Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Γυναίκες δήμιοι στα γερμανικά στρατόπεδα

Οι Μαινάδες του Χίτλερ. Λαϊκά κορίτσια που έγιναν αμείλικτα όργανα των Ναζί.

Γυναίκες δήμιοι στα γερμανικά στρατόπεδα


Barbara Necek, Femmes bourreaux [Γυναίκες δήμιοι]. Εκδόσεις Grasset
Christiane Ratiney, Des femmes au service du Reich [Γυναίκες στην υπηρεσία του Ράιχ]. Ντοκιμαντέρ της Arte.


 

Γυναίκες φύλακες του στρατοπέδου συγκέντρωσης Stutthof στη δίκη για εγκληματίες πολέμου πολέμου που διεξήχθη στο Γκντανσκ ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου μεταξύ 25 Απριλίου και 31 Μαΐου 1946. Στην πρώτη σειρά από αριστερά προς τα δεξιά: η Elisabeth Becker, η Gerda Steinhoff (ή Herta Bothe) και η Wanda Klaff. Στη δεύτερη σειρά: η Erna Beilhardt, και η Jenny Wanda Barkmann. Φωτ. Stutthof Museum

 

Η στολή, το μαστίγιο και ο σκύλος


Jean-Yves Potel

En attendant Nadeau - 22 Μαρτίου 2023


Για πολύ καιρό, χωρίς να αγνοείται εντελώς, ο ρόλος των γυναικών στη ναζιστική μηχανή εξόντωσης περιορίστηκε σε κάποιες λίγες περιπτώσεις. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, η πανεπιστημιακή έρευνα αξιοποίησε νέα αρχεία και μαρτυρίες. Στη Γερμανία και στις Ηνωμένες Πολιτείες, αναδεικνύει την άμεση εμπλοκή σημαντικού αριθμού Γερμανίδων στα εγκλήματα που διαπράχθηκαν και καταρρίπτουν την πεποίθηση ότι οι γυναίκες κρατούσαν επιφυλακτική στάση, όντας απλώς συνένοχες ή μάρτυρες μιας κατά βάση ανδρικής δραστηριότητας. Στο πλαίσιο αυτό, η έρευνα της Αμερικανίδας ιστορικού Wendy Lower παρουσιάστηκε σε ένα σημαντικό βιβλίο που κυκλοφόρησε στα γαλλικά πριν από λίγα χρόνια (Les furies de Hitler - Οι μαινάδες του Χίτλερ - εκδ. Tallandier, 2015), επικεντρώνοντας κυρίως στις νοσοκόμες, γραμματείς ή συζύγους των SS, και καταδεικνύοντας την ποικιλομορφία αυτών των γυναικείων συνεργασιών. Η μετάδοση από την Arte ενός ντοκιμαντέρ της Christiane Ratiney που εμπνεύστηκε από την έρευνα αυτή και η έκδοση του βιβλίου της Barbara Necek, που ενσωμάτωσε κι άλλες πηγές σε μια διεξοδική έρευνα, επιβεβαιώνουν αυτή τη σημασία. Μια απολύτως τρομακτική ταινία και ένα βιβλίο που αποσαφηνίζουν το θέμα εστιάζοντας στο εκτελεστικό προσωπικό, στις γυναίκες δημίους του Τρίτου Ράιχ.

Είναι γεγονός ότι, ακόμη κι αν οι γυναίκες περιορίζονται στη ναζιστική ιδεολογία στην οικιακή τους λειτουργία - να γεννούν μικρούς 'Αριους και να υπηρετούν μεγάλους - οι ερευνήτριες αυτές υπολογίζουν ότι σχεδόν μισό εκατομμύριο γυναίκες επιστρατεύτηκαν κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ως βοηθητικό προσωπικό του γερμανικού στρατού. Οι αριθμοί παραμένουν κατά προσέγγιση, αλλά δείχνουν μια τάξη μεγέθους. Για τη Wendy Lower, 500.000 στάλθηκαν Ανατολικά για να συνοδεύσουν την κατοχή, ενώ η Barbara Necek μετρά σχεδόν 600.000 νοσοκόμες ειδικά εκπαιδευμένες από το καθεστώς, περιορίζοντας όμως τον αριθμό των γυναικών φρουρών σε "περίπου 4.000".

