πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με την ιδέα του θανάτου για να «τακτοποιήσει» τα του έργου του –ελάχιστοι το κάνουν– και αφήνει συνήθως τα έργα στους κληρονόμους ή διαθήκη που αφορά τη διαχείρισή τους, όπως ο Τάκις, ο Φασιανός ή ο Τσαρούχης. Θα πρέπει να σημειωθεί, φυσικά, ότι πολλοί από τους καλλιτέχνες δεν έχουν oύτε τη δυνατότητα αλλά ούτε και τη διάθεση να το πράξουν.

Βαρύ έργο που κρατά πολλά χρόνια είναι ο τρόπος που θα φυλαχθούν, θα προβληθούν και θα μελετηθούν τα έργα από τους κληρονόμους τους. Η αγορά στην Ελλάδα είναι πολύ μικρή, το ενδιαφέρον του κράτους αντίστοιχο, ενώ η φορολόγηση των έργων σημαντική και μια άλυτη υπόθεση, με τα έργα τέχνης να μην απαλλάσσονται από φόρους αλλά και να μη γίνεται εξόφληση μέρους αυτών που επιβαρύνουν τους κληρονόμους μέσω δωρεάς έργων, μια πρακτική που ακολουθείται συχνά στο εξωτερικό.

Η Νεφέλη Παπαδημητρίου δίπλα στο έργο Barbato (1965) του πατέρα της γλύπτη Θόδωρου. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Η μη ύπαρξη ή ενεργοποίηση ενός νομοθετικού πλαισίου στην ουσία συσκοτίζει την αγορά και τη διακίνηση των έργων, ωστόσο το μεγάλο αγκάθι είναι η έλλειψη πόρων. Η Νεφέλη Παπαδημητρίου, που πήρε μέρος στην ημερίδα, κόρη του γλύπτη Θόδωρου, δώρισε στο ΕΜΣΤ εκατόν έντεκα έργα του καλλιτέχνη που χρονολογούνται από το 1963 έως το 2010, απ’ όλες τις βασικές ενότητες έργων του, όπως τα «Δελφικά», οι «Καταστάσεις», οι «Χειρισμοί», οι «Οθόνες», οι «Καρυάτιδες» και τα «Άτοπα», διασώζοντας με αυτόν τον τρόπο τη δουλειά του πατέρα της. Η Ειρήνη Βουρλούμη έχει να αντιμετωπίσει το πελώριο έργο του παππού της Ανδρέα Βουρλούμη, το ίδιο και η κόρη του Αλέξη Ακριθάκη, Χλόη.

Ο Δημήτρης Τσουμπλέκας έχει βρεθεί κυριολεκτικά μπροστά σε μια σπαζοκεφαλιά ως κληρονόμος των έργων και της περιουσίας των Νίκου Κεσσανλή και Χρύσας Ρωμανού, κάνοντας τα πάντα για να αναδείξει τον τόπο στον οποίο δημιούργησαν οι δύο αυτοί σημαντικοί καλλιτέχνες, το Πολύδροσο Αμαρουσίου. Ο ίδιος μας σύστησε τον χώρο μέσα από την έκθεση «Αμαζόνιος» με τον οποίο ξεκίνησε και το καινούργιο εκθεσιακό πρόγραμμα του ΕΜΣΤ «Extra Muros», εκτός των τειχών του μουσείου.

Όσοι πήραν μέρος στην πολύ διαφωτιστική ημερίδα και πολλοί κληρονόμοι έργων έρχονται όλο και πιο συχνά αντιμέτωποι με οικονομικά διλήμματα και πλαστά έργα των συγγενών τους.

Έργο του Νίκου Κεσσανλή στην Ομόνοια.

Είναι οι πλέον αρμόδιοι να πιστοποιήσουν την αυθεντικότητα ενός έργου, με την προϋπόθεση φυσικά ότι ήταν κοντά στον καλλιτέχνη και τον παρακολουθούσαν, κάτι που πολλές φορές είναι εξαιρετικά δύσκολο και πολύ ρευστό. Ακόμα και αν υπήρχε νομικό πλαίσιο, περιουσιολόγιο της τέχνης δεν μπορεί να υπάρξει, είναι ουτοπία.