Οι τελευταίες αποτελούν ένα ιδιαίτερο σώμα, μια ομάδα της οποίας η λειτουργία που επινοήθηκε από τη ναζιστική ιδεολογία (μόνο οι γυναίκες μπορούσαν να φυλάνε γυναίκες) τις τοποθετεί στην καρδιά του συστήματος εξόντωσης. "Αυτές οι γυναίκες φύλακες", γράφει η Necek, "ενσαρκώνουν καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον τον ρατσιστικό, μισαλλόδοξο και καταστροφικό χαρακτήρα του ναζισμού". Είναι παρούσες παντού όπου υπάρχουν εκτοπισμένες γυναίκες. "Επιτηρούσαν τις κρατούμενες, στις οποίες μερικές φορές συμπεριφέρονταν με αδιανόητη σκληρότητα. Συμμετείχαν στην επιλογή τους, βασάνιζαν, έστελναν παιδιά στους θαλάμους αερίων. Όλες οι εκτοπισμένες είχαν διασταυρωθεί με αυτές τις γυναίκες φρουρούς". Ήταν γενικά νεαρές γυναίκες (κατά μέσο όρο είκοσι πέντε ετών), από λαϊκά στρώματα, "πρώην εργάτριες, υπηρέτριες, ταχυδρομικοί υπάλληλοι, αγρότισσες"· χωρίς μεγάλη μόρφωση, είχαν "τραφεί με την εθνικιστική και ρατσιστική προπαγάνδα", και "επέλεξαν ελεύθερα να εργαστούν στα στρατόπεδα για να επιτηρούν και να "εκπαιδεύουν" τους υποτιθέμενους εχθρούς του γερμανικού λαού". Γι' αυτό και παρουσιάζουν ενδιαφέρον οι αφηγήσεις αυτής της ομάδας. Η Barbara Necek προσπαθεί να κατανοήσει τα κίνητρά τους και τι ήταν αυτό που τις μετέτρεψε σε "αδίστακτες βασανίστριες", "εθελοντικά όργανα της ναζιστικής δολοφονικής μηχανής". Αυτός είναι κι ο στόχος του βιβλίου της.

Ακολουθώντας τα βήματα των προκατόχων της, τόνισε αμέσως αυτό που θα προσέλκυε αυτές τις γυναίκες: τη δυνατότητα να ξεφύγουν από μια κατάσταση που θεωρείτο αφόρητη (κοινωνικό περιβάλλον, εργασία, οικογένεια) και να αποκτήσουν μια ελάχιστη αναγνώριση. Ο Nicolaus Wachsmann, ο μεγάλος ιστορικός των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, είχε ήδη επισημάνει αυτή την ιδιαιτερότητα. Σε αντίθεση με τους άνδρες συναδέλφους τους, επεσήμανε, ότι "αυτό που προσέλκυσε τις περισσότερες από τις γυναίκες που στρατολογήθηκαν στα KL δεν ήταν μια ιδεολογική αποστολή, αλλά η προοπτική μιας κοινωνικής ανέλιξης". Μελετώντας λεπτομερώς διάφορες περιπτώσεις, η Necek περιγράφει αυτές τις προσωπικές αναζητήσεις της επιτυχίας: πώς και γιατί τα νεαρά αυτά κορίτσια προσφέρθηκαν εθελοντικά, πώς και πού εκπαιδεύτηκαν και με πιο τρόπο έθεσαν τον εαυτό τους στην υπηρεσία του Φύρερ.

Για παράδειγμα, αφηγείται τη μεταμόρφωση της Maria Mandl, μιας έφηβης που ήταν "χαρούμενη, ευγενική", σύμφωνα με μία συμμαθητριά της. "Τη σεβόμασταν. Ήταν πολύ όμορφη, είχε ωραίο παρουσιαστικό". Η είσοδος στην επαγγελματική ζωή της γυναίκας που έμελλε να γίνει η επικεφαλής επόπτρια του γυναικείου στρατοπέδου στο Άουσβιτς-Μπίρκεναου ήταν δύσκολη. Γεννημένη στην Αυστρία, κόρη ενός ορκισμένου αντιναζιστή υποδηματοποιού και μιας νοικοκυράς, είχε μόνο πρόσκαιρες δουλειές. Με το Anschluss, έχασε τα πάντα, ακόμη και τον εραστή της. Απελπισμένη, μπαίνει στον πειρασμό, με τη συμβουλή ενός θείου της αστυνομικού, να πιάσει δουλειά ως φύλακας σε ένα νέο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Λίχτενμπουργκ. Δελεάζεται, όπως φαίνεται, από την αμοιβή, την ασφάλεια υγείας και τη στέγαση και αρχίζει να εργάζεται εκεί τον Οκτώβριο του 1938. Λίγες εβδομάδες ήταν αρκετές για να αφομοιώσει τους κανόνες του τόπου, να μάθει την κτηνωδία απέναντι στις κρατούμενες. Δίνει όρκο στον Χίτλερ και προτίθεται να τον τηρήσει με οποιοδήποτε κόστος. "Φανατική και πεπεισμένη", γίνεται ένθερμη Ναζί.


Η πρώτη μέρα της δίκης κατά 40 Γερμανών εγκληματιών των SS, μελών του προσωπικού του στρατοπέδου εξόντωσης Άουσβιτς-Μπίρκεναου. Στην πρώτη σειρά, κάθεται ο Artur Liebehenschel, ο διοικητής του στρατοπέδου από τον Νοέμβριο του 1943 έως τον Μάιο του 1944, και δίπλα του η Maria Mandl, η οποία απαγχονίστηκε το 1948 (ήταν 36 ετών). Φωτ. Pap/Caf


 

Το μοναδικό κέντρο εκπαίδευσης αυτών των φρουρών δημιουργήθηκε στο Ράβενσμπρουκ, όπου βρέθηκε η Mandl μαζί με άλλες. Οι εθελόντριες εκπαιδεύονται επιτόπου, σε άμεση επαφή με τη ζωή του γυναικείου στρατοπέδου. Αυτό διαρκεί έξι εβδομάδες, όπου στόχος είναι η εκμάθηση της βίας. Από τις 3.500 μαθητευόμενες φύλακες που στάλθηκαν στο στρατόπεδο, μόνο τρεις αρνήθηκαν να συνεχίσουν και επέστρεψαν στο σπίτι τους μετά από λίγες ημέρες, μαθαίνουμε από την ταινία. Αυτό δείχνει ότι ήταν δυνατή η άρνηση, ότι η αποδοχή έγινε συνειδητή δέσμευση. Αυτό, πέρα από τα υλικά πλεονεκτήματα που απολάμβανε αυτό το προσωπικό, αντανακλά και τη φιλοδοξία για μια θέση εξουσίας.

Η στολή, το μαστίγιο και ο σκύλος είναι τα τρία κύρια σύμβολα και εργαλεία της εξουσίας. Πολλές γυναίκες φύλακες αρέσκονται να φωτογραφίζονται με αυτά, όπως η Herta Lutz που καμαρώνει στο εξώφυλλο του βιβλίου της Necek. "Ήθελα απλώς να φορέσω μια στολή", ομολόγησε μια πρώην φρουρός του Ράβενσμπρουκ στη δίκη της. "Ραμμένες από τις κρατούμενες στα εργαστήρια κλωστοϋφαντουργίας των SS, οι στολές μεταμόρφωναν αυτά τα νεαρά κορίτσια σε γυναίκες που αντιπροσώπευαν τη δύναμη και την εξουσία". Ειδικά οι μπότες, πανομοιότυπες με αυτές των SS. Κάποιες φύλακες "τις χρησιμοποιούσαν ακόμη και ως όπλο, γιατί με αυτές κλωτσούσαν και ποδοπατούσαν μέχρι θανάτου κάποιες γυναίκες". Όσο για τα σκυλιά που ήταν ειδικά εκπαιδευμένα για να εμποδίζουν, για παράδειγμα, δύο κρατούμενες να μιλούν μεταξύ τους, μπορούσαν να εξαπολυθούν πάνω τους. Και να δαγκώσουν άγρια. Αρκετές από αυτές τις γυναίκες που παραμένουν διάσημες στη μνήμη των γυναικών κρατουμένων του Άουσβιτς ή του Μάιντανεκ το έκαναν αυτό ειδικότητά τους, όπως η Maria Mandl, η οποία, σύμφωνα με μαρτυρίες, χτυπούσε "τις γυναίκες κρατούμενες με το μαστίγιο του σκύλου της μέχρι που έχαναν τις αισθήσεις τους".