Πρόσφατα, όπως μου ανέφερε κληρονόμος που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του, σε έκθεση μουσείου είδε δύο πλαστά έργα συγγενούς του και παρά την επικοινωνία με τους αρμόδιους, το μουσείο κώφευσε. Μάλιστα τα έργα είναι δημοσιευμένα στον κατάλογο του μουσείου, κάτι που σημαίνει ότι η δημοσίευση συντελεί στη νομιμοποίησή τους.

Έχουμε και περιπτώσεις καλλιτεχνών που οι ίδιοι αναγνώριζαν τα πλαστά έργα τους σε εκθέσεις, τα οποία αποσύρονταν, ωστόσο έκαναν την επανεμφάνισή τους λίγο καιρό αργότερα. Και δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι της τέχνης που μιλούν για δημοπρασίες πλαστών έργων των οποίων το κυνήγι πολλές φορές είναι τόσο χρονοβόρο και κοστοβόρο που εγκαταλείπουν και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι ή δεν το επιχειρούν.

Αν το κράτος δηλώνει αδυναμία να υποδεχθεί αρχεία και καλλιτεχνικά έργα μέσω θεσμών και οι ιδιώτες χορηγοί είναι σπάνιοι έως ανύπαρκτοι, τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα για τα οπτικοακουστικά αρχεία, όπως ανέφερε στην εισήγησή του ο κινηματογραφιστής Robert Beavers που έχει αφιερώσει όλη του την ενέργεια στη διάσωση του αρχείου του πειραματικού κινηματογραφιστή Gregory Markopoulos, σημειώνοντας ότι λίγα μουσεία μαζεύουν δουλειά σκηνοθετών και ότι προχωράς στη διάσωση ενός αρχείου με ατέλειωτη επιμονή και «ικετεύοντας».

Ο Αλέκος Φασιανός ίδρυσε με την κόρη του Βικτώρια Φασιανού το Alekos Fassianos Estate με σκοπό τη διαχείριση και διαφύλαξη των πνευματικών δικαιωμάτων του καλλιτέχνη. Φωτο: © Σπύρος Στάβερης

Βρήκα τη Βικτώρια Φασιανού, κόρη του Αλέκου Φασιανού, στο Παρίσι, όπου έχει πάει για να πιστοποιήσει ένα έργο του πατέρα της με τον οποίο ίδρυσαν το Alekos Fassianos Estate με σκοπό τη διαχείριση και διαφύλαξη των πνευματικών δικαιωμάτων του καλλιτέχνη, την πιστοποίηση των έργων του και την οργάνωση του επίσημου καταλόγου raisonné που αφορά την αρχειοθέτηση του συνολικού του έργου σε ψηφιακή και έντυπη μορφή.

«Είμαστε πολύ αυστηροί με τα πλαστά και ζητάμε πλέον και οι γκαλερίστες και οι συλλέκτες να ζητούν να έχουν πιστοποίηση των έργων», λέει. «Όταν ανακαλύπτουμε ένα πλαστό έργο δυστυχώς η νομοθεσία δεν μας επιτρέπει να το καταστρέψουμε, όπως συμβαίνει στη Γαλλία. Εμείς, ως οικογένεια, έχουμε αφιερώσει χρόνο και κόπο, έχουμε περιορίσει τα πλαστά έργα και όλοι γνωρίζουν ότι είναι απαραίτητη η πιστοποίηση. Στην ουσία είναι μια εργασία πλήρους ωραρίου και πρέπει κάποιος να αφοσιωθεί σε αυτή» επισημαίνει, λέγοντας ακόμα ότι κατανοεί όποιον «μπορεί να μη θέλει να περάσει τη ζωή του κυνηγώντας τα έργα».

Η ημερίδα ανέδειξε πολλές από τις προκλήσεις της διατήρησης του καλλιτεχνικού έργου παράλληλα με τον τρόπο επιμελητικών πρακτικών στην κατεύθυνση της επανοικειοποίησης, επαναδιαπραγμάτευσης και ενεργοποίησης της καλλιτεχνικής κληρονομιάς.

Η οργάνωση της ημερίδας έγινε από την Τίνα Πανδή, επιμελήτρια του ΕΜΣΤ, σε συνεργασία με την καλλιτεχνική ομάδα 3 137 (Πάκυ Βλασσοπούλου, Χρυσάνθη Κουμιανάκη, Κοσμάς Νικολάου).