Τα πολλαπλά παραδείγματα, που αναφέρονται από την Barbara Necek και την Christiane Ratiney στη ταινία της, συγκλίνουν. Η εκπαίδευση των SS είναι αποτελεσματική και βασίζεται στην αρχή ότι "οι ζωές των φυλακισμένων δεν αξίζουν τίποτα". Στο εξής, αυτό το εξαιρετικό προσωπικό γίνεται χρήσιμο σε όλα τα γρανάζια της μηχανής του τρόμου. Δεν περιορίστηκε στη "φύλαξη" των γυναικών κρατουμένων. Κάποιες από αυτές χρησιμοποιήθηκαν σε επιχειρήσεις εξόντωσης, όπως αυτή των αναπήρων (Aktion T4), ή φυσικά εναντίον των Εβραίων. Η Barbara Necek περιγράφει αρκετά παραδείγματα συμμετοχής στην επιλογή των Εβραίων που θα εκτελούνταν· είτε κατά την άφιξή τους με τρένο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης είτε απευθείας στα γκέτο, κάποιες από αυτές "συνόδευσαν μεταξύ 5.000 και 6.000 γυναίκες που οδηγήθηκαν από τα γκέτο μέχρι τους τόπους εκτέλεσής τους".

Γενικότερα, η κοινωνική ανέλιξη μπορεί να υπερβαίνει κατά πολύ την απλή αναγνώριση της "Frau Aufseherin" (της δεσμοφύλακα). Αρκετές έφτασαν μέχρι το υψηλότερο επίπεδο της ιεραρχίας, όπως η προαναφερθείσα Mandl, η οποία ήταν στην ουσία υπεύθυνη για το Μπιρκενάου, το κέντρο εκτελέσων. 'Εχουμε και την Johanna Langefeld, η οποία τοποθετήθηκε στο στρατόπεδο γυναικών του Άουσβιτς, το οποίο οργάνωσε με τον δικό της τρόπο, και στη συνέχεια επέστρεψε στο Ράβενσμπρουκ, όπου παρέμεινε μέχρι το 1943, ή την Gertrud Slotke, αρχικά γραμματέας, η οποία είχε καθοριστικό ρόλο στη διοίκηση των εκτοπίσεων στις Κάτω Χώρες· πηγαινοερχόταν στο στρατόπεδο Βέστερμπορκ, μας λέει η Christiane Ratiney. Στην ταινία της, ακούγεται επίσης η φοβερή μαρτυρία μιας άλλης δεσμοφύλακα, η κόρη της οποίας βρήκε αρχεία της μετά το θάνατό της σε ηλικία 90 ετών (ένα μπαούλο με το ημερολόγιο, την αλληλογραφία και τα έγγραφά της), ένα μοναδικό ντοκουμέντο που μας μαθαίνει, με τις εντυπώσεις της ενδιαφερόμενης ("η καλύτερη περίοδος της ζωής μου"), πώς τοποθετήθηκε στο "κέντρο του τρόμου", αφού εξέδιδε άδειες εργασίας, δηλαδή επέλεγε αυτούς που θα εκτελούνταν. Το 1942-1943, ήταν επίσης παρούσα στις συναντήσεις που οργάνωναν τις μαζικές δολοφονίες και ήταν μάρτυρας αρκετών εκτελέσεων.

Η Barbara Necek αναλύει τις κινήσεις του προσωπικού στα δεκατρία γυναικεία στρατόπεδα, τα πηγαινέλα, τις προαγωγές και τους υποβιβασμούς, όπως σε κάθε διοίκηση. Σε αυτό πρέπει να προστεθούν και άλλα μικρότερα 350 στρατόπεδα που συνδέονται με τα κύρια στρατόπεδα. Αυτές οι γυναίκες επόπτριες ήταν, για παράδειγμα, υπεύθυνες για την επίβλεψη των ομάδων εργασίας εκτός των στρατοπέδων. Μια διοίκηση που λειτουργεί καλά, παρατηρεί μια πρώην φύλακας κατά τη διάρκεια της δίκης της, μια διοίκηση που έχει προσφέρει πολλές ευκαιρίες για φιλόδοξες γυναίκες. Εξιστορώντας λεπτομερώς την πρόοδο και τα κατορθώματα αυτών των γυναικών που έγιναν εξίσου σκληρές με τον παραμικρό SS, οι Necek και Ratiney αποδίδουν μια εξαιρετική εικόνα της καθημερινότητας των ναζιστικών εγκλημάτων. Κι όχι μόνο της Σοά. Αλλά και της καθημερινότητας με τους "συναδέλφους στη δουλειά", μέσα στο "επαγγελματικό περιβάλλον", που μας δείχνει πώς η συμμετοχή στη δολοφονική βιομηχανία συμβάδιζε με την ιδιωτική ζωή, τα ρομαντικά όνειρα, ακόμη και την επιθυμία για ένα παιδί. Στο Άουσβιτς, διέθεταν και ένα νηπιαγωγείο για τους απογόνους τους.

Η Necek αφηγείται μια αποκαλυπτική ιστορία για το πώς αυτή η ιδιωτική ζωή και η προσωπική άνεση πήγαιναν λίγο-πολύ χέρι-χέρι με τη φανατική τύφλωση. Η Mandl, που έγινε στο 'Αουσβιτς "μία από τις χειρότερες δολοφόνους στα στρατόπεδα συγκέντωσης",  είχε τις αδυναμίες της. Μια μέρα, "εντόπισε μέσα στο πλήθος ένα μικρό ξανθό αγόρι 2 ή 3 ετών. Χωρίς να ανησυχεί για τη μητέρα του που θα την έστελνε μέσα στις επόμενες ημέρες σε θάλαμο αερίων, [πήρε] αυτό το αγόρι υπό την προστασία της. Για οκτώ ημέρες, παίζει μαζί του όπως με μία κούκλα, διαλέγει τα πιο όμορφα ρούχα στον "Καναδά", με προτίμηση στο μπλε, το επιδεικνύει περήφανα [...], το ταΐζει σοκολάτα". Ένα πραγματικό πάθος, θυμάται μία επιζώσα. Μόνο που μετά από οκτώ ημέρες, εμφανίζεται "μία κατηφής Mandl", με "το στόμα σφιγμένο, το πρόσωπο ανέκφραστο, φαινόταν αλλού". Λίγο αργότερα, "οι γυναίκες έμαθαν τον λόγο για την παράξενη συμπεριφορά της: η Mandl είχε μόλις στείλει το μικρό αγόρι μαζί με άλλους σε θάλαμο αερίων".


Η Irma Grese, η "ύαινα του Bergen-Belsen", γνωστή για τον σαδισμό και τη διαστροφή της, στέκεται στην αυλή της φυλακής της μαζί με τον Josef Kramer, τον πρώην διοικητή του στρατοπέδου. Και οι δύο καταδικάστηκαν σε θάνατο για εγκλήματα πολέμου. Η Irma Grese ήταν 22 ετών όταν εκτελέστηκε. Φωτ. Imperial War Museum


Γυναίκες κρατούμενες του στρατοπέδου Bergen-Belsen λαμβάνουν τρόφιμα από τον αγγλικό στρατό. Φωτ. Imperial War Museum